Ήδη από την πρώτη σεζόν, το "Τhe Bear" απέδειξε πως είναι πολλά περισσότερα από μια σειρά για το fine dining. Πέρα από ένα καλλιτεχνικά άρτιο πρότζεκτ, ο Κρίστοφερ Στόρερ καταθέτει ένα στοχευμένο ψυχογράφημα, μια μελέτη του πένθους και της μετα-τραυματικής κατάστασης, φέρνοντας το απαιτητικό πλαίσιο της εστίασης σε άμεση συνάρτηση με τους χαρακτήρες του. Αντίστοιχα, για τον πρωταγωνιστή, Κάρμι (Τζέρεμι Άλεν Γουάιτ), η ενασχόληση του με την κουζίνα δεν ήταν ποτέ απλώς ένα όνειρο. Είναι το σημείο σύνδεσης με τον αδερφό του, Μάικλ (Τζον Μπέρνταλ), ένας χώρος εντός του οποίου μπορεί να έχει τον έλεγχο, μια δίοδος σε έναν μικρόκοσμο ομορφιάς και δημιουργίας.
Η δεύτερη σεζόν σκιαγράφησε το τραυματικό παρελθόν του Κάρμι – την αστάθεια της μητέρας του, την αυτοκτονία του αδερφού του – ως τη ρίζα της δυσλειτουργίας του, μια δυσλειτουργία που δεν του επιτρέπει να συσχετίζεται με τους γύρω του ή τον εαυτό του. Στο φινάλε του περασμένου καλοκαιριού, αυτή η ανικανότητά του μετουσιώθηκε σε ακινησία: την ημέρα των εγκαινίων του The Bear, για τα οποία η ομάδα προετοιμαζόταν καθ’ όλη τη σεζόν, ο Κάρμι κλειδώνεται στο ψυγείο της κουζίνας, αφήνοντας αναγκαστικά την ευθύνη της μεγάλης βραδιάς στην σου σεφ Σίντνεϊ (Έγιο Εντεμπέρι). Με μια σιδερένια πόρτα ανάμεσα σε εκείνον και τον κόσμο, διαλύθηκε παρασυρόμενος από μια έλικα αυτολύπησης, και διέλυσε ενδίδοντας στην οργή που αυτή προκαλούσε. Απόρροια συσσωρευμένης πίεσης και οδύνης, τα τελευταία λόγια του Κάρμι ήταν ακραία σκληρά, τόσο προς τον ίδιο όσο και προς τον cousin Ρίτσι (Ίμπον Μος Μπάκραχ) και την σχεδόν κοπέλα του Κλερ (Μόλι Γκόρντον).
Η τρίτη σεζόν (διαθέσιμη από σήμερα 17/7 στο Disney+) ξεκινάει με ένα επεισόδιο μπλε, σιωπηλό και βίαιο, το οποίο στο μεγαλύτερο μέρος του αντικαθιστά τον διάλογο με ένα συγκινησιακό soundtrack. Με έναν παράδοξο αλλά αποτελεσματικό αφηγηματικό τρόπο, το "Tomorrow" αναφέρεται στην ημέρα μετά το άνοιγμα του εστιατορίου και είναι επικεντρωμένο στον Κάρμι, ο οποίος προσπαθεί δειλά-δειλά να επανορθώσει. Όμως, το μεγαλύτερο μέρος του επεισοδίου αφορά την περίοδο της ζωής του Κάρμι ακριβώς πριν γυρίσει στο Σικάγο (πριν δηλαδή την χρονική αφετηρία της σειράς). Κατανοούμε την τάση φυγής που τον οδήγησε στη Νέα Υόρκη και παρακολουθούμε τις ημέρες που πέρασε εκεί δουλεύοντας στα κορυφαία εστιατόρια με τους κορυφαίους σεφ, εσωστρεφής, ήσυχος και αποφασισμένος να ξεχάσει. Μαγειρεύει, περπατάει, ζωγραφίζει, σβήνει και γράφει: "less is more", "details matter", "pursuit of excellence", "no excuses", σημειώνει στο χαρτί. Μεταπηδώντας από το τώρα στο τότε, το διαλογιστικό αυτό εναρκτήριο κεφάλαιο διεισδύει στην σύγχυση που προκαλεί στον Κάρμι η συνεχής σύγκρουση των δυο χρόνων και στους μηχανισμούς που ανέπτυξε για να μπορέσει να τη διαχειριστεί, χωρίς πάντα να τα καταφέρνει.
Ο Κάρμι επένδυσε την ενέργειά και τον χρόνο του στη δουλειά, αναπτύσσοντας μια ψυχαναγκαστική τελειομανία που του επέτρεπε ηρεμία. Στα πιο "φωναχτά" σημεία του επεισοδίου, βλέπουμε την τάξη που κατάφερε να επιβάλλει στην καθημερινότητα του να διαταράσσεται συστηματικά από παρεμβολές-συμπτώματα μετατραυματικού στρες: οι πιο επώδυνες στιγμές της οικογενειακής του ζωής (φωνές, κακοποίηση, βία) επανέρχονται καρέ-καρέ στο μυαλό του. Για τον Κάρμι, το "αύριο" ("Tomorrow") και κάθε αύριο, δεν μπορεί να είναι απαλλαγμένο από το χθες. Για τον Κάρμι, το χθες είναι η ουλή στην παλάμη του, την οποία βλέπουμε να αγγίζει στην πρώτη σκηνή του επεισοδίου – η πληγή έχει κλείσει, δε ματώνει, όμως είναι εκεί, σαν μια υπενθύμιση πόνου.
Το υποδειγματικής αισθητικής άνοιγμα της σεζόν συμπληρώνει το φινάλε της προηγούμενης, θέτει τον τόνο για ό,τι θα ακολουθήσει και μας ψιθυρίζει ήδη το τέλος, ποντάροντας στην ενσυναίσθησή μας: ακόμα και αν η ομάδα του The Bear τα καταφέρει, η ιστορία του Κάρμι δεν πρόκειται για ένα success story. Και ευτυχώς. Αυτό που εξαρχής έκανε το "Τhe Bear" να ξεχωρίσει είναι η προτεραιοποίηση του συναισθήματος αντί της γραμμικότητας και της σεναριακής ροής (αρχή-μέση-τέλος) - συγκεκριμένα η αφοσίωσή του στον λεπτό χειρισμό της πολυπλοκότητας του τραύματος. Ο πρωταγωνιστής δεν έχει τα εργαλεία να απεγκλωβιστεί από το παρελθόν του και άρα δεν έρχεται να υποδείξει τον σωστό τρόπο επούλωσης, αλλά, με αφοπλιστική ευαλωτότητα, να παραδεχτεί πως δεν τον γνωρίζει. Ίσως και να μην υπάρχει. Και είναι αυτό το ανέλπιδο αίσθημα αδιέξοδου που στέκεται στον πυρήνα του "The Bear" (και του "Tomorrow"), δίνοντας στην όποια αφηγηματική επαναληπτικότητα ή αδράνεια, ένα πολύ βαθύτερο νόημα.
Και οι τρεις σεζόν του "The Bear" είναι διαθέσιμες αποκλειστικά στο Disney+