
Έξι αυτοτελείς ιστορίες συνολικής διάρκειας δύο ωρών και δεκατριών λεπτών, με φόντο την Άγρια Δύση, απαρτίζουν την «Μπαλάντα του Μπάστερ Σκραγκς», το γουέστερν δημιούργημα που έγραψαν και σκηνοθέτησαν για λογαριασμό του Netflix οι αδερφοί Κοέν κι έκανε επίσημη πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Βενετίας, φεύγοντας μάλιστα με το βραβείο καλύτερου σεναρίου. Γνωστοί για τη λατρεία τους αλλά και τις ικανότητές τους στο είδος του γουέστερν (η ταινία «Καμία Πατρίδα για τους Μελλοθάνατους» απέσπασε Όσκαρ ταινίας, σκηνοθεσίας και διασκευασμένου σεναρίου, ενώ το ξεκαρδιστικό «Αληθινό Θράσος» έφτασε τις 10 υποψηφιότητες), οι αδερφοί Κοέν μας μπέρδεψαν με το φορμά που επέλεξαν να δώσουν στο νέο τους εγχείρημα...
Είναι η «Μπαλάντα» τους μια μεγάλης διάρκειας κινηματογραφική ταινία ή μίνι τηλεοπτική σειρά; Η απάντηση δίνεται κιόλας από το πρώτο καρέ, ένα κάδρο του σκληρόδετου ομότιτλου βιβλίου: η «Μπαλάντα του Μπάστερ Σκραγκς» δεν είναι ούτε κινηματογραφική ταινία ούτε τηλεοπτική σειρά· είναι ένα γοητευτικό λογοτεχνικό αφήγημα – ή αλλιώς είναι η τηλεόραση με τους κανόνες των παράδοξων δημιουργών Κοέν.

Καθώς ένα χέρι αρχίζει να ξεφυλλίζει το βιβλίο, οι παρατηρητικοί θα προσέξουν το έτος έκδοσης 1873 (χρονιά-σταθμός για την Αμερική, που συνδέθηκε με τον πρώτο χρηματιστηριακό πανικό και την αρχή της Μακράς Ύφεσης του 19ου αιώνα), που μας προϊδεάζει για την αλληγορική αφήγηση της αμερικανικής Ιστορίας που ακολουθεί. Μια εικονογραφημένη σελίδα παίζει τον ρόλο εκείνου που τηλεοπτικά αποκαλούμε «teaser», ενώ κάθε επεισόδιο τελειώνει με το γύρισμα ακόμη μιας σελίδας που οδηγεί στην αρχή της επόμενης.
Οι πρωταγωνιστές στις αιρετικές κοενικές ιστορίες είναι πολλοί και διάφοροι: ένας επηρμένος καουμπόης με έφεση στο τραγούδι και... στις δολοφονίες γυρνάει στα σαλούν της Άγριας Δύσης, όπου βασιλεύει ο νόμος του ισχυρού, δηλαδή του ταχύτερου πιστολέρο. Ένας επίδοξος ληστής έρχεται από σπόντα αντιμέτωπος με τη δικαιοσύνη. Ένας περιπλανώμενος θιασάρχης ανεβάζει την παράστασή του, στην οποία ένας ηθοποιός χωρίς άκρα, μπροστά σε ένα ολοένα και πιο ολιγάριθμο κοινό, απαγγέλλει από Σαίξπηρ κι εδάφια της Παλαιάς Διαθήκης μέχρι αποσπάσματα της ομιλίας του Λίνκολν στο Γκέτισμπεργκ.
Ένας ηλικιωμένος χρυσοθήρας, οπλισμένος με τόνους υπομονής, ψάχνει για χρυσό σε καταπράσινες βουνοπλαγιές, ενώ στην πέμπτη (και μεγαλύτερη σε διάρκεια) ιστορία ένα κορίτσι που ακολουθεί ένα καραβάνι έρχεται αντιμέτωπη με κρίσιμες αποφάσεις για τη ζωή της. Φινάλε με την έκτη και πιο αινιγματική ιστορία, στην οποία οι συζητήσεις μιας ομάδας αγνώστων κλείνουν ιδανικά την αφήγηση αυτής της μπαλάντας.

Από τις αχανείς και ξερές εκτάσεις και τα χιονισμένα μονοπάτια μέχρι τις καταπράσινες βουνοπλαγιές και τα κλειστοφοβικά βαγόνια άμαξας, τίποτα στο φόντο των έξι ιστοριών των αδερφών Κοέν δεν παραμένει το ίδιο, πέρα από το θάνατο. Αυτός είναι ο βασικός πρωταγωνιστής των έξι ιστοριών κι έρχεται με πολλές μορφές μα πάντα απροσδόκητα: ως τιμωρία της μοίρας, άδικα ή και κωμικοτραγικά, ως λύτρωση, ως απόδοση δικαιοσύνης, άλλοτε ως άμυνα ή ως αποτέλεσμα του φόβου μπροστά στο ξένο και άλλοτε ως ο αναπόφευκτος προορισμός του ανθρώπου.
Θυμίζοντας έντονα τον Κουέντιν Ταραντίνο κι έχοντας ταυτόχρονα πολλές αναφορές στη δική τους φιλμογραφία, με το μακάβριο χιούμορ τους έντεχνα παρόν και τη μελετημένη μουσική να συνοδεύει ιδανικά τις ιστορίες, οι αδερφοί Κοέν δημιουργούν έξυπνα μια ταινία που «διαβάζεται» απολαυστικά είτε σαν μίνι αυτοτελή επεισόδια με ενδιαφέροντες χαρακτήρες είτε ως αλληγορική χαρτογράφηση των σημαντικότερων κομματιών της αμερικανικής Ιστορίας...
Σταρ στην άγρια δύση

Τζέιμς Φράνκο
Ως επίδοξος ληστής μιας ερημικής τράπεζας, που έχει για ταμία έναν «σκληροτράχηλο» ηλικιωμένο, γίνεται ο κάπως... γκαντέμης πρωταγωνιστής του πιο κωμικοτραγικού κεφαλαίου της «Μπαλάντας».
Λίαμ Νίσον
Στην τρίτη και πιο μελαγχολική ιστορία, με τίτλο «Πηγή Εισοδήματος», ο Λίαμ Νίσον θυσιάζει τον (εξαιρετικό) Χάρι Μέλινγκ για ένα πιο επικερδές και παράλληλα φτηνό (το μετέπειτα χολιγουντιανό) θέαμα.
Τομ Γουέιτς
Με όπλο τη μοναδική φωνή του, ο Τομ Γουέιτς συγκινεί στην τέταρτη ιστορία αναζήτησης του πολυπόθητου χρυσού, καθώς αποτυπώνει ιδανικά το αμερικανικό όνειρο.