Γνωριμία με την οικογένεια και το οινοποιείο Λύκου
Το οινοποιείο Λύκου αποτελεί την καλύτερη αφορμή για να κάνεις μια εκδρομή μέχρι τη Μαλακώντα Ευβοίας, διασχίζοντας την ενδιαφέρουσα αμπελουργική ζώνη του Ληλαντίου. Η εμπειρία ξεκινάει από το πανέμορφο οινοποιείο, με μια ξενάγηση στους χώρους παραγωγής και ιδιαίτερα στις κάβες με τα ζωγραφισμένα δρύινα βαρέλια και ολοκληρώνεται με ένα ιδανικό δείπνο στο εστιατόριο της οικογένειας.
Μια ολόκληρη οικογένεια έχει αφιερώσει τη ζωή της στην παραγωγή του κρασιού. Ο παππούς Λύκος, πριν από σαρανταπέντε χρόνια περίπου, άνοιξε την κουκλίστικη ταβέρνα και δίπλα της ένα πέτρινο πατητήρι. Ο γιος Απόστολος ανέλαβε να πάει τα πράγματα αρκετά παρακάτω, ανεβάζοντας όχι μόνο τις γαστρονομικές προτάσεις του εστιατορίου, αλλά δημιουργώντας και ένα εντυπωσιακό οινοποιείο.
Σήμερα, η οικογένεια υπογράφει μια πλήρης συλλογή κρασιών με ελληνικές και διεθνείς ποικιλίες, για όλα τα γούστα. Υπάρχουν ετικέτες με καθημερινά value for money κρασιά, premium εκδοχές, σπουδαίες οινοποιήσεις και βραβευμένες φιάλες. Το ενδιαφέρον είναι ότι ολόκληρη η οικογένεια είναι πολύ δραστήρια και συμμετέχει στις εξελίξεις του οινοποιείου. Ο γιος Δημήτρης Λύκος έχει αναλάβει πολύ δυνατά το κομμάτι των πωλήσεων και της προώθησης των κρασιών, αποδεικνύοντας τη συμβολή της σημερινής γενιάς. Η νέα γενιά αναλαμβάνει τα ηνία και δίνει τις σωστές δόσεις εξωστρέφειας…
- Πώς αποφάσισες να ασχοληθείς και εσύ με το κρασί;
- Παρακολουθούσα τον τρόπο ζωής της οικογένειάς μου, που περιστρεφόταν γύρω από το κρασί και μυήθηκα σε αυτό από πολύ μικρή ηλικία. Οι άντρες της οικογένειας είχαν πάντα σαν κύριο μέλημα το κρασί και η καθημερινότητα τους σχετιζόταν με την παραγωγή και την απόλαυσή του. Θυμάμαι να γυρνάνε μέσα στο οινοποιείο με ένα ποτήρι και να δοκιμάζουν από τα βαρέλια και τις δεξαμενές. Μεγάλωσα με αυτό και έγινε και για εμένα τρόπος ζωής, χόμπι, αγάπη και συνήθεια. Μπορεί για κάποιους να φαίνεται ότι είναι ένα επάγγελμα, αλλά για εμένα το κρασί είναι ζωή, πολιτισμός, κουλτούρα, οικογένεια, ανταμοιβή και ευχάριστο, δημιουργικό άγχος.
- Ποιος είναι ο ρόλος σου στο οινοποιείο; Και τι αγαπάς περισσότερο σε αυτόν;
- Από παιδί ξεκίνησα βοηθώντας στις εμφιαλώσεις και γεμίζοντας νταμιτζάνες χύμα κρασί για την ταβέρνα. Μεγαλώνοντας, ασχολήθηκα με τον τρύγο και εκεί με μάγεψε πραγματικά το κρασί. Κάθε ποικιλία είναι κάτι διαφορετικό και αυτό με εντυπωσιάζει από τότε. Μπορεί να μην έχω σπουδάσει οινολογία, αλλά οι περισσότερες πλέον οινοποιήσεις περνάνε από τα χέρια μου. Ωστόσο, άλλο ένα κομμάτι με το οποίο ασχολούμαι ενεργά είναι το προφίλ του οινοποιείου και η τοποθέτησή του τόσο στην εγχώρια όσο και στη διεθνή αγορά. Ειλικρινά, δε θα μπορούσα να ξεχωρίσω κάτι που αγαπώ περισσότερο από τα δυο, κάθε ρόλος είναι ιδιαίτερος και ξεχωριστός.
- Τι υπήρχε που δεν σε ικανοποιούσε στο οινοποιείο από την προηγούμενη γενιά και το άλλαξες ή τι νέο έφερες εσύ;
- Ένα οινοποιείο στημένο από το 1989 είναι λογικό να φέρει και παλιότερες αντιλήψεις και μεθόδους. Όταν η επόμενη γενιά ξεκίνησε να ασχολείται, συνέβαλε στον εκσυγχρονισμό. Έχουμε αλλάξει τη μορφή σχεδόν σε όλες τις ετικέτες και μόνο αυτό έχει βοηθήσει στο να αλλάξει ο τρόπος που μας αντιμετωπίζει σήμερα η αγορά. Πιστεύω, λοιπόν, ότι αυτό που έφερα εγώ και τ’ αδέλφια μου είναι μια πιο φρέσκια εικόνα.
- Ποια είναι, κατά τη γνώμη σου, τα ισχυρά χαρτιά της ελληνικής οινοποιίας και ποια τα μειονεκτήματά της;
- Αναμφισβήτητα, οι γηγενείς ποικιλίες μας και ο χαρακτήρας τους. Και αυτό, γιατί μπορούν να ξεχωρίσουν και να συναγωνιστούν τις ποικιλίες άλλων χωρών. Επίσης, το ιδιαίτερο μικροκλίμα της Ελλάδας. Δυστυχώς, όμως, μειονεκτούμε στον τομέα της προώθησης και της σωστής τακτικής marketing, ειδικά σε ό,τι αφορά την προβολή μας εκτός συνόρων. Αν συνεχίσουμε να προσπαθούμε να βγάλουμε το ελληνικό κρασί στο εξωτερικό ανταγωνιστικά μεταξύ μας και όχι σαν συναγωνιστές, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να αναδείξουμε τον ελληνικό αμπελώνα.