Follow us

Ο κύριος Petrus

Ο ιδιοκτήτης του Chateau Petrus, του ακριβότερου κρασιού στον κόσμο, Christian Moueix, ήρθε στην Ελλάδα για ένα σεμινάριο που διοργάνωσε η εταιρεία WSPC και μίλησε στην Ντένη Καλλιβωκά για τον ίδιο, με άξονα το πολύτιμο κρασί του Chateau Petrus.

Ο κύριος Petrus

Αν και είναι μάλλον ο πιο σημαντικός άνθρωπος στον παγκόσμιο χάρτη του κρασιού και ιδιοκτήτης, εκτός του Chateau Petrus, άλλων εννέα chateaux στην περιοχή Pomerol στο Bordeaux, καθώς και του οινοποιείου Dominus στην Καλιφόρνια, είναι εξαιρετικά συνεσταλμένος. Κομψός, σίγουρα ιπποτικός, ο Christian Moueix, είναι ένας άνθρωπος με αύρα που εκπέμπει ποιότητα μοναδική. Πιθανόν, αυτή που βρίσκουμε και μέσα στα κρασιά του – ίσως τα ακριβότερα στον κόσμο. Νεανική ματιά, παθιασμένες, αλλά με απόλυτο έλεγχο κινήσεις. Ένα χαμόγελο από το οποίο ξεφεύγει ένα παιχνίδισμα.

Πώς ήταν το περιβάλλον όπου μεγαλώσατε;
Christian Moueix: Ο πατέρας μου ήταν ένας άνθρωπος εξαιρετικής ποιότητας, με βαθιά κουλτούρα, ένας πραγματικός αριστοκράτης, παρ’ όλο που η καταγωγή του ήταν από οικογένεια πολύ μέτριας οικονομικής κατάστασης. Η εκπαίδευση που πήραμε, ο αδερφός μου Jean Francois και εγώ, ήταν αρκετά αυστηρή. Στο σπίτι μου δεν μιλούσαμε για χρήματα, κουβεντιάζαμε ελάχιστα για κρασί, αλλά συζητούσαμε πολύ για πολιτισμό. Κάναμε με τον πατέρα μας συζητήσεις για τέχνη –ήταν παθιασμένος συλλέκτης έργων τέχνης– και για ποίηση, σχεδόν καθημερινά. Μιλούσαμε περισσότερο για τον Paul Eluard παρά για το αν το Chateau Latour είναι καλύτερο από το Ch#teau Margot. Το κρασί ήταν κομμάτι της ζωής μας, αλλά τότε, πενήντα χρόνια πριν, δεν συνδεόταν με τα χρήματα. Δεν το έβλεπαν ως επιχείρηση, αλλά ως καθημερινή ευχαρίστηση.

Η οικογένειά σας ήταν ανέκαθεν ιδιοκτήτες του Chateau Petrus;
Ch. M.: Ο πατέρας μου ξεκίνησε ως έμπορος κρασιών το 1937. Ήταν ταλαντούχος άνθρωπος και είχε ένα απίστευτο ταλέντο στο μάρκετιγκ. Εμπορευόταν το κρασί με τέτοια κομψότητα, που έκανε όλη τη διαφορά. Ταυτόχρονα είχε και την προνοητικότητα στις αρχές του ’50 να συνειδητοποιήσει ότι, για να εξασφαλίσει τη θέση του ως έμπορος κρασιού, έπρεπε να αποκτήσει και τους δικούς του αμπελώνες. Αγόρασε το Petrus κατά το ήμισυ το 1954 και μετά η οικογένεια, εγώ και ο αδερφός μου, το αγοράσαμε ολοκληρωτικά στα τέλη του ’60. Αλλά σας πληροφορώ ότι όταν εγώ μπήκα στη δουλειά τη δεκαετία του ’70, το Petrus δεν είχε κατά κανέναν τρόπο τη φήμη που έχει σήμερα.

Υπήρχε κάποια φάση στη ζωή σας που είπατε, «Αυτό θέλω να κάνω στη ζωή μου»;
Ch. M.: Πρέπει να πω ότι η επιλογή μου ήταν ότι... δεν είχα καμία επιλογή. Ο πατέρας μου ήταν ένας πολύ αυταρχικός άνθρωπος και τα δύο του πάθη ήταν η τέχνη και το κρασί. Ο αδερφός μου ενδιαφερόταν για τη Φιλολογία λίγο περισσότερο από εμένα και έτσι ο πατέρας μας αποφάσισε ότι εκείνος θα ακολουθούσε την κατεύθυνση τέχνη και εγώ την παραγωγή. Και πάνω κάτω έτσι έγινε. Εγώ πήγα να σπουδάσω γεωργία και εργονομία, μετά συνέχισα τις σπουδές μου στο Davis στην Καλιφόρνια, και μου άρεσε. Αλλά, ειλικρινά, δεν το επέλεξα.

