Διατηρεί την κλασική του αύρα και συνεχίζει με ανεβασμένες διαθέσεις, ειδικά τώρα που μπορεί να μοιράζει τη μουσική και τον κομψό του κόσμο σε δύο stages…
Είκοσι πέντε χρόνια είναι τεράστια ηλικία για bar. To μυστικό της μακροβιότητας του «Jourfixe» είναι ότι δεν ακολούθησε τις μόδες του design, αλλά διατήρησε με πείσμα την κλασική, σχεδόν παλιακή του αύρα, η οποία υποβάλλεται έτσι κι αλλιώς από την αρχιτεκτονική του πανέμορφου πέτρινου αρχοντικού όπου στεγάζεται, δίπλα στο Ζηρίνειο γυμναστήριο. Αρκεί να σκεφτείς ότι ο κατάλογός του είναι δερμάτινος, με μεταλλικές γωνίες και οι σελίδες φυλάσσονται σε πλαστικές διαφάνειες – τόσο κλασικός. Τριγύρω υπάρχουν ξύλινα ράφια που φιλοξενούν vintage αντικείμενα, από βιβλία και κρύσταλλα μέχρι φωτογραφικές μηχανές και άλλα ενθύμια της προ-ψηφιακής εποχής. Οι δερμάτινοι καναπέδες και ο ξύλινος σκελετός της οροφής συμπληρώνουν το βρετανικού στιλ σκηνικό. Στο κλίμα δείχνουν να είναι και οι θαμώνες του bar, άνθρωποι όλων των ηλικιών, οι οποίοι έρχονται κυρίως από τα βόρεια προάστια, φορώντας πάντοτε προσεγμένα, αλλά όχι επιτηδευμένα ρούχα. Άλλες φορές θα πιουν τα πρώτα ποτά της βραδιάς, προτού πάνε σε κάποιο club, και άλλες θα μείνουν για να διασκεδάσουν μέχρι το πρωί. Οι DJs δεν υποτάσσουν τις επιλογές τους στο ρόλο του μουσικού χαλιού: μιξάρουν lounge, mainstream, soul και funk και χαρίζουν στο bar μια party διάθεση. Έτσι, το «Jourfixe» μπορεί να μετατραπεί αβίαστα σε μικρό κλαμπάκι· έχει άλλωστε όλα τα φόντα γι’ αυτό: δυνατό ήχο, τραπέζια για να ανοίξεις το μπουκάλι σου και ξύλινα πάσα για να ακουμπήσεις το ποτό σου αν δεν προλάβεις μία από τις θέσεις του bar.
Λίγες εβδομάδες τώρα, ένας νέος, ανεξάρτητος χώρος δημιουργήθηκε στο πλάι του πέτρινου σπιτιού, εκεί δηλαδή όπου μόνο μια τζαμαρία σε χωρίζει από την κατάφυτη αυλή με τα παρτέρια και τις πεζούλες. Ο χώρος είναι πιο ελαφρύς και «αεράτος», γι’ αυτό είδαμε να τον προτιμούν πιο νεαρές ηλικίες. Όπως και να ’χει, το «Jourfixe» αποτελεί σταθερή, εκτός περαστικών τάσεων επιλογή διασκέδασης και αυτό φαίνεται από τις διαφορετικές γενιές «εξοδούχων» που το ανακαλύπτουν και το επισκέπτονται.
DATA