Επιλογή ψηφιακής φωτογραφικής: τα κριτήρια

Διακρίνοντας τί έχει περισσότερη σημασία - για τον καθένα ξεχωριστά

Φορητότητα

Όπως το κόστος, που οδηγεί σε συγκεκριμένες επιλογές αν πρέπει να είναι εκ των πραγμάτων μικρό, έτσι και η φορητότητα - δηλαδή το μικρό μέγεθος και βάρος μιας ψηφιακής φωτογραφικής - σκιαγραφεί συγκεκριμένες κατηγορίες και μόνο. Αν κάποιος/κάποια θέλει να μπορεί να μεταφέρει μια ψηφιακή φωτογραφική στην τσέπη του μπουφάν, στο τσαντάκι και γενικώς "πάνω του/της", σαν κινητό, δεν έχει άλλη επιλογή παρά την κατηγορία των compact και μόνο. Δεν ονομάζονται τυχαία "τσέπης" αυτές. Είναι... όνομα και πράγμα! Τα τελευταία δύο χρόνια, ειδικά, έχουν γίνει τόσο λεπτές κι ελαφριές, που σχεδόν δεν απαιτείται "δεύτερη σκέψη" για να τις έχει κανείς μαζί του, οπουδήποτε.

Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, όλες οι... "φουσκωτές" κατηγορίες - των ψηφιακών φωτογραφικών "υπερεστίασης", των "μεγάλων" και φυσικά των "επαγγελματικών" - στα μάτια ενός καταναλωτή που ενδιαφέρεται πρωτίστως για τη φορητότητα, αποκλείονται. Ενδιαφέρουσα παραμένει η συζήτηση σχετικά με τις "υβριδικές" (mirrorless). Αυτές στη "γυμνή" μορφή τους έχουν όγκο συγκρίσιμο με αυτόν των compact. Όταν όμως προσαρμόσει πάνω τους κανείς ένα φακό (ακόμη και τους μικρότερους 14-42 ή 18-55), τότε... σαφώς παύουν να χωρούν σε τσέπη και οι απόψεις διίστανται: άλλοι θεωρούν ότι χρειάζονται πλέον τσάντα μεταφοράς, άλλοι ότι "κι έτσι κρατιούνται στο χέρι άνετα". Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο προτείνουμε πάντα σε φίλους και γνωστούς, που ρωτούν σχετικά, να δουν από κοντά την "υβριδική" που τούς ενδιαφέρει πριν την αγοράσουν. Είναι άκρως ενδιαφέρουσα κατηγορία, αλλά μόνο αν... ξέρει ακριβώς κανείς τί θα μεταφέρει επί του πρακτέου!

Ευχρηστία

Να και ένα κριτήριο που είναι σε σημαντικό βαθμό... σχετικό! Στα μάτια των ανθρώπων που δεν γνωρίζουν τίποτε σχεδόν γύρω από την ψηφιακή φωτογραφία, ο όρος πρακτικά σημαίνει "Γίνεται να πατάω το ON, να σκοπεύω και να συλλαμβάνω φωτογραφίες χωρίς να ρυθμίζω τίποτε; Αυτό θέλω!". Στα μάτια των ανθρώπων, από την άλλη, που κατανοούν τις παραμέτρους της ψηφιακής φωτογραφίας και έχουν τη σχετική εμπειρία, ο ίδιος όρος της ευχρηστίας σημαίνει "Λογική διάταξη των μενού επιλογών, εύκολη πρόσβαση στις σημαντικότερες ρυθμίσεις, άμεση απεικόνιση των ρυθμίσεων στην οθόνη προεπισκόπησης" και... άλλα τέτοια! Διαχωρίζουμε, λοιπόν, τις δύο κατηγορίες καταναλωτών απόλυτα.

Οι αρχάριοι στην ψηφιακή φωτογραφία, οι οποίοι τοποθετούν την ευχρηστία πάνω απ' όλα, από δύο κατηγορίες μόνο μπορούν να επιλέξουν: τις "τσέπης" και τις "υβριδικές". Οι πρώτες είναι εξ αρχής σχεδιασμένες ώστε στις "αυτόματες ρυθμίσεις" να προσφέρουν ικανοποιητικά έως απολύτως ικανοποιητικά αποτελέσματα (και συχνά παρουσιάζουν αδυναμίες όταν ο χρήστης... τολμήσει κάποια στιγμή να "παίξει" με τις ρυθμίσεις χειροκίνητα). Οι δεύτερες προσφέρουν καλύτερα δομημένες, περισσότερο κατανοητές κι ευέλικτες χειροκίνητες ρυθμίσεις, αλλά... "και στον αυτόματο" τα πάνε πολύ καλά, κυρίως λόγω των "έξυπνων" υποσυστημάτων ελέγχου. Ανάμεσα σε αυτές τις δύο κατηγορίες, λοιπόν, την "πλάστιγγα" στη συνέχεια γέρνει προς τη μία ή την άλλη ο παράγοντας του κόστους.



Οι έμπειροι στην ψηφιακή φωτογραφία έχουν το... αντίστροφο πρόβλημα: είναι θέμα κόστους το τί είναι σε θέση να αποκτήσουν, αν επιθυμούν ευχρηστία με την έννοια των καλοσχεδιασμένων μενού επιλογών και της ευελιξίας ρυθμίσεων. Πολύ καλού επιπέδου ρυθμίσεις προσφέρουν και οι "υβριδικές", αλλά... ε, οι "μεγάλες" (DSLR) θα προσφέρουν πάντοτε υψηλότερου επιπέδου. Οπότε οι έμπειροι θα καταλήξουν στη ζώνη κόστους ανάμεσα στα €500-€1000 είτε για μια κορυφαία "υβριδική" είτε για μία εισαγωγική "μεγάλη". Αν έχουν τη δυνατότητα, θα ξεπεράσουν τα €1000 και θα κινηθούν έως τα €2000 για μία πάρα πολύ καλή "μεγάλη". Οι "υπερεστίασης", και πάλι, εδώ δεν βοηθούν ιδιαίτερα επειδή δεν είναι πανεύκολες στη χρήση αλλά και σε καμία περίπτωση τόσο ευέλικτες όσο οι "μεγάλες". Και όσοι/όσες μπορούν να ξεπεράσουν τα €2000 σε κόστος απόκτησης... δεν έχουν, υποψιαζόμαστε, κανένα θέμα με τον απίθανο αριθμό ρυθμίσεων σ' αυτά τα μοντέλα!

ΔΕΣ ΑΚΟΜΗ

ΔΗΜΟΦΙΛΕΣΤΕΡΑ ΘΕΜΑΤΑ