Το κρασί είναι πάθος. Και το αγαπάτε πολύ. Είστε άνθρωπος των παθών;
Ch. M.: Πολύ φοβάμαι, πως ναι! Και η προσπάθειά μου είναι τα ελέγχω. Ακόμα και στα εξήντα μου χρόνια σήμερα, δυσκολεύομαι πολύ.

Ποια είναι η σχέση σας με το κρασί;
Ch. M.: Λατρεύω το κρασί. Να το πίνω με φαγητό, με φίλους. Επίσης λατρεύω την αμπελοκαλλιέργεια. Ελπίζω στο άμεσο μέλλον να έχω λιγότερη δουλειά μέσα στην εταιρεία, ώστε να περνώ περισσότερο χρόνο στα αμπέλια. Η ξεκούρασή μου είναι να δουλεύω στα αμπέλια. Αγαπώ να κλαδεύω το χειμώνα, να συμμετέχω στη συγκομιδή. Η φυσική εργασία είναι πολύ σημαντική για μένα. Αυτό είναι το πάθος μου τελικά: η αμπελοκαλλιέργεια. Ίσως μεγαλύτερο και από το ίδιο το κρασί.

Θεωρείτε το κρασί έργο τέχνης;
Ch. M.: Ναι. Και μάλιστα για μένα το τέλειο κρασί είναι εκείνο που ακόμα δεν έχει φτιαχτεί. Μπορεί να το πλησίασα, με το Petrus 1998 έφτασα κοντά: το άγγιξα, οραματίστηκα. Αλλά είναι ένας στόχος που δεν έχει επιτευχθεί. Γι’ αυτό θα μπορούσαμε να πούμε ότι το κρασί είναι ένα έργο τέχνης. Γιατί όπως και στην τέχνη, ένας καλλιτέχνης φτιάχνει κάτι που το θεωρεί τέλειο και μετά θέλει να ξεκινήσει ξανά, να κάνει κάτι καλύτερο.

Δείχνετε άνθρωπος πολύ χαμηλού προφίλ. Πώς αυτό συνάδει με το ότι είστε ιδιοκτήτης ενός chateau όπως το Petrus; Πώς καταφέρνετε αυτή την ισορροπία;
Ch. M.: Για μένα είναι πολύ απλό. Πρώτον, επειδή η θρησκεία παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή μου, έχω τη διαρκή αίσθηση του πόσο εύθραυστη είναι η ζωή. Κάθε μέρα που ξυπνώ ξέρω ότι μπορεί το βράδυ να μην υπάρχω. Είναι τέτοια η αίσθηση της fragilite, [του «ευθραύστου»] που έχω, ώστε απολαμβάνω τη ζωή καθημερινά πάρα πολύ, με τα μικρά της πράγματα. Διάβασα το χειμώνα όλο το έργο του Ευριπίδη, του Σοφοκλή του Αισχύλου. εκεί γίνεται τόσο έντονη η αίσθηση αυτού του «ευθραύστου» της φύσης μας και τελικά η γραμμή ανάμεσα στη μεγάλη χαρά και στην καταστροφή δείχνει να είναι τόσο λεπτή, σαν μια ανάσα αέρα.

Δηλαδή, τι είναι εκείνο που σας καθοδηγεί;
Ch. M.: Ο στόχος της ζωής μου είναι η αναζήτηση «σημαδιών». Eίμαι απολύτως πεπεισμένος, άσχετα με τη θρησκεία, ότι υπάρχουν «σημάδια». Ξέρω ότι μελετώντας τα, καταλαβαίνεις και τον τρόπο που συνδέονται τα γεγονότα στη ζωή. Έτσι, όταν κάνω ένα λάθος, ξέρω ότι θα πληρώσω – και μερικές φορές ξέρω και τον τρόπο με τον οποίο θα πληρώσω. Αυτή η σύνδεση των γεγονότων είναι από τα πιο συναρπαστικά πράγματα στη ζωή.

