Follow us

Ελληνικές ποικιλίες: Αρωματικό δελτίο ταυτότητος

Από το μάνγκο στο φραγκοστάφυλο ... και από το θυμάρι στη σοκολάτα. Ανοίγουμε τη φιάλη και από μέσα της ξεχύνονται πανέμορφα τα τυπικά αρώματα των ελληνικών σταφυλιών και των κρασιών τους. Το αρωματικό προφίλ των δεκατεσσάρων βασικών ελληνικών ποικιλιών, για να τις αναγνωρίζετε με κλειστά μάτια. Τώρα, έχετε κάθε λόγο να μυρίζετε το κρασί σας.

Ελληνικές ποικιλίες: Αρωματικό δελτίο ταυτότητος

Δεν υπάρχει πλέον δημοσίευμα για την οινική Ελλάδα που να μην μιλά για την «αναγέννηση» του ελληνικού κρασιού και για την «επανάσταση» του ελληνικού αμπελώνα. Πώς μεταφράζεται η πράγματι εμφανής, αυτή ποιοτική βελτίωση; Η απάντηση είναι σαφής: αρωματικά. Εκεί όπου προηγουμένως είχαμε κρασιά, το μοναδικό χαρακτηριστικό των οποίων ήταν μια δυνατή, τραχιά γεύση με το οινόπνευμα να παίζει πρώτο βιολί, έχουμε πλέον κρασιά με ευχάριστα αλλά και ευδιάκριτα αρώματα, που ελάχιστοι καταναλωτές υποψιάζονταν πως υπήρχαν. Στη γεύση, από την άλλη, η τραχύτητα και η «κρασίλα» των λευκών, ιδιαίτερα, κρασιών έχει μετριαστεί, εκεί όπου δεν έχει εξαλειφθεί, δίχως όμως να έχει αντικατασταθεί τις περισσότερες φορές από ένα αισθητά πιο πλούσιο «σώμα». Με άλλα λόγια, προς το παρόν τουλάχιστον, το παιχνίδι της αναβάθμισης, παίζεται σε επίπεδο «μύτης». Εκεί είναι που όλοι οι οινοπαραγωγοί επενδύουν τόσο σε τεχνογνωσία όσο και σε τεχνολογικό εξοπλισμό. Έτσι, τα τελευταία χρόνια έχουμε ανακαλύψει νέες αρωματικές πτυχές σε πολλές παραδοσιακές ελληνικές ποικιλίες, με πιο κραυγαλέο παράδειγμα, εκείνο του «ταπεινού» Σαββατιανού της Αττικής, το οποίο ξαφνικά άρχισε να εκφράζεται με κολακευτικά αρώματα τροπικών φρούτων, σαν το μάνγκο, που συναντιόνται σε πολύ καλά κρασιά από σοβινιόν.

Η μεταμόρφωση των ελληνικών κρασιών (ιδιαίτερα των λευκών) είναι τέτοια, που πολλοί παραδοσιακοί καταναλωτές δεν τα αποδέχονται πλέον και επιστρέφουν, μάλιστα, στο χύμα, που συνεχίζει εν πολλοίς να διατηρεί τον κλασικό, βαρύ του χαρακτήρα. Όμως, τα εμφιαλωμένα συνεχίζουν ακάθεκτα προς ολοένα και πιο έντονα και πολύπλοκα αρώματα. Πράγματι, μερικά από αυτά ίσως και να παρουσιάζουν ένα αρωματικό προφίλ, τόσο «δουλεμένο», που να θεωρείται από μερικούς υπερβολικό. Το θέμα είναι ότι έχουμε πολύ ουσιαστικούς λόγους να μυρίζουμε πλέον τα ελληνικά κρασιά, καθώς μπροστά στη μύτη μας ανοίγονται νέοι, ευωδιαστοί ορίζοντες απόλαυσης. Εδώ, πρωταρχικό ρόλο έχουν παίξει οι τεχνητές ζύμες, που βοηθούν και καθοδηγούν, πολλές φορές, τις ζυμώσεις των κρασιών, αλλά και οι νέες τεχνικές οινοποίησης, όπως προζυμωτική - ενζυματική εκχύλιση ή η αργή αλκοολική ζύμωση, σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. 1-1 φάση αυτή πρέπει να θεωρηθεί απαραίτητο «πέρασμα» του ελληνικού κρασιού. Έλληνες οινοπαραγωγοί, οι οποίοι, είρησθο εν παρόδω, ελάχιστη ερευνητική υποστήριξη έχουν από κρατικούς φορείς, διερευνούν τους τύπους και την τυπικότητα των κρασιών τους που είναι στενά συνδεδεμένη με το οικοσύστημα, μέσα στο οποίο κάθε κρασί εξελίσσεται, προκειμένου να τους δώσουν μια ευανάγνωστη, χαρακτηριστική ταυτότητα.

