
Ένας γκέι αθλητής που δεν έχει παραδεχτεί ακριβώς στον εαυτό του και στον κύκλο του ότι είναι γκέι προσπαθεί να κάνει μια νέα αρχή όταν φτάνει στο πανεπιστήμιο, μόνο και μόνο για να ανακαλύψει πως η φοιτητική ζωή έρχεται με πειρασμούς και απογοητεύσεις που δεν φανταζόταν. Αυτή είναι η βασική πλοκή του "Overcompensating", της κωμικής αυτοβιογραφικής σειράς του Μπενίτο Σκίνερ, με μουσική παραγωγή από το brat της χρονιάς, την Charli XCX. Εντάξει, είναι αλήθεια: ο Σκίνερ δεν εφηύρε τον τροχό. Έχουμε δει πολλές κωμωδίες με ομοφυλόφιλους άντρες που βρίσκονται "στην ντουλάπα". Απλώς, συνήθως, αυτοί είναι αντικείμενο γελοιοποίησης.
Το "Overcompensating" αναβιώνει με αγάπη τα αισθητικά και αφηγηματικά μοτίβα των κωμωδιών ενηλικίωσης που έβγαιναν στις αρχές της νέας χιλιετίας: με τη δράση να τοποθετείται στη (μετ)εφηβεία, να ενσαρκώνει όλες τις ανασφάλειες και τις σεξουαλικές ανησυχίες της ηλικίας, τις "κάφρικες" στιγμές, το δράμα γύρω από τις φιλίες και τις έχθρες που μπορεί να γιγαντωθεί σε κάτι άλλο και να επιστρέψει πίσω στο κανονικό του μέγεθος ("American Pie", "Τα Κακά Κορίτσια", "Not Another Teen Movie"). Σίγουρα όλα αυτά είναι πολύ οικεία για όλους όσοι έτυχε να βρίσκονται στο σωστό ηλικιακό γκρουπ για να τα εκτιμήσουν. Αυτό που η σειρά καταφέρνει να αφήσει πίσω της είναι τα προσβλητικά σχόλια, τη δημιουργία καρικατούρων και την παντελή έλλειψη εκπροσώπησης queer ανθρώπων, τα οποία χαρακτήριζαν το χιούμορ της εποχής.

Μία από τις πιο εμβληματικές κωμωδίες της εποχής, για παράδειγμα, είναι τα "Κακά Κορίτσια" του 2004. Ενώ η Τζάνις (Λίζι Κάπλαν) είναι κωδικοποιημένη ως queer, στο τέλος της ταινίας τη βλέπουμε σε ένα απογοητευτικό ετεροφυλοφιλικό ζευγάρωμα, σε μια διάψευση οποιαδήποτε υπόνοιας λεσβιοσύνης. Στο σύμπαν των "Κακών Κοριτσιών", ένα από τα χειρότερα πράγματα που μπορεί να πάθει μία straight γυναίκα είναι να την κατηγορήσουν πως είναι λεσβία. Στο περσινό μιούζικαλ remake της ταινίας το λάθος διορθώθηκε, με τη σεναριογράφο και κωμικό Τίνα Φέι να δηλώνει πως χάρηκε που της δόθηκε αυτή η ευκαιρία.
Σε αυτό το πλαίσιο, μπορεί το "Overcompensating" να μη φέρνει κάτι ριζοσπαστικό στο τραπέζι. Ωστόσο, το σημείο στο οποίο στέκεται ο πρωταγωνιστής δίνει έναν φρέσκο αέρα στη σάτιρα της τοξικής αρρενωπότητας και της ανάγκης για αποδοχή. Περισσότερο απ’ όλα, το "Overcompensating" ξεχωρίζει επειδή φέρεται ανθρώπινα σε όλους τους χαρακτήρες. Οι περιορισμοί του κοινωνικού φύλου τους εγκλωβίζουν όλους, ακόμη κι αν δεν είναι ξεκάθαρο απ’ την αρχή. Όλοι πιέζονται από τη συλλογική εμμονή τους με το σεξ, όλοι δυσκολεύονται να βρουν τις ισορροπίες ανάμεσα στις προσωπικές τους ανάγκες και την εξωτερική πίεση και όλοι έχουν ανάγκη να συνδεθούν αυθεντικά με τους ανθρώπους γύρω τους.
Για πολλούς είναι από αντιπαραγωγικό έως παράλογο να χαιρόμαστε που τα πολιτιστικά προϊόντα που καταναλώνουμε γεμίζουν με buzzwords, αγνοώντας ότι, στην πραγματική ζωή, η κατάσταση παραμένει περίπου ίδια, αν δεν γίνεται σιγά σιγά χειρότερη. Αυτή είναι η ειρωνεία του πολιτιστικού τοπίου: την ίδια ώρα που οι εταιρείες παραγωγής επιλέγουν να επενδύσουν σε ιστορίες γύρω από το queer ή/και το γυναικείο βίωμα, τα δικαιώματα αυτών των κοινοτήτων δέχονται συνεχώς πλήγματα.
Από την απαγόρευση των αμβλώσεων μερικά χρόνια πριν στην Πολωνία έως τον νομικό αποκλεισμό των τρανς γυναικών στη Μ. Βρετανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, η πραγματικότητα βρίθει παραδειγμάτων που μας αποδεικνύουν ότι τώρα, περισσότερο από ποτέ, χρειάζεται να παλέψουμε και να διεκδικήσουμε το χώρο και τα δικαιώματά μας. Μία σειρά δεν θα μπορούσε να αντικαταστήσει ποτέ αυτούς τους αγώνες, αλλά αποτελεί ένδειξη, έστω, μιας σταδιακής αλλαγής του πολιτικού και κοινωνικού τοπίου.