Τι εννοείτε όταν λέτε ότι θέλετε να είστε ο «Αριστοτέλης του κρασιού»;
Ch. M.: Ο Αριστοτέλης είπε, «Η ποιότητα βρίσκεται στην ισορροπία. Και η αποφυγή των καταχρήσεων έχει θετικά αποτελέσματα». Αυτό ακριβώς.

Υπάρχει τελειότητα;
Ch. M.: Όχι, δεν υπάρχει. Η τελειότητα καθορίζεται από ανθρώπους. Και οι άνθρωποι είναι υποκειμενικοί. Μπορεί ένα μπουκάλι Petrus 1998 που θα πιω μαζί σας να έχει άλλη γεύση από εκείνο που θα πιω με άλλη παρέα. Υπάρχουν τόσοι εξωτερικοί παράγοντες που επηρεάζουν το κρασί...

Λίγα κρασιά βελτιώνονται με την ηλικία, αλλά αυτά είναι και τα μεγάλα κρασιά. Εμείς; Βελτιωνόμαστε με την πάροδο του χρόνου;
Ch. M.: Σωματικώς παρακμάζουμε. Γενικά βελτιωνόμαστε, μόνο όταν έχουμε την ικανότητα να αναλύουμε αυτά που μας έμαθε η ζωή τα προηγούμενα χρόνια. Δεν είναι θέμα εμπειρίας, αλλά φιλοσοφίας. Να μπορείς να βρεις τα αίτια των επιτυχιών και των αποτυχιών.

Τι σημαίνει για εσάς η Καλιφόρνια;
Ch. M.: Όταν βρήκα το σημείο όπου παράγεται τώρα το Dominus, ήταν χειμώνας του 1981 και ήμουν με ένα φίλο. Μέσα σε τρεις ημέρες είχα δει είκοσι αμπελώνες. Όταν φτάσαμε εκεί, βρεγμένοι μέχρι το κόκαλο, τον ρώτησα: «Ντάνιελ, δεν αισθάνεσαι κάτι διαφορετικό εδώ; Ένα περίεργο συναίσθημα;» Αλλά ήμασταν τόσο βρεγμένοι, που εκείνος δεν καταλάβαινε. Τότε του είπα: «Σε μερικά χρόνια εδώ, εσύ και εγώ, θα παράγουμε το καλύτερο κρασί της Καλιφόρνιας». Εκείνο το βράδυ δεν κοιμήθηκα και συνέταξα τη φιλοσοφία της κοινοπραξίας που θα κάναμε. Η πρώτη φράση ήταν «Χρειάζομαι είκοσι χρόνια για να παράγω ένα καλό κρασί στη Νάπα». Το φαντάζεστε αυτό το νούμερο στην Αμερική; Για να δεχτεί η ιδιοκτήτρια της γης αυτή τη συμφωνία, θα πρέπει να ήταν ερωτευμένη μαζί μου! Τελικά, έχουμε φτιάξει ένα-δυο πολύ καλά κρασιά εκεί. Η Καλιφόρνια για εμένα είναι πρόκληση. Το Dominus το ονομάζω «ερωμένη μου», γιατί το αγαπώ πολύ, αλλά ποτέ δεν το σερβίρω στη Γαλλία. Δεν θέλω κανείς να πει ότι έβαλα στην άκρη το Μπορντό.

