Υλικά
Υλικά για 4 άτομα
1 κιλό χταπόδι
½ φλιτζάνι αλεύρι
Αλάτι
Πιπέρι
8 κουτ. σούπας ελαιόλαδο
1 κρεμμύδι ψιλοκομμένο
2 καρότα κομμένα σε ροδέλες
1 ½ φλιτζάνια φινόκιο ψιλοκομμένο
1 ψιλοκομμένη σκελίδα σκόρδο
1 ποτήρι νερού κόκκινο κρασί
2 γεμάτες κουταλιές της σούπας πελτές ντομάτας
2-3 ντομάτες κομμένες σε ροδέλες πάχους ½ εκατοστού
1 κουταλιά του γλυκού ξύσμα πορτοκαλιού
Gremolata γαρνιρίσματος
½ φλιτζάνι μαϊντανός ψιλοκομμένος
Ξύσμα φλούδας από 1 πορτοκάλι
Παρασκευή
Η συνταγή ξεκινάει λέγοντας να κόψουμε από το χταπόδι τα πλοκάμια και να τα σιγοβράσουμε σε μια κατσαρόλα με ένα φλιτζάνι του καφέ νερό για 50-60 λεπτά, μέχρι να μαλακώσουν.
Για χάρη ευκολίας αποφάσισα πρώτα να το βράσω και μετά να κόψω τα πλοκάμια, αφού έτσι θα κόβονταν πιο εύκολα.
Είναι εντυπωσιακό πώς με μόλις ένα φλιτζανάκι του καφέ νερό μπορεί να βράσει και να μαλακώσει ένα ολόκληρο χταπόδι.
Το ζουμί που απομένει στην κατσαρόλα το κρατάμε σε ένα φλιτζάνι και μέσα σε αυτό διαλύουμε τον πελτέ.
Σε αυτή τη φάση ανάβουμε και το φούρνο στους 200° C.
Kατόπιν, βάζουμε σε ένα τηγάνι 4 κουταλιές σούπας ελαιόλαδο, αλατίζουμε και αλευρώνουμε το χταπόδι (η υφή του βρασμένου χταποδιού είναι άκρως αηδιαστική) και αφού το σοτάρουμε, το βγάζουμε σε ένα πιάτο.
Σε ένα μεγαλύτερο τηγάνι, με άλλες 4 κουταλιές ελαιόλαδο, σοτάρουμε το κρεμμύδι, το σκόρδο, το φινόκιο και τα καρότα.
Αφού πάρουν λίγο χρώμα (μετά από 5-6 λεπτά), ρίχνουμε το κρασί και το αφήνουμε να βράσει για 7-8 λεπτά σε πιο δυνατή φωτιά (θα έχει μείνει περίπου το μισό υγρό).
Ρίχνουμε στο τηγάνι το διαλυμένο πελτέ και ανακατεύουμε σε σιγανή φωτιά.
Σε αυτό το σημείο η συνταγή λέει να προσθέσουμε το ξύσμα πορτοκαλιού και να τρίψουμε φρέσκο πιπέρι.
Μαγεμένη από τη μυρωδιά του ξυσμένου πορτοκαλιού, αποφάσισα να κάνω την παρασπονδία: διπλή ποσότητα ξύσματος.
Το αποτέλεσμα δεν ήταν τραγικό, αλλά όλοι στο τραπέζι πρόσεξαν την «πορτοκαλένια» αίσθηση του χταποδιού.
Τέρμα οι αυτοσχεδιασμοί, λοιπόν.
Ειδικά όταν το βιβλίο που ακολουθείς είναι σοβαρό.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι μία από τις καλύτερες μαγείρισσες που ξέρω ανοίγει αυτομάτως το βιβλίο με τις συνταγές, ακόμα και όταν φτιάχνει μακαρόνια με κιμά.
Συνεχίζοντας, σε ένα ταψί στρώνουμε τις ντομάτες σε ροδέλες, καλύπτοντας όλο τον πάτο, και πάνω τους βάζουμε τα πλοκάμια του χταποδιού.
Με ένα κουτάλι περιχύνουμε τα πλοκάμια με τη σάλτσα από το τηγάνι και στη συνέχεια σκεπάζουμε το ταψί με αλουμινόχαρτο και το βάζουμε στον προθερμασμένο φούρνο για μιάμιση ώρα.
Εδώ έχω τις αντιρρήσεις μου.
Το χταπόδι ήταν ήδη μαλακό όταν το βάλαμε στο φούρνο, και έτσι αποφασίσαμε να το αφήσουμε μόνο μία ώρα.
Και μάλλον καλά κάναμε, γιατί και πάλι βγήκε πολύ μαλακό, χωρίς κανένα νεύρο και σπιρτάδα.
Το σερβίραμε σε μια βαθιά πιατέλα με τη χαρακτηριστική γαρνιτούρα του οσομπούκο, την gremota (ή gremolada), σε μια παραλλαγή με ψιλοκομμένο μαϊντανό και ξύσμα πορτοκαλιού.
Το πιάτο ήταν νόστιμο.
Την επόμενη μέρα η Τίνα –η φίλη μου που μαγειρέψαμε μαζί– με πήρε τηλέφωνο σε κατάσταση έκστασης.
«Φτιάξαμε την καταπληκτικότερη συνταγή της επόμενης μέρας!» Μόλις γύρισε από το γραφείο, τσιμπώντας τα φυλαγμένα στο ψυγείο απομεινάρια, ενθουσιάστηκε.
Το χταπόδι είχε τραβήξει τα ζουμιά της σάλτσας και ήταν λουκούμι.
«Με το χάπι της επόμενης μέρας αποφεύγεις μια ανεπιθύμητη συνέπεια της χθεσινής απολαυστικής νύχτας.
Με τη συνταγή της επόμενης μέρας, πάλι, απολαμβάνεις την εγκράτεια της προηγούμενης βραδιάς», σκέφτηκα.
Να, λοιπόν, ένα πιάτο ιδανικό για τα τραπέζια για τα οποία ξεκινάμε να μαγειρεύουμε από την προηγούμενη.
Υ.Γ.: Ο Λευτέρης Λαζάρου έχει πει για την επιλογή χταποδιού: «Αν έχει κοκκινίσει (προς το βυσσινί), να το αποφύγετε.
Είναι ταλαιπωρημένο.
Το ωμό χταπόδι πρέπει να είναι σκληρό, όπως το δάκτυλό μας.
Όσο πιο μαλακό, τόσο χειρότερα».