Andrea Bocelli: Ο πιο λατρεμένος τενόρος στον πλανήτη

Σχεδόν 30 χρόνια μετά το ξεκίνημά του, ο Ιταλός τραγουδιστής παραμένει ένας από τους λαοφιλέστερους σταρ στην ιστορία της όπερας –και ως τέτοιον θα τον υποδεχτούμε και στο Ολυμπιακό Στάδιο (Τρίτη 18/7), στη μέχρι στιγμής μεγαλύτερή του συναυλία στην Ελλάδα.

ABocell_front

Στη δεκαετία του 1990, ο Zucchero, από τους πιο δημοφιλείς pop/rock αστέρες στη γειτονική μας Ιταλία –τον γνωρίζουμε και στην Ελλάδα, χάρη στo "Senza Una Donna" (1991)– ετοιμαζόταν για μια σημαντική στιγμή στην καριέρα του: θα τραγουδούσε ντουέτο με τον θρυλικό συμπατριώτη του Luciano Pavarotti. Θέλοντας λοιπόν να του στείλει κάποιες demo ηχογραφήσεις, δοκίμαζε διάφορους τενόρους για τα ανάλογα φωνητικά. Μεταξύ τους συγκαταλεγόταν κι ένας Andrea Bocelli, ο οποίος δούλευε ως δικηγόρος. Αλλά, μόλις τον άκουσε ο Pavarotti, λέγεται πως τόσο συγκινήθηκε από την ερμηνεία του, ώστε προσπάθησε να πείσει τον Zucchero να μπει στο στούντιο με εκείνον, παραχωρώντας τη θέση του.

Τίποτα τέτοιο δεν συνέβη, βέβαια. Η ιστορία έγραψε ότι Zuccherο & Pavarotti είπαν μαζί το "Miserere" (1992) κι ευτύχησαν να γνωρίσουν μια top-15 επιτυχία στη Βρετανία με αυτό. Έγραψε όμως και την είσοδο του Andrea Bocelli στη δυναμική ενασχόληση με το τραγούδι, ανοίγοντας την πόρτα που τον έφερε στο φημισμένο Φεστιβάλ του Σαν Ρέμο (1994), όπου κέρδισε βραβείο καλύτερου πρωτοεμφανιζόμενου με το τραγούδι "Il Mare Calmo Della Sera". Μια σύνθεση του Zucchero, ο οποίος μπορεί να προχώρησε με τον Pavarotti στην περίπτωση του "Miserere", μα δεν είχε πάψει να στηρίζει το χάρισμα του Bocelli, βοηθώντας τον έτσι να αναδειχθεί. 

ABocel_01

Ποιος ήταν, όμως, ο Andrea Bocelli; Η σκούφια του κρατούσε από το μικρό χωριό La Sterza, λίγο έξω από την Πίζα, ενώ η σχέση του με τη μουσική ξεκίνησε όταν ήταν παιδάκι 6 ετών. Μπορεί λοιπόν να συστηνόταν στο κοινό ως τριαντάρης νομικός, αλλά πίσω βρισκόταν μια σχέση ζωής με το τραγούδι. Όπως θα αποκάλυπτε αργότερα σε συνεντεύξεις, μάλιστα, ήταν η όπερα που του δίδαξε για τη δύναμη, τις αδυναμίες, τον ηρωισμό, μα και για τις αντιφάσεις που διέπουν την ανθρώπινη ύπαρξη. Λειτουργώντας, έτσι, ως καταφύγιο στο δύσκολο διάστημα που πέρασε αφού έχασε την όρασή του στα 12 του χρόνια, ύστερα από ένα ατύχημα ενώ έπαιζε μπάλα, που επιδείνωσε δραματικά το γλαύκωμα με το οποίο είχε γεννηθεί. Παρά το τραγικό γεγονός, πάντως, διατήρησε άσβεστη αγάπη για το ποδόσφαιρο, ακολουθώντας πιστά την Ίντερ του Μιλάνου: "έκλαψα τη βραδιά του 2010 που κέρδισε το Τσάμπιονς Λιγκ", θα παραδεχόταν αργότερα.

