
Από τον Λουί-Φερντινάν Σελίν μέχρι την Τζ. Κ. Ρόουλινγκ, τον Κάνιε Γουεστ και τον Νιλ Γκέιμαν, η πραγματικότητα βρίθει από καλλιτέχνες που αποδεικνύονται καλύτεροι ως δημιουργοί παρά ως άνθρωποι. Ίσως, τελικά, να έχει δίκιο το παλιό ρητό που παροτρύνει να "μην γνωρίζουμε ποτέ τους ήρωές μας". Μετά το #MeToo, όλο και περισσότεροι δημιουργοί που θεωρούσαμε "συμμάχους" (ή, απλώς, δε γνωρίζαμε τίποτα για εκείνους πέρα από τη δημόσια εικόνα τους) αποδεικνύονται πολύ πιο επικίνδυνοι απ’ ό,τι θα θέλαμε να πιστεύουμε. Και αυτό αφήνει τους θαυμαστές σε μία μετέωρη, αμήχανη θέση: διαχωρίζουμε την τέχνη από τον δημιουργό ή απομακρυνόμαστε από έργα που πλέον φέρνουν ένα νέο, σκοτεινό συγκείμενο;
Πριν λίγους μήνες, ο Νιλ Γκέιμαν έγινε το επίκεντρο ενός συγκλονιστικού ρεπορτάζ από την Λίλα Σαπίρο στο Vulture, με τον εύστοχα προκλητικό τίτλο "There Is No Safeword”. Οχτώ γυναίκες μίλησαν ανοιχτά για την κακοποίηση που υπέστησαν από τον συγγραφέα, περιγράφοντας σχέσεις εξουσίας που οδήγησαν σε σεξουαλική βία, χειριστικές συμπεριφορές και, σε μία περίπτωση, την υπογραφή σύμβασης εμπιστευτικότητας με αντάλλαγμα τριακόσιες χιλιάδες δολάρια. Η εικόνα του "φεμινιστή συμμάχου" που ο Γκέιμαν είχε χτίσει στα social media, τις συνεντεύξεις και το συγγραφικό του έργο κατέρρευσε υπό το βάρος των ισχυρισμών. Και, ενώ η ομάδα του αρνείται τις κατηγορίες, ο ίδιος έχει κινηθεί νομικά για την παραβίαση της σύμβασης.
Έτσι, τα πρότζεκτ του Γκέιμαν άρχισαν σταδιακά να ακυρώνονται. Ο εκδοτικός του, Dark Horse, τερμάτισε την συνεργασία μαζί του, το σχέδιο για ένα μιούζικαλ βασισμένο στο "Coraline" μπήκε πίσω στο συρτάρι, η τρίτη σεζόν του "Good Omens” (Prime Video) μετατράπηκε σε 90λεπτη ταινία. Το "Sandman” του Netflix ήταν ίσως το μοναδικό πρότζεκτ που συνεχίστηκε, με το φινάλε να κάνει πρεμιέρα σήμερα (24/7) και τον Γκέιμαν να έχει απομακρυνθεί από τη θέση του εκτελεστικού παραγωγού.

Από τη μία πλευρά, υπάρχει η οπτική που βλέπει το έργο αποκομμένο από το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο, την πρόθεση ή τη συμπεριφορά του δημιουργού του. Επαναπροσδιορίζοντάς το, λοιπόν, με τους δικούς μας όρους και τις δικές μας ερμηνείες, δημιουργούμε κάτι που πλέον είναι ολότελα δικό μας. Όμως, είναι αυτό ρεαλιστικό; μπορούμε να διαβάζουμε ή να βλέπουμε κάτι χωρίς να κουβαλάμε μαζί μας τη γνώση του ποιος το έγραψε, γιατί, κάτω υπό ποιες συνθήκες;
Στην περίπτωση του Γκέιμαν, αυτό μοιάζει ακόμη πιο δύσκολο. Τα έργα του είναι γεμάτα με γυναικείους χαρακτήρες που έχουν επαινεθεί για τη συναισθηματική τους πολυπλοκότητα, ο λόγος του θεωρείται πολιτικός και προοδευτικός, ενώ θεματικές όπως κακοποίηση και συγχώρεση βρίσκονται συχνά στο επίκεντρο. Σε μία παλιά δημοσίευση στο Reddit, όταν ένας χρήστης ανέφερε τον συγγραφέα σε ένα subreddit αφιερωμένο σε άνδρες που γράφουν κακογραμμένες ηρωίδες (/r/menwritingwomen), πολλοί έσπευσαν να τον υπερασπιστούν: ο Νιλ Γκέιμαν είναι "καλός άνθρωπος", "φεμινιστής", "καλοπροαίρετος" και, ακόμη κι αν κάποια ηρωίδα του δεν μας πείθει, σίγουρα δεν ανήκε εκεί. Η κακοποίηση ως θεματικός άξονας αποκτά νέο νόημα αν λάβουμε υπόψιν ότι, σύμφωνα με τις καταγγελίες, ο Γκέιμαν ίσως έχει βρεθεί και στις δύο πλευρές της εξίωσης, ως θύμα, αλλά και ως θύτης.

Αλλά, η συζήτηση αυτή δεν αφορά μόνο το αν "δικαιούμαστε" να συνεχίσουμε να διαβάζουμε ή να βλέπουμε έργα καλλιτεχνών που έχουν ασκήσει κακοποιητική συμπεριφορά, ή αν τελικά αυτοί οι δημιουργοί έχουν προδώσει την εμπιστοσύνη των θαυμαστών τους. Το πρόβλημα είναι και δομικό: η ίδια η δημοφιλία του Γκέιμαν ήταν αυτή που του προσέφερε πρόσβαση, επιρροή και εξουσία πάνω σε γυναίκες που τον θαύμαζαν. Αυτή η πλατφόρμα ήταν η ασπίδα του και, ταυτόχρονα, το όπλο του. Την ίδια δύναμη αξιοποιήσε, αντίστοιχα, η Τζ. Κ. Ρόουλινγκ, προκειμένου να επηρεάσει πολιτικά τη νομοθεσία εις βάρος των τρανς γυναικών.
Έτσι, η ερώτηση δεν είναι πια αν "πρέπει να διαχωρίσουμε την τέχνη από τον καλλιτέχνη", αλλά αν μπορούμε να συνεχίσουμε να αγνοούμε τον ρόλο που παίζουμε ως κοινό στην οικοδόμηση αυτής της δύναμης. Αν ρωτάτε εμάς, η απάντηση είναι όχι.