Ελληνικές ποικιλίες: Αρωματικό δελτίο ταυτότητος

Η άφιξη των ξένων ποικιλιών στην Ελλάδα, πολλές από τις οποίες έχουν πιο έντονα, πιο αναγνωρίσιμα και πιο σύνθετα αρώματα από τις κλασικές ελληνικές ποικιλίες, δεν θα πρέπει να προβληματίζει κανένα. Απεναντίας, η παρουσία τους έχει αποδειχθεί θετική, διότι μας δίνει ένα πραγματικό μέτρο σύγκρισης (άλλο το καμπερνέ στο Μπορντό και άλλο εδώ) ενώ, σαν βελτιωτικές, μέσα στα χαρμάνια, συμβάλλουν στη δημιουργία περισσότερο πολύπλοκων κρασιών.

Στην Ελλάδα, έχουν καταγραφεί γύρω στις 300 γηγενείς ελληνικές ποικιλίες. Από αυτές τα 2/3 περίπου είναι οινοποιήσιμες ποικιλίες, ικανές δηλαδή να μας δώσουν καλής ποιότητας κρασιά. Όμως, μόνο γύρω στις 20 χρησιμοποιούνται ευρέως. Αυτό δεν σημαίνει πως υπάρχουν άλλες 200 ποικιλίες που περιμένουν καρτερικά να «ανακαλυφθούν» (αν και σίγουρα υπάρχουν κάποια παραγνωρισμένα «ταλέντα», όπως, το λαγόρθι). Οι ποικιλίες που έχουν επιβληθεί έχουν αποδείξει τις αρετές τους, και δεν απομένει παρά να γίνει μια πιο σωστή εκμετάλλευσή τους για να βελτιωθούν ακόμα περισσότερο. Σήμερα, σας παρουσιάζουμε τις δεκατέσσερις πιο βασικότερες ελληνικές ποικιλίες, με τα αρώματα που θεωρούνται σήμα-κατατεθέν για την καθεμιά.

Αγιωργήτικο

Το αγιωργήτικο είναι μαζί με το ξινόμαυρο οι καλύτερες ερυθρές ελληνικές ποικιλίες. Συναντάται όμως μόνο στην περιοχή της Νεμέας. Βέβαια επειδή η Νεμέα είναι μια ευρύτατη αμπελοοινική ζώνη, ευλογημένη με πολλών ειδών μικροκλίματα και κατά συνέπεια με πολλών ειδών αρωματικά, το αγιωργήτικο εκφράζεται πολυμορφικά. Όμως, εάν επρόκειτο να γενικεύσουμε, θα λέγαμε πως τα αρώματα που προέρχονται από τις οικογένειες των μπαχαρικών (κανέλα, γαρίφαλο, πιπέρι, γλυκόριζα, γλυκάνισο) και των πυρηνόκαρπων φρούτων (κεράσι, δαμάσκηνο), ειδικά αποξηραμένα. Ενίοτε, συναντάμε και το άρωμα της μπανάνας, όταν πρόκειται για αγιωργήτικο κρασί τύπου «νουβό» (θα λέγαμε, μάλιστα, πως είναι το μόνο κόκκινο ελληνικό κρασί που παρουσιάζει αυτό το χαρακτηριστικό άρωμα).

