Κάθε φορά, μετά από μερικές ώρες δυνατής βροχής, η Αθήνα θυμίζει περισσότερο ποτάμι παρά πρωτεύουσα μιας ευρωπαϊκής χώρας. Δρόμοι μετατρέπονται σε ρυάκια, υπόγεια πλημμυρίζουν, και οι πολίτες εγκλωβίζονται σε λεωφορεία και αυτοκίνητα. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό κάθε χρόνο, παρότι το φαινόμενο δεν είναι ούτε καινούριο ούτε απρόβλεπτο;
Οι πλημμύρες στην πόλη ενισχύονται από παράγοντες που σχετίζονται με τον αστικό σχεδιασμό και τη διαχείριση του νερού. Η εκτεταμένη δόμηση, η τσιμεντοποίηση και η έλλειψη χώρων πρασίνου μειώνουν την ικανότητα του εδάφους να απορροφά το νερό, ενώ ένα παλιό ή ανεπαρκώς συντηρημένο αποχετευτικό δίκτυο δυσκολεύει την ασφαλή απορροή των υδάτων. Επιπλέον, η κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ διαφορετικών φορέων μπορεί να περιορίζει τον συντονισμό των παρεμβάσεων. Αλλά πόσο μπορεί να ελεγχθεί ένα φαινόμενο που η φύση το επιβάλλει;
Φυσικό φαινόμενο ή ανθρώπινη ευθύνη;
Ο Δημήτρης Κουτσογιάννης, Ομότιμος Καθηγητής Υδρολογίας και Ανάλυσης Συστημάτων Υδραυλικών Έργων στο ΕΜΠ, με διεθνώς αναγνωρισμένο έργο στην επιστήμη της υδρολογίας (έχει τιμηθεί με σημαντικά διεθνή βραβεία, όπως τα μετάλλια Dooge και Henry Darcy), τονίζει ότι οι πλημμύρες είναι πρωτίστως φυσικό και όχι τεχνικό φαινόμενο.
"Τόσο πλημμύρες όσο και ξηρασίες πάντα συνέβαιναν και πάντα θα συμβαίνουν", σημειώνει. Ο καθηγητής εξηγεί ότι η έννοια της "κλιματικής αλλαγής" δεν είναι αποκλειστικά ανθρωπογενής: "Η κλιματική αλλαγή πάντα υπήρχε και πάντα θα υπάρχει. Ουδέποτε το κλίμα υπήρξε σταθερό στον πλανήτη". Κατά τη γνώμη του, η σύνδεση των σύγχρονων πλημμυρικών φαινομένων με μια ανθρωπογενή "κλιματική κρίση" είναι υπερβολική και πολιτικά φορτισμένη.
Αναφερόμενος στα επιστημονικά δεδομένα, ο κ. Κουτσογιάννης τονίζει ότι δεν υπάρχει αύξηση των ακραίων καιρικών φαινομένων στην Ελλάδα. Επικαλείται σχετική μελέτη του ΕΜΠ με τίτλο "In search of climate crisis in Greece using hydrological data", όπου παρουσιάζονται αναλυτικά στοιχεία.
Όπως σημειώνει, "στην Αθήνα το ρεκόρ ισχυρής βροχόπτωσης σημειώθηκε το υδρολογικό έτος 1899–1900", ενώ "η πλέον πολύνεκρη πλημμύρα ήταν το 1896 με 61 θύματα". Η δεύτερη πιο θανατηφόρα πλημμύρα σημειώθηκε το 1961, γεγονός που δείχνει πως "δεν υπάρχει τάση όξυνσης των φαινομένων".

Η σημασία των ρεμάτων και της σωστής πολεοδόμησης
Παρότι οι πλημμύρες είναι φυσικό φαινόμενο, ο καθηγητής αναγνωρίζει ότι οι ανθρώπινες παρεμβάσεις στα ρέματα επιδεινώνουν την κατάσταση. "Η κάλυψη των ρεμάτων επιδρά αρνητικά, ενισχύοντας τον κίνδυνο πλημμύρας", αναφέρει, επισημαίνοντας ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η παραβίαση και ακύρωση της φυσικής κοίτης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, σημειώνει, ήταν η τραγωδία της Μάνδρας, όπου η αυθαίρετη δόμηση και η έλλειψη σεβασμού στο φυσικό υδρογραφικό δίκτυο οδήγησαν σε δεκάδες θύματα.

