Βλέπει το κρασί σαν σύντροφο. Βρίσκει συναρπαστική τη δυναμική του, που περιλαμβάνει όλο τον κύκλο της ζωής: γεννιέται, ωριμάζει, γερνάει, πεθαίνει. Είναι Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Οινοχόων και μάλιστα ένα από τα ιδρυτικά μέλη, από το 1997, την περίοδο που οι σομελιέ στην Ελλάδα ήταν ελάχιστοι. Δουλεύει στην Οινότρια Γη του Λαζαρίδη, ένα χώρο διοργάνωσης εκδηλώσεων, όπου γίνονται και σεμινάρια κρασιού που κάνει ο ίδιος προσωπικά. Επίσης διδάσκει και στη σχολή του Κωνσταντίνου Λαζαράκη.
Ως πρόεδρος της Ένωσης Σομελιέ «χρεώνεται» με μια έντονη προσφορά στον κλάδο του, αφού η ελληνική Ένωση έπαιξε σημαντικό ρόλο και για την αντιπροσώπευσή μας ως Ελλάδα και στην παγκόσμια Ένωση Σομελιέ. Το 1998 έγινε και μέλος της παγκόσμιας Ένωσης, άρχισε να διοργανώνει επισκέψεις, σεμινάρια, συμμετοχές σε επιτροπές, με αποκορύφωμα τη διοργάνωση του 11ου παγκόσμιου διαγωνισμού σομελιέ στην Ελλάδα το 2004, όπου ο ίδιος ήταν τεχνικός διευθυντής. Η διοργάνωση ήταν πολύ επιτυχής και ανέβασε πολύ τη χώρα μας και το ελληνικό κρασί. Όλοι οι συμμετέχοντες στο διαγωνισμό, οι οποίοι ουσιαστικά είναι opinion leaders στο χώρο, πήραν το μήνυμα ότι κάτι γίνεται σε αυτή τη χώρα. Το πρόγραμμα κράτησε έξι μέρες, ξεκινώντας από τη Σαντορίνη όπου οι σομελιέ από όλον τον κόσμο είχαν την ευκαιρία να δουν και να δοκιμάσουν τα κρασιά του σαντορινιού αμπελώνα.
Όπως μου εξηγεί, είναι προφανές ότι οι επαγγελματίες σομελιέ ψάχνουν για γηγενείς ποικιλίες. «Για αυτές πήραμε πολύ κολακευτικά σχόλια. Ξαφνικά η Σαντορίνη, το Μοσχοφίλερο, η Νεμέα και η Νάουσα έγιναν παγκοσμίως γνωστές. Από τότε αρκετοί από τους σομελιέ πρόσθεσαν ελληνικά κρασιά στις λίστες τους».
Τον ρωτάω για το ρόλο του σομελιέ στην Ελλάδα. «Είναι πλέον σαφής, αλλά χρειάζεται δουλειά και βελτίωση μέσω της Ένωσης, αλλά και προσωπικά του καθενός. Οι σημερινοί σομελιέ προσπαθούν πολύ και το επίπεδο έχει ανέβει. Ωστόσο, ακόμη και στο χώρο των σομελιέ δεν υπάρχει ‘‘ευρεία’’ γνώση. Στο εξωτερικό αφιερώνουν πολύ χρόνο στη θεωρία, έχουν όμως και μεγαλύτερη υποστήριξη από τους οινοπαραγωγούς. Ο Έλληνας σομελιέ δεν έχει την ίδια υποστήριξη. Ταυτόχρονα, πολλοί Έλληνες εξακολουθούν να θεωρούν υπερβολή την ύπαρξη του οινοχόου. Τελικά όμως όσοι ρωτούν πάντα κερδίζουν. Αλλά αυτό συμβαίνει σπάνια».