Συνώνυμα
Μαύρο Νεμέας, μαυρουδί Νεμέας.

Χαρακτηριστικές φιάλες φρουτωδών αρωμάτων
Cambello Σκούρας, Αμπελώνες Παπαϊωάννου, Αμάραντος Σχοινοχωρίτη, Μηδέν Άγαν Παπαντώνη, Νεμέα Μεγαπάνου.

Εξελιγμένα αρώματα μπαχαρικών
Κτήμα Παπαϊωάννου, Αγιωργήτικο Μπουτάρη, Νεμέα Σεμέλη, Κούρος Κουρτάκη.

Αθήρι

Η λευκή ποικιλία αθήρι είναι μια από τις πιο κομψές και πολλά υποσχόμενες ελληνικές ποικιλίες. Θεωρείται η αυτόχθων ποικιλία της Ρόδου, όπου και φύεται ευρέως (δίνει τα καλύτερα αποτελέσματα σε υψόμετρο, στις πλαγιές του όρους Αττάβυρος), αλλά υπάρχει και από πολύ παλιά στη Σαντορίνη σε πολύ μικρότερες ποσότητες. Έχει εγκλιματιστεί σχετικά εύκολα και στην ηπειρωτική Ελλάδα, ιδιαίτερα στη Χαλκιδική και στη Λακωνία. Τα ντελικάτα αρώματα του αθηριού είναι σαφώς φρουτώδη με το πεπόνι (που στη γευσιγνωσία θεωρείται εξωτικό φρούτο) και τα εσπεριδοειδή να υπερισχύουν (λεμόνι, πορτοκάλι).

Συνώνυμα
Ασπράθηρο, ασπραθήρι.

Χαρακτηριστικές φιάλες
Ρόδος 2400 Cair, Villare Emery, Μελισσάνθη Καρρά (με ασύρτικο).

Ασύρτικο

Με λίγη υπερβολή, θα μπορούσαμε να πούμε πως το ασύρτικο είναι στην οικογένεια των λευκών ποικιλιών ό,τι το αγιωργήτικο στις ερυθρές: πολυμορφικό, πολυδυναμικό και δημοφιλές! Μας δίνει κρασιά ελαφριά και φρουτώδη, με αιθέρια αρώματα, αλλά και κρασιά δυναμίτες, με βαριά, ελαιώδη αρώματα οξείδωσης π.χ, καρυδιού. Επιπλέον είναι η βάση των εξαιρετικών γλυκών κρασιών Visanto. Καθαρά κυκλαδίτικη ποικιλία με επίκεντρο δραστηριότητας τη Σαντορίνη, έχει μεταναστεύσει με επιτυχία στη Χαλκιδική και στην Πελοπόννησο. Πρόκειται, κατά γενική παραδοχή, για «δύσκολη ποικιλία», αλλά έχει κανείς την εντύπωση πως ακόμα δεν έχει πει τον τελευταίο της λόγο. Εάν υπάρχει ένα άρωμα σήμα-κατατεθέν του ασύρτικου (εφόσον το κρασί είναι φρέσκο και της «μοντέρνας» σχολής), τότε αυτό είναι το λεμόνι. Οι πολύ «εξειδικευμένες» μύτες ανιχνεύουν ενίοτε και ροδάκινα, αλλά γενικά δεν μπορούμε να πούμε πως το ασύρτικο συγκαταλέγεται ανάμεσα στις πιο αρωματικές ελληνικές ποικιλίες.

Χαρακτηριστικές φιάλες «φρέσκιας» σχολής
Σαντορίνη Μπουτάρη, Σαντορίνη Σιγάλας (Οία), Πλαγιές Αη-Λιά Παπαϊωάννου, Θαλασσίτης Παρασκευόπουλου.