Ασφαλώς, σχεδόν μια τριακονταετία αφότου διακρίθηκε στο Σαν Ρέμο, όλα τα παραπάνω είναι λιγότερο ή περισσότερα γνωστά. Ο Andrea Bocelli, άλλωστε, δεν είναι πια ένα υποσχόμενο νέο όνομα, μα ένας ερμηνευτής με διεθνείς πωλήσεις που ξεπερνούν τα 80.000.000 αντίτυπα, ο οποίος μετρά, επιπλέον, 6 υποψηφιότητες για Grammy, αλλά και μία υποψηφιότητα για Όσκαρ Καλύτερου Τραγουδιού –για τo "The Prayer", που είπε ντουέτο με τη Céline Dion στο πλαίσιο της ταινίας κινουμένων σχεδίων "Quest For Camelot" (1998). Είναι, λοιπόν, ο πιο λατρεμένος τενόρος στην υφήλιο, αλλά και ο πιο επιτυχημένος (εν ζωή) εκπρόσωπος του ενοποιημένου κόσμου της κλασικής μουσικής και όπερας στο πλαίσιο της σύγχρονης ποπ κουλτούρας. Γι' αυτό και ο παγκόσμιος Τύπος μπαίνει συχνά στον πειρασμό να αναπαράγει το μεγάλο κοπλιμέντο που του έκανε κάποτε η Céline Dion, λέγοντας ότι, αν ο Θεός τραγουδά, η φωνή Του πρέπει να μοιάζει με του Bocelli.

ABocel_02

Ο ίδιος ο Bocelli, πάντως, προτιμά μια πιο ταπεινή σχέση με τα θεία, αφού δεν έχει κρύψει τη χριστιανική του πίστη και τους δεσμούς του με την Καθολική Εκκλησία. Ποιος ξεχνά, άλλωστε, τη συναυλία που έδωσε τον Απρίλιο του 2020, ανήμερα του Καθολικού Πάσχα εκείνης της χρονιάς, με την covid-19 πανδημία να μαίνεται, έχοντας επιβάλλει πρωτόγνωρες συνθήκες καραντίνας σε όλον τον πλανήτη; Χωρίς κοινό, δίχως μουσικούς πέρα από τον οργανίστα του Καθεδρικού Ναού Duomo στο Μιλάνο (τον Emanuele Vianelli), ο Bocelli τραγούδησε μόνος στην κενή εκκλησία, με περίπου 2.500.000 ανθρώπους να συντονίζονται μέσω YouTube από όλον τον κόσμο, προκειμένου να τον δουν και να τον ακούσουν. Στο τέλος, μάλιστα, τον παρακολούθησαν να βγαίνει στην άδεια πλατεία έξω από το ιερό, τραγουδώντας το "Amazing Grace" ως φλογερή δήλωση ελπίδας σε δύσκολους καιρούς.

Έτσι, η συναυλία αυτή ήρθε να προστεθεί στα μεγάλα ορόσημα της καριέρας του, λαμβάνοντας τη δική της θέση δίπλα στη λαοφιλέστατη επιτυχία "Con Te Partirò" (1995) –η οποία έκανε τον γύρο του κόσμου μετά τη διεθνή της επανηχογράφηση με τη Sarah Brightman (ως "Time To Say Goodbye", 1996)– αλλά και στον πιο πρόσφατο θρίαμβο του άλμπουμ "Sì" (2018), που βρήκε τον Bocelli να κατακτά το νούμερο 1 σε Βρετανία και Αμερική: αγορές παραδοσιακά δύσκολες για τη μαζική επιτυχία δίσκων που εγγράφονται στην κλασική μουσική. Με τον "αέρα" τέτοιων διακρίσεων, λοιπόν, ο Ιταλός τενόρος φιλοδοξεί να σπάσει και τα ελληνικά του ρεκόρ, σχεδιάζοντας την έως τώρα μεγαλύτερη του συναυλία στη χώρα μας: θα παίξει στο Ολυμπιακό Στάδιο (Τρίτη 18/7), για πρώτη φορά στην καριέρα του, συνοδευόμενος από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών και τη Χορωδία του Δήμου Αθηναίων

ABocel_03
© Luca Rossetti

Καλλιτέχνες σαν τον Bocelli, βέβαια, δέχονται συχνά και διάφορα δηλητηριώδη βέλη κριτικής. Ορισμένοι, δηλαδή, θεωρούν ότι κακώς τοποθετούνται στον κόσμο της κλασικής μουσικής & όπερας –έστω και με την ετικέτα του "classical crossover" που έχουν εφεύρει οι στρατηγικές των δισκογραφικών εταιρειών– αφού, επί της ουσίας, εκπροσωπούν ένα ελαφρύ ερωτικό ρεπερτόριο με ποπ στοχεύσεις, διατηρώντας απλώς μερικά επιφανειακά classical χαρακτηριστικά. 

