Δεν είναι τυχαίο ότι ο Χρήστος Νικολόπουλος, η Πίτσα Παπαδοπούλου και ο Στέλιος Διονυσίου συμπράττουν για πέμπτη συνεχόμενη σεζόν στο «Περιβόλι του Ουρανού» –πλαισιωμένοι φέτος από την Ελεάνα Παπαϊωάννου. Ο καλός λόγος έχει πια διαδοθεί κι εκείνοι αποδεικνύουν με κάθε τους εμφάνιση ότι έχουν όντως ένα από τα καλύτερα προγράμματα της νυχτερινής Αθήνας. Γι’ αυτό και το γνωστό μαγαζί της Πλάκας παραμένει κατάμεστο, προσελκύοντας μάλιστα και παρέες νεαρών ατόμων, οι οποίες σπάνε την κυριαρχία των μεγαλύτερων ηλικιών.
Το πρόγραμμα «ζεσταίνουν» δύο νέα παιδιά –ένα αγόρι κι ένα κορίτσι– τα οποία αρχίζουν μόνα τους πάνω στη σκηνή, καθισμένα, για να τραγουδήσουν στη συνέχεια όρθια, συνοδεία της ορχήστρας. Δεν μας συστήθηκαν, αλλά, αν αληθεύουν οι πληροφορίες που πήραμε, είναι η Πολυξένη και ο Γιάννης Κασέρης. Λένε ασφαλώς διασκευές, σε κομμάτια λ.χ. σαν τα «Τι Σου 'Κανα Και Μ' Εγκατέλειψες», «Η Μαργαρίτα Η Μαργαρώ» ή «Κάτω Απ' Τη Μαρκίζα», με μια επάρκεια για τη θέση που τους αναλογεί στη βραδιά, αλλά δίχως κάτι το ξεχωριστό.
Αν και την ώρα που εμφανίστηκε η Ελεάνα Παπαϊωάννου αρκετός κόσμος ακόμα έμπαινε στο μαγαζί, αναζητώντας το τραπέζι του, ήταν η πρώτη που έστρεψε την προσοχή στη σκηνή, ξεκινώντας δυναμικά με το πιο γνωστό δικό της κομμάτι «Να Μ' Αγαπάς». Θα τη βλέπαμε και σε άλλα σημεία της βραδιάς τη Θεσσαλονικιά ερμηνεύτρια –κυρίως δίπλα στον Χρήστο Νικολόπουλο– σε έναν ενισχυτικό ρόλο στον οποίον έχει πια σημαντική εμπειρία. Θα ήταν άδικο ωστόσο να μην αναγνωριστεί ότι πήγε και κάπως πιο πέρα από αυτό, είτε σηκώνοντας τον κόσμο να χορέψει με τσιφτετέλια σαν το «Εγώ Είμαι Απ' Την Καλαμαριά», είτε τραγουδώντας με ένα μπρίο που σε στιγμές είχε κάτι από Κατερίνα Κούκα της δεκαετίας του 1990: μάλιστα, όταν είπε το «Δεν Υπάρχουν Άγγελοι» της τελευταίας, ο Στέλιος Διονυσίου την έρανε με γαρύφαλλα.
Ο Στέλιος Διονυσίου, τώρα, δημιούργησε κύμα ενθουσιασμού - με το που μπήκε με τα δικά του κομμάτια «Πες Του Μάγκα» και «Ψηλά Τα Χέρια», οι οθόνες των κινητών σηκώθηκαν και η πίστα δέχτηκε τα πρώτα λουλούδια. Έχοντας εξελιχθεί σε έναν επιβλητικό λαϊκό ερμηνευτή, που τραγουδά με μέτρο και συναίσθημα –έχοντας παράλληλα και κάποια από τα χρώματα του θρυλικού του πατέρα– ήταν αυτός που έβαλε το πρόγραμμα σε ράγες, στις οποίες θα έμενε μέχρι και το φινάλε, στις 4 το πρωί. Η διασκευή του στο «Δε Μιλάμε» του Πασχάλη Τερζή ήταν το κάτι άλλο, ενώ ο κόσμος ανταποκρίθηκε με μεγάλη θέρμη και στις επιλογές του από Στράτο Διονυσίου, τραγουδώντας μαζί του στα ρεφρέν των «Εγώ Να Δεις», «Αγάπη Μου Επικίνδυνη» και «Βρέχει Φωτιά Στη Στράτα Μου». Στους δε «Αισθηματίες» του Στέλιου Καζαντζίδη, έχανες τον λογαριασμό με το πόσοι είχαν σηκωθεί να χορέψουν ζεϊμπέκικο.