Χαρακτηριστικές φιάλες «παραδοσιακής» σχολής
Νυχτέρι Μπουτάρη, Νυχτέρι Σάντο.

Βηλάνα

Η λευκή, κρητική ποικιλία Βηλάνα έχει ταλαιπωρήσει όσο καμμία άλλη τους οινολόγους, οι οποίοι προσπαθούν να εκμεταλλευτούν ένα κατά γενική ομολογία ενδιαφέρον αρωματικό δυναμικό, που συνδυάζεται, όμως, με τη φυσική τάση της ποικιλίας προς οξείδωση. Μια φρέσκια, επιτυχημένη βηλάνα αντλεί τα αρώματά της από τα εσπεριδοειδή, με προεξέχον το πορτοκάλι, καθώς επίσης λεμόνι και μήλο. Ευδοκιμεί κατά κύριο λόγο στα Πεζά και στις Αρχανές, στα περίχωρα του Ηρακλείου.

Συνώνυμα
Βελάνα.

Χαρακτηριστικές φιάλες
Μινωικό Μίνως, Κρητικός Τοπικός Μπουτάρης, Κρητικός Τοπικός Κουρτάκης, Αρμάντι Συν/μου Αρχανών, Ξερολιθιά Κρέτα Ολυμπίας.

Λημνιό

Το Λημνιό είναι η ερυθρά ποικιλία της Λήμνου, όπου, όμως, είναι γνωστή σαν «καλαμπάκι»! Φύεται ευρέως στην ανατολική Μακεδονία, αλλά μέχρι στιγμής έχει δώσει τα καλύτερα αποτελέσματα στη Χαλκιδική, στο Κτήμα Καρρά. Ένα ώριμο λημνιό εκφράζεται αρωματικά με γοητευτικά φυτικά και ανθώδη αρώματα θυμαριού, αλλά και βιολέτας, καθώς και πιπεριού. Πρόκειται για μια καθαρά μεσογειακή ποικιλία, σχετικά εύκολα αναγνωρίσιμη στο ποτήρι, άρα με τυπικότητα και μέλλον, σαν εκπρόσωπος του ελληνικού αμπελώνα. Το μόνο της ελάττωμα είναι ότι δεν επιδέχεται καθόλου παλαίωση.

Συνώνυμα
Καλαμπάκι, λημνιώτικο, ντούρου-κάρα.

Χαρακτηριστικές φιάλες
Λημνιό Κτήμα Καρρά, Καλαμπάκι Συν/μου Λήμνου.

Μανδηλαριά

Η μανδηλαριά είναι γέννημα- θρέμμα του Αιγαίου πελάγους και είναι μια από τις ποικιλίες εκείνες που προβληματίζουν έντονα τους οινοπαραγωγούς: όλοι διαισθάνονται ότι πίσω από τη «στριμμάδα» της κρύβεται ένα γλυκό, καλό «κοριτσάκι», αλλά κανείς δεν μπορεί να το κάνει να βγει προς τα έξω. Προς το παρόν ένα είναι βέβαιο: μόνη της η Μανδηλαριά μάς δίνει κρασιά υπέρμετρα τραχιά, γι αυτό και συνήθως συνδυάζεται είτε με λευκή μονεμβασιά (Πάρος) είτε με το ήπιο, ερυθρό κοτσιφάλι (Κρήτη). Εκφράζεται, όπως είναι αναμενόμενο, με καθαρά μεσογειακά αρώματα που μπορεί να είναι άκρως γοητευτικά: κανέλα, θυμάρι, δαμάσκηνα, δέρμα, φρούτα σε κομπόστα... Ακόμη και ευωδιά δέρματος μπορεί να συναντήσουμε σε παλαιωμένες φιάλης κρητικών κρασιών.