Ο λόγος που αποφασίσατε να πάτε στην Καλιφόρνια για να φτιάξετε κρασί ήταν γιατί, χρησιμοποιώντας το όνομά σας για την παραγωγή ενός κρασιού κοντά στα αμερικάνικα γούστα, ουσιαστικά θα «προστατεύατε» το Petrus ή θέλατε να αποδείξετε ότι ένας Ευρωπαίος με κουλτούρα θα μπορούσε να φτιάξει ένα φινετσάτο κρασί και σε μια νέα χώρα, στην Αμερική εν προκειμένω;
Ch. M.: Ήταν όλοι αυτοί οι λόγοι μαζί. Όταν αποφάσισα να φτιάξω κρασί και στην Αμερική, ήταν πραγματικά μια πολύ σοβαρή απόφαση. Μια προσωπική πρόκληση, γιατί όταν ανέλαβα το Petrus το 1970 ήμουν πολύ νέος. Για φανταστείτε… Όταν ξεκινάς από την κορυφή, τι μπορεί να αποτελέσει πρόκληση για σένα μετά; Φανταστείτε στα τριάντα σας να γινόσασταν η πιο διάσημη δημοσιογράφος στον κόσμο. Τι θα αποτελούσε πρόκληση για εσάς μετά; Ποιο θα μπορούσε να είναι το επόμενο βήμα; Ως φοιτητής στην Καλιφόρνια στα τέλη του ’60, την ερωτεύτηκα και ήθελα να ξαναγυρίσω. Πίστευα ότι τη δεκαετία του 70 η Καλιφόρνια είχε γίνει πάρα πολύ «τεχνική» στην παραγωγή. Για παράδειγμα, ένας κορυφαίος οινοπαραγωγός της Καλιφόρνιας με ρώτησε, «Πιστεύεις ότι η ζύμωση είναι καλύτερα να γίνεται στους 18 ή στους 20 βαθμούς;» Απάντησα, «Καλύτερα να εκπαιδεύσετε περισσότερο τους Μεξικανούς εργάτες σας. τους στέλνετε στα χωράφια και τους αφήνετε χωρίς να τους καθοδηγήσετε καθόλου και έτσι το κλάδεμα στην Καλιφόρνια είναι άθλιο. Και αντί να τους μάθετε να κλαδεύουν, ασχολείστε με τη θερμοκρασία!» Αυτό ήταν συγκλονιστικό για μένα, και τότε αποφάσισα να πάω στην Καλιφόρνια. Για να αποδείξω ότι μπορούσαμε να φτιάξουμε εξαιρετικά κρασιά χωρίς πολύ τεχνική και να φέρω και έναν αέρα φινέτσας από τον παλαιό κόσμο.

Θα κάνατε άλλα ξεκινήματα;
Ch. M.: Μακάρι να ήμουν νεότερος για να κάνω πολλά. Θα μπορούσα θα φτιάξω κρασί και στην Ελλάδα, αλλά θα χρειαζόμουν τόσο χρόνο! Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι για τρία-τέσσερα χρόνια θα περπατούσα στους αμπελώνες μέχρι να έβρισκα το σημείο που θα θεωρούσα το καλύτερο. Αν ποτέ έβγαζα ένα κρασί σε μια άλλη περιοχή, θα ήταν σαν να ερωτευόμουν και, για να είμαι ειλικρινής, θα ήθελα να το αποφύγω. Είναι συναρπαστικό, είναι υπέροχο να ερωτεύεσαι, αλλά όταν έχεις λίγη εμπειρία, ξέρεις ότι όλο αυτό θα το πληρώσεις, όταν δεν είσαι ελεύθερος όπως εγώ. Όταν οδηγούσαμε προς τις Μυκήνες και έβλεπα τους αμπελώνες, έλεγα, «Ας μην ερωτευτώ, γιατί θα είναι τρομερό».

Πολλοί από εκείνους που πίνουν τα κρασιά σας, είναι άνθρωποι που στην πραγματικότητα δεν έχουν την παιδεία να τα αξιολογήσουν. Πώς αισθάνεστε με αυτό;
Ch. M.: Συμβαίνει συχνά και είναι δυσάρεστο και λυπηρό. Ειδικά το Petrus πολλοί το παραγγέλλουν μονάχα επειδή είναι ΤΟ πιο ακριβό κρασί στη λίστα. Μου αρέσει να πηγαίνω πού και πού στο Las Vegas, γιατί θέλω να βλέπω τον τρόπο που διαχειρίζονται την τύχη τους κάποιοι άνθρωποι. Μερικοί το κάνουν με πολύ κακό τρόπο. Κερδίζουν πολλά σε μια νύχτα και τα ξοδεύουν αμέσως σε πολύ ακριβά πράγματα. Κάποιοι, ας πούμε, θα πιουν Petrus του 1961 επειδή κέρδισαν στη ρουλέτα το προηγούμενο βράδυ. Θα έλεγα ότι αυτή είναι η «μοίρα» του Petrus! Είναι έτσι και δεν μπορεί να αλλάξει. Είναι λυπηρό για το κρασί, αλλά ίσως είναι καλό για τη φήμη του. Άλλωστε, αν δεν ήταν το Petrus, θα ήταν κάποιο άλλο κρασί. Το μόνο που εύχομαι σε τέτοιες περιστάσεις είναι να μην πίνουν τις πολύ καλές χρονιές. Και όταν διερωτώμαι, μήπως θα έπρεπε να μην έχω βγάλει Petrus το 1977 που δεν ήταν καλή χρονιά, λέω, «Αν είναι να το πιουν άνθρωποι που δεν γνωρίζουν, τότε εντάξει». είναι Θεία Πρόνοια!

