Monk’s Beard

14 ↑

Μετά το «San Michali» της Σύρου, ο Αλέξανδρος Καρακατσάνης ανανεώνει την εστιατορική σκηνή της πρωτεύουσας πιο ώριμος και κατασταλαγμένος. Εστιάζει στα λαχανικά και στο κρέας, ψήνοντας και μαγειρεύοντας τα πάντα σε ξύλο και κάρβουνο. Τα πρωτότυπα επιδόρπια δυναμώνουν την εμπειρία.

Monk’s Beard © Λεωνίδας Τούμπανος

Οταν πρωτοπήγα ενάμιση μήνα πριν, είχε μόλις ανοίξει και επικρατούσε σχετική ησυχία· την προηγούμενη εβδομάδα, αντιθέτως, ο κόσμος ζουζούνιζε στην κατάμεστη σάλα του "Monk’s Beard", εκπέμποντας ενέργεια καλοπέρασης. Οι περισσότεροι ανήκουν σε αυτούς που οι αναλυτές marketing ονομάζουν δυναμικό κοινό –όχι τόσο 18άρηδες, αν και δεν λείπουν– και εκτός από τους Έλληνες υπήρχαν και αρκετοί ξένοι τη βραδιά που το επισκεφτήκαμε, κάτι που φαίνεται λογικό, με δύο από τα μεγαλύτερα ξενοδοχεία της Αθήνας σε απόσταση βολής. Φαίνεται λοιπόν πολύ εύστοχη η επιλογή του χώρου, με το παρκάκι του Άγιου Σώστη μπροστά του. Η φωτεινή σάλα με τη ζεστή ξύλινη επίπλωση μοιάζει να λέει "όλα στο φως", όπως η κουζίνα διακηρύσσει και πράττει "όλα στα κάρβουνα". Και τα δύο τα αντιλαμβάνεσαι με το που μπαίνεις στο μαγαζί, έτσι που δεσπόζει η ανοιχτή κουζίνα του με το πάγκο από πράσινο μάρμαρο Τήνου, ενώ ο ξυλόφουρνός της καίει ξύλο ελιάς και η parilla της κάρβουνο. Είναι η σκηνή όπου ο Αλέξανδρος Καρακατσάνης έχει μεταφέρει το αναμφισβήτητο ταλέντο του και παρουσιάζει μια κουζίνα πρωτότυπη, ανήσυχη, δημιουργική, αλλά και οικεία, που ο χαρακτηρισμός fine comfort της ταιριάζει γάντι. Από εκεί βγαίνουν και οι σεφ για να σερβίρουν κάποια από τα πιο θεαματικά πιάτα στα τραπέζια. Σε λίγο που θ’ ανοίξει ο καιρός, τα τραπέζια θα βγουν στην αυλή, με μια lounge διαμόρφωση που περιλαμβάνει και καναπέδες, για να χαιρόμαστε τις ευωδιές των ανθισμένων δέντρων της πλατείας. 

Αλέξανδρος Καρακατσάνης
© Λεωνίδας Τούμπανος

Ο Καρακατσάνης δεν είναι τυχαίος σεφ. Νικητής του ωραίου τηλεοπτικού παιχνιδιού "Game of Chefs", έχει ένα δημιουργικό πάθος που τον ωθεί σε διαρκή πειραματισμό. Τον γνώρισα στην Ερμούπολη, στο εστιατόριο "San Michali", που είχε ανοίξει το 2021 μαζί με τη γυναίκα του Φανή Παναγοπούλου, και κατάλαβα ότι έχει επιμονή και ταλέντο. Σήμερα, στο ολοκαίνουργιο εστιατόριό του στην Αθήνα, εμφανίζεται πιο ώριμος και κατασταλαγμένος, μ’ ένα σαφές concept που έχει δυναμική και προοπτικές. Το μενού εστιάζει στα λαχανικά και το κρέας, αφήνοντας στην άκρη τη θάλασσα. Τα homemade αλλαντικά είναι δυνατό χαρτί· ξεχώρισα το πρόβειο προσούτο, και από κοντά του την ντελικάτη πανσέτα και τη λούντζα, αλλά και το πορτοκαλάτο, πικάντικο σαλάμι αέρος. Τα προζυμένια ψωμιά, κρίθινο και σταρένιο, έχουν βαθιά νοστιμιά και σε προκαλούν να αμαρτήσεις με τα τρία "βούτυρά" τους: αλμυρή καραμέλα, χοιρινή γλίνα, με "κάππαρη" σαμπούκου. 