Συνώνυμα
Μαντηλάρι, αμοργιανό, μαύρη κουντουρά, κουτουρά, κούντουρο, μαύρη δούμπραινα.

Χαρακτηριστικές φιάλες
Πάρος ΟΠΑΠ, Αρχανές ΟΠΑΠ, Πεζά ΟΠΑΠ

Μαυροδάφνη

Η κλασική και ανεπανάληπτη έκφραση της μαυροδάφνης είναι το ομώνυμο γλυκό κρασί που χαίρει, μάλιστα, ελεγχόμενης ονομασίας προέλευσης, στα περίχωρα της Πάτρας. Θυμίζει παλαιωμένο Tawny Port, αλλά δυστυχώς δεν είναι το ίδιο δημοφιλές! Αρωματικά, κινείται σε επίπεδα ξηρών καρπών (σταφίδα, δαμάσκηνο, σύκο), σε νεαρή ηλικία, αργότερα εμφανίζει αρώματα σοκολάτας, καφέ, κακάο και ευγενών μπαχαρικών (γαρίφαλο, γλυκάνισο... ). Πάντοτε, υπάρχει ένα ευχάριστο φόντο φρούτων σε διάφορα στάδια εξέλιξης (φρέσκα, σε κομπόστα, σε αλκοόλ, ξηρά... ). Με άλλα λόγια, η παραγνωρισμένη μαυροδάφνη μπορεί να μας δώσει μερικά από τα πιο πλούσια σε αρώματα ελληνικά κρασιά, αλλά είναι αλήθεια πως κανείς παραγωγός δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή που να ασχολείται σοβαρά μαζί της. Η μαυροδάφνη μπορεί να δώσει και ξηρά κόκκινα κρασιά, τα οποία, όμως, δεν θα συναντήσουμε ποτέ σκέτα, αφού χρησιμοποιούνται περισσότερο για να προσδώσουν λίγο άρωμα και δομή σε χαρμάνια με αργιωργήτικο και καμπερνέ.

Συνώνυμα
Μαυροδαφνίτσα, μαυροδράμη.

Χαρακτηριστικές φιάλες
Μαυροδάφνη Πατραϊκής.

Μοσχάτο

Θα μπορούσε να αποκαλεστεί η ποικιλία-βασιλιάς του ελληνικού αμπελώνα, εάν η καλλιέργειά της δεν ήταν τόσο περιορισμένη. Συναντάται στη Σάμο, στην Πάτρα (μοσχάτο λευκό) και στη Λήμνο (μοσχάτο Αλεξανδρείας). Τα μοσχάτα είναι γνωστά κυρίως σαν γλυκά κρασιά, με πανέμορφα εξωτικά και φρουτώδη αρώματα κυδωνιού, ανανά, βερίκοκου και μέντας. Το μοσχάτο Λήμνου, ειδικά, συχνά μας γνωστοποιεί την παρουσία του με αρώματα τριαντάφυλλου. Τα λιαστά μοσχάτα έχουν χαρακτηριστικά αρώματα μελιού, κηρήθρας, κεριού... Και στα δυο νησιά (Σάμος, Λήμνος) οι οινολόγοι έχουν πειραματιστεί επιτυχώς στην παραγωγή ξηρών μοσχάτων κρασιών, τα οποία εκφράζονται ως επί το πλείστον μόνο με το καθαρά ποικιλιακό άρωμα του μοσχάτου.

Συνώνυμα μοσχάτου λευκού
Μοσχούδι, μοσχάτο Σάμου.

Συνώνυμα μοσχάτου Αλεξανδρείας
Αγγλικό, αποστολιάτικο.

Χαρακτηριστικές φιάλες
Σάμος ΟΠΑΠ, Λήμνος ΟΠΑΠ, Μοσχάτος Πατρών ΟΠΑΠ και Σάμος Νέκταρ (λιαστό). Ξηρά: Σάμαινα Gold, Λήμνος.