Η τεχνολογία βοηθά, αλλά δεν αρκεί
Ο κ. Κουτσογιάννης υπογραμμίζει ότι τα αντιπλημμυρικά έργα μπορούν να μειώσουν σημαντικά τον κίνδυνο, όχι όμως να τον εξαλείψουν. "Ευτυχώς γίνονται αρκετά έργα, σιγά σιγά, στην Αττική και αλλού", τονίζει. Παρόλα αυτά, επισημαίνει πως "η τεχνολογία δεν μπορεί να εξαλείψει τον κίνδυνο των πλημμυρών - μπορεί μόνο να τον απομειώσει". Αναφέρει ακόμη ότι, σε παγκόσμιο επίπεδο, "χάρη στην τεχνολογία, τα θύματα από πλημμύρες και ξηρασίες έχουν περιοριστεί δραστικά τον τελευταίο αιώνα".

Πόσο έτοιμη είναι η Αττική απέναντι σε ακραία καιρικά φαινόμενα;
Με αφορμή τις φονικές πλημμύρες που συνέβησαν πέρυσι στην Ισπανία, ειδικοί επισημαίνουν ότι η Αττική παραμένει ιδιαίτερα ευάλωτη σε ακραία καιρικά φαινόμενα. Όπως είχε τονίσει πέρυσι ο καθηγητής Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ, Νίκος Μπελαβίλας, "όταν συμβεί ένα τέτοιο φαινόμενο, μια τεράστια πολεοδομική ζώνη 12 δήμων - από την Πάρνηθα έως το Φάληρο - θα βρεθεί σε κίνδυνο". Σύμφωνα με τον ίδιο, το πρόβλημα οφείλεται στη χρόνια παράβλεψη του ποταμού Κηφισού στα αντιπλημμυρικά έργα: "Ο Κηφισός έχει σχεδιαστεί για τις συνθήκες της δεκαετίας του 1950. Δεν αρκεί πλέον για να απορροφήσει τα νερά της Αθήνας και των εκατοντάδων χιλιομέτρων ρεμάτων", τόνισε.
Ο καθηγητής υπογράμμισε επίσης την ανάγκη αναθεώρησης της στρατηγικής κάλυψης των ρεμάτων και τη δημιουργία παράλληλων αγωγών απορροής προς τη θάλασσα, προειδοποιώντας ότι αν δεν υπάρξει πολιτική βούληση, "η συζήτηση θα γίνει βιαίως, μετά από δύο-τρεις καταστροφές". Εξαιρετικά ανησυχητικό χαρακτήρισε το γεγονός ότι έχουν εντοπιστεί 250 σημεία επικινδυνότητας, εκ των οποίων τα 145 είναι σχολεία και παιδικοί σταθμοί. Οι επισημάνσεις αυτές έγιναν πέρυσι, αλλά παραμένουν εξαιρετικά επίκαιρες, καθώς τα φαινόμενα πλημμυρών και οι βροχοπτώσεις συνεχίζουν να αποτελούν απειλή για την Αττική.
Κλείνοντας, ο κ. Κουτσογιάννης μάς προτείνει ένα απλό αλλά ουσιαστικό μάθημα: "Να ξαναμάθουμε αυτά που ήξεραν οι παππούδες και οι γιαγιάδες μας - ότι τα ρέματα πρέπει να τα σεβόμαστε και να αποφεύγουμε να χτίζουμε πάνω ή δίπλα τους". Παράλληλα, καλεί την κοινωνία να επαναφέρει "τον ορθό λόγο στη ζωή της", αποφεύγοντας την παραπληροφόρηση και τα "παραμύθια πολιτικής ορθότητας" γύρω από τα φυσικά φαινόμενα.
Για την ιστορία
Από το 2001, το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών καταγράφει τα έντονα καιρικά φαινόμενα που προκαλούν σοβαρές κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις στην Ελλάδα. Μέχρι σήμερα έχουν σημειωθεί 398 επεισόδια, εκ των οποίων τα 288 είναι αιφνίδιες πλημμύρες. Η παρακολούθηση αυτή, μέσω διαδραστικών χαρτών, βοηθά στον εντοπισμό των πιο ευάλωτων περιοχών και στην έγκαιρη πρόγνωση επικίνδυνων καιρικών φαινομένων. Ο παρακάτω χάρτης του meteo δείχνει (με πράσινο) τις θέσεις όπου έχουν συμβεί αιφνίδιες πλημμύρες (flash floods) στην Αθήνα από το 2000-2023.