Παρά τα κατορθώματα του Στέλιου Διονυσίου, πάντως, η μεγάλη κολόνα αυτού του προγράμματος είναι η Πίτσα Παπαδοπούλου. Μια απαράμιλλη φωνή, με αυθεντικά λαϊκό βάρος, η οποία διατηρεί όλη της λάμψη, έστω κι αν έχουν πια κυλήσει πολλά χρόνια από τότε που τα ραδιόφωνα σείονταν από το σουξέ της «Μη Μιλάς» (1987), με το οποίο και βγαίνει στην πίστα.
Μου έκανε εντύπωση, ωστόσο, ότι η Παπαδοπούλου επιμένει να μην λέει το «Τζάμπα Καίει Η Λάμπα» στο «Περιβόλι του Ουρανού», ενώ διατηρεί μια σταθερή προτίμηση για τραγούδια του Σωκράτη Μάλαμα ή του Θανάση Παπακωνσταντίνου (π.χ. το «Μιλώ Για Σένα»), τα οποία νομίζω ότι δεν της πολυπάνε. Εκεί που δίνει ρέστα, δηλαδή, είναι σε επιλογές πιο αδιαπραγμάτευτα λαϊκές, σαν το δικό της «Γκρέμισ' τα» ή τα «Υπάρχω» και «Κάτω Απ' Το Πουκάμισό Μου», στα οποία ο κόσμος παραλήρησε με ιαχές και χέρια ψηλά. Ανάλογος χαμός έγινε βέβαια και στο «Έρωτά Μου Αγιάτρευτε», αλλά και στο «Νύχτα Στάσου», στο οποίο τραγουδούσε μαζί της όλο (κυριολεκτικά) το μαγαζί. Αξίζει πάντως να τονίσουμε και τη θαυμάσια της ερμηνεία στη «Διαθήκη» - ένα τραγούδι του Χρήστου Νικολόπουλου σε στίχους Μάνου Ελευθερίου, που πρωτοείπε η Χάρις Αλεξίου το 1984.
Αν η Πίτσα Παπαδοπούλου είναι το βαρύ πυροβολικό του προγράμματος, ο Χρήστος Νικολόπουλος είναι η ήρεμη δύναμη που το στεφανώνει. Τόσο με την κλάση του, όσο και με τη σεμνότητα με την οποία στέκεται στο πάλκο, δίπλα στους μουσικούς και στους τραγουδιστές του –ακριβώς όπως το έκαναν και οι παλιοί λαϊκοί μάστορες. Ως συνήθως, έπαιξε ζηλευτό μπουζούκι, ενώ πήρε και το μικρόφωνο για το «Και Φούμα-Φούμα», το οποίο λέει πάντα πολύ ωραία.
Επιπλέον, παρότι έχει γράψει πλήθος τραγουδάρες, ο Νικολόπουλος προτιμά ένα πιο ισορροπημένο πρόγραμμα σε αυτές τις εμφανίσεις στο «Περιβόλι του Ουρανού», με ρεπερτόριο απ' όλο το φάσμα της λαϊκής δημιουργίας. Και είναι μια πολύ ορθή οπτική. Γιατί ο κόσμος μπορεί να σηκώνεται σε ενθουσιώδη τσιφτετέλια και ζεϊμπέκικα ακούγοντας δικές του επιτυχίες σαν τα «Μία Είναι Η Ουσία» και «Με Το Στόμα Γεμάτο Φιλιά» (στο οποίο θόλωσε η διάκριση μεταξύ τραπεζιών και πίστας), αλλά αντιδρά με αντίστοιχη προσήλωση και σε στιγμές σαν τα «Βρέχει Στη Φτωχογειτονιά» και «Μια Γυναίκα Φεύγει», οι οποίες –στιβαρά ερμηνευμένες από τον Στέλιο Διονυσίου– κρατούν τη συγκίνηση όταν κοπάζουν πια οι χοροί, για τις παρέες που μένουν ως το τέλος της βραδιάς.
Όσοι έχουν ξαναβρεθεί στο «Περιβόλι του Ουρανού» και σε προηγούμενα χρόνια, ξέρουν βέβαια ότι αυτό το πρόγραμμα διαθέτει συχνά και τις εκπλήξεις του. Το περασμένο Σάββατο, ας πούμε, ανάμεσα στο κοινό ήταν και ο Κώστας Τριανταφυλλίδης, ο οποίος σηκώθηκε κατόπιν πρόσκλησης του Νικολόπουλου για να πει τη διασκευή στο «Όνειρο Απατηλό» που τον έκανε γνωστό. Την παράσταση έκλεψε όμως ένας ακόμα επώνυμος που είχε έρθει να δει την παράσταση, ο ηθοποιός Θάνος Καληώρας, ο οποίος ανέβηκε επί σκηνής για μια γουστόζικη εκτέλεση στο «Ψίθυροι Καρδιάς», που έγινε δεκτή με ζεστό χειροκρότημα από τους υπόλοιπους θαμώνες.