Μοσχοφίλερο

Το κλασικό και αυθεντικό «μοσχοφίλερο» είναι εκείνο του οροπεδίου της Μαντινείας -σε άλλα μέρη, ακόμα και στη γειτονική Λακωνία, η ίδια ποικιλία αποκαλείται «φιλέρι». Είναι πιθανόν το μοσχοφίλερο (με την εξαίρεση φυσικά του μοσχάτου) να είναι η πιο εύκολα εντοπίσιμη λευκή ποικιλία, σε «τυφλή» γευστική δοκιμή. Μάλιστα, όταν υπεισέρχεται σε χαρμάνια με άλλα λευκά κρασιά, ακόμα και σε μικρό ποσοστό, η «έμπειρη» μύτη αμέσως την εντοπίζει. Όπως φαίνεται, το χαρακτηριστικό άρωμα ενός καλού μοσχοφίλερου είναι το τριαντάφυλλο, για την ακρίβεια τα ροδοπέταλα. Δεν είναι ένα άρωμα που αρέσει σε όλους, μερικοί δε, καχύποπτοι καταναλωτές, νομίζουν πως πρόκειται για τεχνητό άρωμα που προστέθηκε εκ των υστέρων! Σε πιο πολύπλοκα κρασιά, το άρωμα αυτό πλαισιώνεται από διακριτικά αρώματα μέντας, αλλά και λεμονιού.

Χαρακτηριστικές φιάλες
Όλες οι Μαντινείες ΟΠΑΠ.

Ντεμπίνα

Η λευκή ποικιλία ντεμπίνα μάς δίνει τα ομώνυμα κρασιά της Ηπείρου που αποτελούν και τη μοναδική ονομασία προέλευσης του νομού Ιωαννίνων. Για να εκτιμήσει κανείς πραγματικά την ντεμπίνα, πρέπει να πιει τα κρασιά της όσο το δυνατόν πιο φρέσκα και, εάν είναι δυνατόν, επιτόπου. Θα διαπιστώσει ευγενή αρώματα μήλων και αχλαδιών, που πολύ θυμίζουν κάποια κρασιά της βόρειας Ιταλίας και ειδικά του Veneto. Η ντεμπίνα μπορεί να μη φημίζεται για την πολυπλοκότητα των γεύσεών της, αλλά είναι γεγονός πως όταν είναι σε καλή κατάσταση, η αιχμηρότητα των αρωμάτων της εντυπωσιάζει. Επίσης, είναι μια ποικιλία που έχει τη δυνατότητα να μας δώσει και ευχάριστα αφρώδη και ημίξηρα κρασιά.

Χαρακτηριστικές φιάλες
Ζίτσα Συν/μου Ζίτσας, Ζίτσα Primus Γλυνάβου.

Ξινόμαυρο

Δεν συμβαίνει συχνά, αλλά όταν συμβεί (π.χ. το 1990), η Νάουσα (το «άντρο» του ξινόμαυρου) μπορεί να μας δώσει πραγματικά μεγάλα κρασιά: τα καλύτερα της Ελλάδας ... Δεν είναι εξάλλου τυχαίο πως ο κατάλογος των αρωμάτων του ξινόμαυρου είναι όχι μόνο ο πιο μακροσκελής, αλλά και ο πιο ευρύς: αρώματα φρουτώδη, ανθέων, μπαχαρικών, καραμελιζέ, ξύλου... Τυπικά αρώματα μπορεί να θεωρηθούν εκείνα του κυδωνιού, του φραγκοστάφυλου (χαρακτηριστικό μεγάλων κρασιών και σπάνιο στην Ελλάδα), της φράουλας, της ελιάς, της ντομάτας, της βιολέτας... Η ώριμη φράουλα και η ντομάτα συναντιούνται ιδιαίτερα στα ροζέ από ξινόμαυρο (π.χ. Αμύνταιο). Στη Γουμένισσα και στη Ραψάνη ο χαρακτήρας του ξινόμαυρου δεν είναι τόσο εμφανής, αφού συμμετέχουν και άλλες ποικιλίες στα κρασιά αυτά.

