
Εδώ και λίγες ημέρες, το Black Rabbit έχει κάνει πρεμιέρα στο Netflix και, διόλου τυχαία, η σειρά των Kate Susman και Zach Baylin -με πρωταγωνιστές τους Jude Law και Jason Bateman- σκαρφάλωσε άκοπα στις κορυφαίες της δημοφιλούς πλατφόρμας streaming.
Πριν από οτιδήποτε άλλο, να πέσει το trailer:
Long story short, ο Jake Friedkin (aka Jude Law) είναι το απόλυτο αφεντικό του Black Rabbit, ενός από τα πιο καυτά bar restaurants της Νέας Υόρκης. Κάτω, το μαγαζί βουίζει · πάνω, στο event space, είναι τίγκα στους VIPs. Και κάπου εκεί, δύο μασκοφόροι ληστές τρυπώνουν για να βρουν ένα χρηματοκιβώτιο πολύτιμα αντικείμενα.
Spoiler: το χρηματοκιβώτιο είναι άδειο. Ο πραγματικός στόχος τους βρίσκεται μέσα στο VIP room — και οι ληστές εισβάλλουν με τα όπλα σηκωμένα. Κάπως έτσι, από τις πρώτες κιόλας στιγμές του παρθενικού επεισοδίου (8 στο σύνολο αυτής της σεζόν) καταλαβαίνεις το DNA του Black Rabbit. Μερικές φορές, η σειρά μοιάζει υπερφορτωμένη και γεμάτη θόρυβο, με ατάκες που χάνονται μέσα στη βαβούρα της κουζίνας και χαρακτήρες που μπαινο-βγαίνουν χωρίς ιδιαίτερο context.


Αλλά σε άλλες στιγμές, γίνεται ένα βαθιά εθιστικό family drama για δύο αδέρφια που, όσο διαφορετικά κι αν φαίνονται, συνδέονται με δεσμούς αίματος που δύσκολα σπάνε. Οι σκηνές μεταξύ Law και Bateman βγάζουν καθαρή, ηλεκτρισμένη χημεία: Η σύγκρουση των προσωπικοτήτων τους δείχνει ότι τελικά δεν είναι τόσο "αντίθετοι" όσο νομίζουν. Και οι δύο έχουν πάθος, και οι δύο είναι edgy και ανήσυχοι. Η διαφορά; Ο Jake κατευθύνει την ενέργειά του για να κάνει το Black Rabbit κορυφαίο στέκι, ενώ ο Vince διοχετεύει την ίδια ένταση στις καταχρήσεις του. Και κάθε φορά που μιλάνε, νιώθεις ότι ο ένας θα μπορούσε να έχει γίνει ο άλλος αν η ζωή τους είχε πάρει λίγο διαφορετική στροφή.
Ο Law μπορεί να μπερδεύει κάπου-κάπου με το "αιωρούμενο" New York-ish accent του, αλλά ο Bateman είναι απλά μαγνητικός ως Vince. Είναι ξεκάθαρα κόπανος, εθισμένος σε πράγματα, αλλά είναι ο αγαπημένος σου scumbag. Εκείνος που όλοι ξέρουν πως κάνει χαζομάρες, αλλά παρ’ όλα αυτά τον θέλουν κοντά τους. Κι αυτό οφείλεται 100% στον Bateman, που περνάει την κλασική -του "καλού παιδιού" περσόνα του μέσα από έναν χαρακτήρα που δε σταματά να αυτοσαμποτάρεται. Γι’ αυτό τον αγαπούν ακόμα παλιοί φίλοι. Δεν τον αγαπούν όμως ιδιαίτερα οι τοκογλύφοι στους οποίους χρωστά. Και κάπου εκεί ξεκινά ο χαμός.

Δεν είναι υπερβολή να πούμε πως η σειρά είναι ένα λαχταριστό μείγμα The Bear και Ozark. Από τη μία, βλέπουμε το vibe του The Bear: Ο Jake (Law) προσπαθεί να μετατρέψει το ήδη buzzy Black Rabbit σε απόλυτο cool kid στέκι της Νέας Υόρκης, βάζοντας όλο το προσωπικό σε τροχιά γαστρονομικής δόξας. Από την άλλη, ο Vince (Bateman) κουβαλάει τον σκοτεινό κόσμο του Ozark: Ναρκωτικά, απάτες και ένα σωρό προβλήματα που φέρνουν στο κατώφλι τους τον Joe Mancuso (ερμηνευμένο από τον βραβευμένο με Όσκαρ του CODA, Troy Kotsur), έναν τοπικό μαφιόζο που όσο και να πεις τον φοβάσαι. Από εκεί και πέρα, δένεις ζώνη και (παρ)ακολουθείς: Ο Law σε ρόλο smooth-talker στα καλύτερά του και ο Bateman κόντρα σε κάθε προσδοκία, σαν αξύριστο, ιδρωμένο ναυάγιο που κυρίως ψεύδεται. Γύρω γύρω, οι side χαρακτήρες να βάζουν το χρώμα τους και να εξελίσσουν το story.

Το Black Rabbit μοιάζει σαν ένα project που ωρίμαζε καιρό. Η αίσθηση του να τρέχεις ένα εστιατόριο μοιάζει σαν να κουμαντάρεις ένα πλοίο σε θαλασσοταραχή, παράλληλα με σχετικά/ άσχετα προβλήματα (ζωής και θανάτου όπως αποδεικνύεται) για τους χαρακτήρες του. Και αυτό πάντοτε εξιτάρει, ειδικά αν είναι καλοφτιαγμένο.
Ακολούθησε το Αθηνόραμα στο Facebook και το Instagram.