Δεν πρόκειται για άστοχη άποψη. Ενδεχομένως, όμως, να είναι  κάπως ...σφιχτοκουμπωμένη, αντιπροσωπεύοντας μια εποχή όπου το  ρεπερτόριο αυτό αναδιπλώθηκε σε ελιτίστικη ψυχαγωγία. Έτσι, όμως, έχασε και τις ευρύτερες παραμέτρους ενός πάλαι ποτέ αυλικού θεάματος που μετεξελίχθηκε σε αστικό, αλλά και το γεγονός ότι η crossover ιστορία ξεκινά (όσον αφορά τις τενόρο φωνές) πολύ πριν τις εφορμήσεις του Luciano Pavarotti στην ποπ, αναγόμενη στις μαζικές, λαϊκές δόξες του Enrico Caruso στο διάστημα 1902-1920. Περισσότερη σημασία, επομένως, έχει το αν ακούμε (ή όχι) κάτι καλό.

Διαβάστε Επίσης

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Μουσική

"Πηνελόπη" του Φωρέ και "Μετζέ" του Σαμάρα στα "Ολύμπια": Σημαίνουσες συναυλιακές πρεμιέρες γαλλικών λυρικών έργων με ελληνικό ενδιαφέρον

Δύο ιστορικής σημασίας παραγωγές γαλλικής όπερας με ελληνικό ενδιαφέρον απολαύσαμε το τελευταίο τρίμηνο στο "Ολύμπια" Δημοτικό Μουσικό Θέατρο της Αθήνας.

ΓΡΑΦΕΙ: ΕΥΤΥΧΙΟς Δ. ΧΩΡΙΑΤΑΚΗς
31/05/2024

"Come Out And Play": Οι Offspring γιορτάζουν τα 40 ερχόμενοι στην Ελλάδα

Τέσσερις δεκαετίες μετά την ίδρυσή τους και τρεις από τότε που άναψαν παγκόσμιες φωτιές με το "Smash", οι Καλιφορνέζοι καταφτάνουν στην Αθήνα με διάθεση για πάρτι (Κυριακή 9/6, Πλατεία Νερού), υποσχόμενοι εκρηκτικό ξεκίνημα στο φετινό Release Athens Festival.

"Τόσκα": Η επιστροφή ενός πολυαγαπημένου μουσικού θρίλερ

Η "Τόσκα" του Πουτσίνι σε σκηνοθεσία Ούγκο ντε Άνα, μια μεγάλη εισπρακτική και καλλιτεχνική επιτυχία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, επιστρέφει, με εν μέρει νέα διανομή, για 4 παραστάσεις (1-2, 6 & 11 Ιουνίου) στο Ηρώδειο, εγκαινιάζοντας το φετινό Φεστιβάλ Αθηνών.

Δέκα μέρες έμειναν για την έναρξη του Release Athens 2024

Η αντίστροφη μέτρηση για το αγαπημένο φεστιβάλ έχει ξεκινήσει.

Προετοιμαστείτε για το desert noir ταξίδι των Still Corners στο "Gagarin 205"

Επιλέξαμε πέντε κομμάτια που ανυπομονούμε να ακούσουμε στο live της dream pop μπάντας.

Maustetytöt: Γνωρίζουμε καλύτερα τη φινλανδική indie band από τα "Πεσμένα Φύλλα"

Οι αδελφές Karjalainen, που εμφανίζονται στην τελευταία ταινία του Άκι Καουρισμάκι έρχονται για μια συναυλία για σινεφίλ στο "Gazarte".

Οι Chores για μία μοναδική συναυλία στην ΕΛΣ

Με πάνω από εκατόν είκοσι συμμετέχουσες επί σκηνής, οι Chóres προσεγγίζουν τις ποικιλόμορφες αυτές συνθέσεις με τη φρέσκια και αντισυμβατική ματιά που χαρακτηρίζει τη σταθερά ανερχόμενη πορεία τους.