Συνώνυμα
Μαύρο Νάουσας, μαύρο Ναουστινό, ποπόλκα, πιπόλκα, νιάουσα, νιαουστινό.

Χαρακτηριστικές φιάλες
Όλες οι Νάουσες ΟΠΑΠ.

Σαββατιανό

Η πιο γνωστή και πιθανόν η πιο διαδεδομένη ελληνική ποικιλία μάς είχε συνηθίσει για πολλά χρόνια σε αρώματα εξαιρετικά χαμηλής έντασης. Τελικά αποδεικνύεται πως δεν έφταιγε αυτή! Ο πρώιμος τρυγητός και η σύγχρονη οινοποίηση ήταν δύο μόνο από τις μεθόδους που έχουν χρησιμοποιηθεί τελευταία για να αναβαθμίσουν γευστικά την ποικιλία αυτή, η οποία, σας διαβεβαιώνουμε, είναι ικανή να ξεγελάσει και τον πιο έμπειρο γευσιγνώστη (συχνά μοιάζει με... σοβινιόν). Τα αρώματά της είναι είτε φυτικά (άχυρο) είτε φρουτώδη (τροπικά φρούτα και ιδιαίτερα μάνγκο), ροδάκινα. Μερικές φορές μπορεί να έχουμε και κάποιες νότες ρητίνης (δίχως φυσικά να είναι ρετσίνα). Πατρίδα του Σαββατιανού θεωρείται η Στερεά Ελλάδα και η Εύβοια, είναι δε η μοναδική λευκή ποικιλία που καλλιεργείται στην Αττική. Στα βόρεια τμήματα της Αττικής (Αφιδνές, Κιούρκα... ) έχει την ιδιαιτερότητα να διατηρεί υψηλότερα επίπεδα οξύτητας, γι αυτό και είναι περιζήτητη.

Συνώνυμα
Σταματιανό, σαββαθιανό, περαχωρίτης, περαχωρίτικο, άσπρη κουντούρα, άσπρη δούμπραινα, άσπρη τσουμπρενα, ντομπρένα, σακέικο.

Χαρακτηριστικές φιάλες
Σατό Μάτσα, Σεμέλη λευκό, Αττικός Τοπικός Καμπά.

Ροδίτης

Ο ροδίτης είναι ένας «μεγάλος ταξιδιώτης», ευπροσάρμοστος και ευπρόσδεκτος σε ολόκληρη την ηπειρωτική, τουλάχιστον, Ελλάδα. Μας δίνει τον καλύτερό του εαυτό στην περιοχή της Πάτρας και ειδικά στην ορεινή Αχαΐα, καθώς και στη Μακεδονία, στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης. Στη νότια Ελλάδα, όταν οι στρεμματικές του αποδόσεις είναι χαμηλές, μπορεί να θυμίσει τροπικά (ανανάς) ή και λευκόσαρκα φρούτα (μήλο, αχλάδι, ροδάκινο). Στη βόρεια Ελλάδα τα αρώματά του είναι περισσότερο φρέσκα και αιχμηρά, εσπεριδοειδών και μήλων.

Συνώνυμα
Ροϊδίτης, ράιδο, ρογδίτης, κοκκινοστάφυλο, κοκκινάρα, κανελάτο, λιτσιτσίνες, σουρβιώτης.

Χαρακτηριστικές φιάλες
Κούρος Κουρτάκη, Ασπρολίθι, Αμπελώνας Παπαϊωάννου, Cambello Σκούρας, Αλεξάνδρειος Λίγα, Αμπελώνες Μεσημβρίας Μπαμπατζιμόπουλου.

