Είναι δύσκολο πια να μιλάμε για τηλεόραση με την παραδοσιακή της έννοια όταν σχεδόν όλο το περιεχόμενο που καταναλώνουμε είναι ψηφιακό, αλλά, μερικές φορές, αναρωτιέμαι αν διανύουμε ακόμα τη χρυσή εποχή της μικρής οθόνης. Η προσήλωση στις τηλεοπτικές παραγωγές έχει αυξηθεί περισσότερο από ποτέ, με όλο και περισσότερες επενδύσεις και σειρές κινηματογραφικών προδιαγραφών και υψηλού προϋπολογισμού να εμφανίζονται στις οθόνες μας. Τα νούμερα δεν λένε ψέματα: για παράδειγμα, κάθε ένα από τα δώδεκα επεισόδια της δεύτερης σεζόν του "Andor" κόστισε περισσότερο από 24 εκατομμύρια (!). Και ενώ οι μεγαλύτερες από τις εταιρείες streaming απολαμβάνουν αυξανόμενα έσοδα, το κυνήγι νέων συνδρομητών δεν σταματάει ποτέ.
Μία από τις ενδιαφέρουσες πλην ξεπερασμένες σήμερα στρατηγικές των εταιριών αφορά το πώς προγραμματίζεται μία επερχόμενη κυκλοφορία σε έναν κόσμο δίχως χρόνο με τη στενή έννοια του όρου, όπως η βιομηχανία του streaming. Στο όχι τόσο μακρινό παρελθόν, πριν από την εποχή του binge watching, ο θεατής ήξερε πως κάθε εβδομάδα τον περιμένει στην τηλεόραση ένα επεισόδιο και ότι η επόμενη σεζόν θα εμφανιστεί, κατά κανόνα, μερικούς μήνες μετά το φινάλε της προηγούμενης. Η περιοδικότητα αυτή όχι μόνο κρατούσε το κοινό σε "εγρήγορση", αλλά διαμόρφωνε και τον τρόπο αφήγησης των ίδιων των σειρών, που χτιζόταν με ρυθμό, υπομονή και (μερικές φορές απαράδεκτα) cliffhangers.

Σήμερα η εικόνα είναι εκ διαμέτρου αντίθετη. Οι τακτικές κυκλοφορίας έχουν γίνει εντελώς απρόβλεπτες: μία σειρά μπορεί να διατεθεί ολόκληρη σε μία μέρα, να βγαίνει ανά βδομάδα ή να "σπάσει" σε δύο, τρία, τέσσερα μέρη με μήνες διαφορά. Κάποιες πρεμιέρες έρχονται λίγες εβδομάδες μετά το γύρισμα, άλλες καθυστερούν χρόνια. Το αποτέλεσμα είναι ότι ακόμη και το πότε (ή αν) θα δούμε τη συνέχεια μίας σειράς έχει μετατραπεί σε αβεβαιότητα.
Ένα άθελά του κωμικό παράδειγμα αποτελεί η τέταρτη σεζόν του "Ginny & Georgia" που έκανε πρεμιέρα στην πλατφόρμα του Netflix πρόσφατα: ο ηθοποιός που παίζει τον μικρό αδερφό της Τζίνι ήταν οκτώ χρονών όταν ξεκίνησαν τα γυρίσματα - σήμερα είναι ένας δεκατετράχρονος που υποδύεται έναν εννιάχρονο. Στην αντίπερα όχθη, η τρίτη σεζόν του "Squid Game" έρχεται μόλις επτά μήνες μετά από το φινάλε της δεύτερης, προσπαθώντας να κεφαλαιοποιήσει την σοσιαλμιντιακή ορμή της επιτυχίας της.
Παρόμοιες πρακτικές επιτάχυνσης ή "τεμαχισμού" σεζόν ακολουθούν και άλλες σειρές: η τέταρτη σεζόν του "Stranger Things" κυκλοφόρησε σε δύο μέρη, προκειμένου να διατηρηθεί το buzz για μεγαλύτερο διάστημα, ενώ η τέταρτη σεζόν του "The Bear" του FX θα φτάσει στο Disney+ με ολόκληρη τη σεζόν… "αλώβητη". Στην περίπτωση του "Andor", τουλάχιστον, ο χωρισμός του δεύτερου κύκλου βγάζει περισσότερο νόημα: κάθε ένα από τα τέσσερα κομμάτια ακολουθεί ένα διαφορετικό "τόξο" της ιστορίας, με τους συντελεστές (σκηνοθεσία και σενάριο) να αλλάζουν σε κάθε ένα από αυτά.

Γιατί αυτή η αστάθεια; Στην εποχή της διάσπασης προσοχής, όπου κάθε μέρα καταναλώνουμε εκατοντάδες σύντομα βίντεο σε αυτό το αέναο κυνήγι ντοπαμίνης, οι πλατφόρμες πρέπει να βάλουν τα δυνατά τους για να διεκδικήσουν τον χρόνο του κοινού. Απομακρυνόμενοι από τις δοκιμαστικές προβολές του κινηματογράφου, τεστάρουν τις στρατηγικές κυκλοφορίας τους στην πραγματική ζωή: παρακολουθούν σε πραγματικό χρόνο πόσα επεισόδια μίας σειράς βλέπουμε, ποιες σειρές εγκαταλείπονται στη μέση, τι συζητιέται στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης και τι γίνεται viral. Και, για άλλη μια φορά, η καθημερινότητά μας γίνεται πεδίο πειραματισμού για να επιτευχθεί το μέγιστο δυνατό κέρδος.
Το μέλλον των σειρών, λοιπόν, μοιάζει να στέκεται μετέωρο: ούτε αμιγές bingeing, ούτε ακριβώς παραδοσιακή εβδομαδιαία παρακολούθηση. Το μόνο σίγουρο είναι πως οι πλατφόρμες κάνουν ό,τι μπορούν για να μας υπενθυμίζουν πως το περιεχόμενο που καταναλώνουμε μετά από μία δύσκολη μέρα στη δουλειά, ταξιδεύοντας με τα μέσα μαζικής μεταφοράς ή απλά χαλαρώνοντας στο σπίτι είναι, στην πραγματικότητα, ένα προϊόν που πωλείται και αγοράζεται.