Monk’s Beard
© Λεωνίδας Τούμπανος

Φαίνεται ίσως παράδοξο να υπάρχουν vegan και vegetarian πιάτα δίπλα σε τόσες δυνατές προτάσεις κρέατος, αλλά τα χαίρονται τόσο οι οπαδοί του φυτικού βασιλείου όσο και οι παμφάγοι. Οι αγκινάρες Ιερουσαλήμ αλά πολίτα και τα ψητά καρότα με την ωραιότατη σάλτσα αμυγδάλου είναι γευστικότατα· συνδυασμός της πικράδας κόκκινου αντίβ με καπνιστή μυζήθρα και ελαφρώς γλυκόξινο αχλαδόμηλο είναι πολύ σοφιστικέ, η ανάλαφρη ανοιχτή πίτα με κολοκύθι, σταφύλι, κυανό τυρί και homemade μοτσαρέλα απλούστερη. Τα κρέατα είναι διαλεχτά χάρη στη συνεργασία με τη La Meat Maison. Το ταρτάρ, λ.χ., ξεχωρίζει, καθώς το κρέας του προέρχεται από Wagyu καλοθρεμμένο με πάστα ελιάς, έρχεται καρυκευμένο με μυρωδάτο λιβανέζικο ζαατάρ και τυλιγμένο σε λεπτεπίλεπτο φύλλο μπρικ, έχοντας δίπλα του ελαφρύ ταμπουλέ και σάλτσα με ταχίνι. Είναι ορεκτικό και δροσερό και έχει καταγωγή από την Εγγύς Ανατολή, όπου το βρίσκεις με αρνί ως κίμπε-νάγιε. Μια μεγάλη παρέα μπορεί να διαλέξει T-bone steak ωρίμανσης ή ακόμη μια μεγαλούτσικη χοιρινή μπριζόλα σιτεμένη με miso ρεβιθιού, που σε κερδίζει με μια γεύση ντελικάτη και νοστιμότατη. Πολύ ωραία πρόταση είναι και το μαριναρισμένο σε ραζ ελ χανούτ φιλέτο, που σερβίρεται με πολύ ταιριαστούς πουρέδες σελινόριζας –με ταχίνι ή καραμελωμένης– και καρότου. 

Monk’s Beard
© Λεωνίδας Τούμπανος

Εκτός από τη σχάρα, όμως, καλούδια βγαίνουν και από το φούρνο. Τα τρυφερά μάγουλα περιχύνονται με μια πυκνή σάλτσα κρέατος και ελαφραίνουν με μεταξωτή καπνιστή μελιτζανοσαλάτα μουτάμπαλ, που έχει επάνω της τραγανή αγκινάρα και μεδούλι και δίπλα της αφράτο λεβαντίνικο πιτάκι με ζαατάρ. Στη γάστρα και τη λαδόκολλα ψήνεται το κλέφτικο αρνάκι που το ανοίγουν στο τραπέζι και μοσχοβολάει καπνό· το ανάλαφρο κρέας σκεπάζεται από σάλτσα βοτάνων και είναι πεντανόστιμο, η σάλτσα από τα κόκαλα του αρνιού, όμως, με την οποία το περιχύνουν, είναι πολύ δυνατή και το καταπιέζει – είναι σαφές ότι χρειάζεται κάτι πιο αέρινο για να λάμψει. 

Διαβάστε Επίσης

Τα επιδόρπια, με την υπογραφή του πολύ καλού chef-pâtissier Μανώλη Στήθου (ex "Funky Gourmet", "CTC", "Σπονδή") είναι από μόνα τους λόγος επίσκεψης. Κορυφαίο όλων η προχώ "καπνιστή σοκολάτα": εμφανίζεται θεαματική μέσα από καπνούς, μ’ ένα "κάρβουνο" από σοκολάτα γάλακτος και πραλίνα φουντουκιού και κρέμα θαμμένη σε εικονική στάχτη από malto και λάδι φουντουκιού, και τέρπει πολύ με το conceptual σεξαπίλ της. Ο νηστίσιμος σιμιγδαλένιος χαλβάς με πορτοκάλι, καραμελωμένα καρύδια και το σορμπέ τους είναι απολαυστικός νεωτερισμός και το halawet el Jibn του Καρακατσάνη ανήκει στα "οπωσδήποτε".

Η επίσκεψη του κριτικού στο εστιατόριο έγινε στις 31/3.

Ωράριο λειτουργίας: Κλειστά Κυρ., Δευτ. 
Τιμή: € 32-55 (το άτομο χωρίς ποτά και κουβέρ). 
Πρόσβαση ΑμεΑ: Όχι. 
Πάρκινγκ: Στους γύρω δρόμους.

Διαβάστε Επίσης

Επεξήγηση βαθμολογίας

Κακό:

12/20 και κάτω

Αδιάφορο:

12,1/20 έως 12,4/20

Μέτριο:

12,5/20 - 12,9/20

Ενδιαφέρον:

13/20 έως 13,9/20

Καλό:

14/20 έως 14,9/20

Πολύ καλό:

15/20 έως 16,4/20

Εξαιρετικό:

16,5/20 έως 17,9/20

Άριστο:

18/20 έως 20/20

↑ Βέλος προς τα πάνω (π.χ. 13/20 ↑):

το εστιατόριο είναι καλύτερο από το βαθμό του, χωρίς να αγγίζει το επόμενο βαθμολογικό σκαλοπάτι.

Οι κριτικοί του «α» επισκέπτονται ανώνυµα τα εστιατόρια και όλα τα έξοδα καλύπτονται από το περιοδικό.

Read Next

MORE FROM

Εστιατόρια