Ρομπόλα

Επτανησιακή, και για την ακρίβεια, κεφαλονίτικη ποικιλία, που θεωρείται από πολλούς μια από τις εκλεκτότερες λευκές ποικιλίες της Ελλάδας. Μάλιστα, έχει περάσει με επιτυχία και τις εξετάσεις του ξενιτεμού, έχοντας φυτευτεί και στην Αταλάντη (Κτήμα Χατζημιχάλη), όπου δίνει εξίσου ενδιαφέροντα κρασιά. Η ρομπόλα εκφράζεται με αρώματα ανανά, μήλων, ροδάκινων, πορτοκαλιού και λεμονιού. Με άλλα λόγια η αρωματική της οικογένεια είναι καθαρά φρουτώδης, αλλά η ένταση των αρωμάτων είναι πολύ ικανοποιητική, όταν γίνεται προσεγμένη οινοποίηση.

Συνώνυμα:
Ασπρορομπόλα, ρομπόλα κέρινη.

Χαρακτηριστικές φιάλες
Ρομπόλα «Ελιός» Μεταξά.

Επίσης...

Κρασί και BBQ: συνδυασμός φωτιά

Όταν σκεφτόμαστε barbeque, το μυαλό μπορεί αυτομάτως να ταιριάζει τα ζουμερά κρεατικά με την εικόνα μιας παγωμένης μπύρας να ιδρώνει πλάι τους. Στην πραγματικότητα, όμως, το βουτυράτο καραμέλωμα με το οποίο προικίζεται το κρέας απ’ το λίπος του κι η μυρωδάτη κάπνα που παίρνει μαζί του απ’ τα κάρβουνα, στήνουν ιδανικό καμβά για πεντανόστιμα οινικά παντρέματα, που μπορούν να ξεκλειδώσουν νέους γευστικούς ορίζοντες. Αρκεί να βρούμε τα σωστά κλειδιά!

Περισσότερα από

Κρασί

Τα οινικά αστέρια των Χρυσών Σκούφων 2022

Tο Κτήμα Γεροβασιλείου έφερε αρωματική και γευστική φινέτσα στο dinner de gala, με τις πιο εκλεκτές ετικέτες του να συμπληρώνουν τις σπουδαίες γεύσεις της μοναδικής βραδιάς.

Πάστα και κρασί: μια σχέση αγάπης

Από τη μακαρονάδα «της στιγμής» στο σπίτι, ως τις «γευστικές-creatίοns» των καλών ιταλικών εστιατορίων, η καρδιά και ο ουρανίσκος των Ελλήνων συγκινείται πάντοτε στη θέα, την οσμή, την ιδέα της πάστα. Και τι καλύτερο, τι πιο γαργαλιστικό για να την συνοδεύσει, από ένα καλό μπουκάλι κρασί; Ιδίως αν είναι, βέβαια, το σωστό μπουκάλι κρασί.

Κέικ Κρασιού

Πώς θα φτιάξεις κέικ κρασιού.

Σουπιές Κρασάτες στο Φούρνο

Η συνταγή για σουπιές κρασάτες στο φούρνο.

Το Peloponnese Wine Festival δηλώνει παρουσία στις 21/2

Το οινικό event, που συγκεντρώνει εκατοντάδες οινόφιλους, θα διεξαχθεί στο ξενοδοχείο Royal Olympic της Αθήνας, τη Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου…

Η οινική εκπαίδευση συναντά τη φιλοξενία

Τα κορυφαία προγράμματα σπουδών του «Le Monde» εμπλουτίζονται εγκαινιάζοντας τη νέα συνεργασία του κορυφαίου εκπαιδευτικού ομίλου με τον παγκόσμιο πρωτοπόρο της εκπαίδευσης οίνων και αποσταγμάτων WSET.

My Xmas Pairings: Tα αγαπημένα μας κρασιά συμπληρώνουν τις γεύσεις των γιορτινών μας πιάτων

Μαζί με τα My market, σας βοηθάμε με την οργάνωσή του, ετοιμάζοντας ένα πλήρες μενού για το εορταστικό τραπέζι.