Το Bordeaux περνάει δύσκολους καιρούς. Τι έχετε να πείτε;
Ch. M.: Πάρα πολύ δύσκολους, είναι η αλήθεια, και δεν θα βελτιωθούν χωρίς πολύ προσπάθεια. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα: Η παραγωγή του κρασιού έχει αυξηθεί 20% μέσα σε είκοσι χρόνια. Ταξιδεύω σε όλον τον κόσμο εδώ και πάρα πολλά χρόνια και έχω δει πολλούς αμπελώνες. Η αίσθηση της υπερπαραγωγής ήταν τόσο προφανής, που ακόμη και αν δεν ήταν η ειδικότητά μου, θα το πρόσεχα. Έτσι, έλεγα αρκετές φορές, «Προσέξτε, στο Μπορντό φυτεύουμε πολλά αμπέλια, θα έχουμε πρόβλημα κάποια μέρα». Δυο-τρεις φορές μου είπαν, «Κριστιάν, δεν είσαι ο κατάλληλος να μιλάς για το Μπορντό. Δεν ξέρεις τα προβλήματα». Θυμάμαι σε ένα ιδιωτικό γεύμα πριν από δέκα-δώδεκα χρόνια με τον πρόεδρο του CIBB [σ.σ.: σε ελεύθερη μετάφραση, συνέδριο για ανάπτυξη μεθόδων, μέσω ΗΥ, στη βιο-πληροφορική και τη βιοστατιστική], του είπα, «Δεν βλέπετε ότι βαδίζουμε προς την υπερπαραγωγή;» Εκείνος μου απάντησε, «Το πρόβλημα δεν είναι η υπερπαραγωγή, αλλά ότι το Μπορντό δεν βγάζει αρκετό κρασί για να καλύψει τη διεθνή ζήτηση». Και συνέχισαν να φυτεύουν συνεχώς. Αλλά όταν φυτεύεις σε μια περιοχή όπου καλλιεργούνται αμπέλια εδώ και 2000 χρόνια, πού θα φυτέψεις; Εκεί που είχε βάλτους και ακατάλληλα εδάφη. Έτσι, αυτό το 20% κατά το οποίο αυξήθηκε η παραγωγή, έγινε σε εδάφη που δεν ήταν καλά για αμπέλια.

Το Μπορντό σήμερα έχει γεμίσει κακά κρασιά. Αν απαλλαχτούμε από αυτό το 20%, θα λάμψει ξανά. Αλλά πώς να πεις σε ανθρώπους που έχουν φυτέψει καινούρια αμπέλια να τα ξεριζώσουν; Ήμουν Κασσάνδρα. Το είχα προβλέψει. Το τι πρέπει να γίνει τώρα, δεν το ξέρω. Αυτό που ξέρω σίγουρα είναι ότι πρέπει αυτό το 20% να εξαφανιστεί. Αλλιώς το Μπορντό δεν μπορεί να ανταγωνιστεί διεθνώς.

Πώς διαβλέπετε το μέλλον;
Ch. M.: Πιστεύω ότι οι Γάλλοι θα υποφέρουν και ότι ποτέ δεν θα συνέλθουν τελείως. Θα μείνουμε σαν ένα μουσείο. Τo Μπορντό θα υποφέρει και θα συνέλθει πληρώνοντας, γιατί θα ισχύσει ο νόμος του ισχυρού. Τα μεγάλα chateaux –από τα 11.000 chateaux (και 50.000 ετικέτες)–, τα 2000 που είναι διεθνή θα επιβιώσουν. Τα άλλα τα εξαφανιστούν. Είναι κρίμα, αλλά δεν μπορείς να το αλλάξεις.

Οι βαθμολογίες του Robert Parker (σ.σ.: έγκριτος Αμερικανός οινοκριτικός και ιδρυτής του περιοδικού The Wine Advocate), τα τελευταία χρόνια είναι και δείκτες των πωλήσεων των κρασιών. Κατά πόσο τα κρασιά του Pomerol, και κατ’ επέκταση τα δικά σας κρασιά, έχουν αλλάξει ή έχουν προσαρμοστεί στα γούστα του Parker;
Ch. M.: Ο Parker είναι ένας ισχυρός άνθρωπος που προέρχεται από μια ισχυρή χώρα. Επομένως του αρέσουν και τα δυνατά κρασιά. Ωστόσο, το αγαπημένο του κρασί είναι το Haut Brion του 1989, που είναι πολύ φινετσάτο. Η αλήθεια είναι ότι αρκετά κρασιά του Μπορντό έχουν επηρεαστεί. Το Chateau Petrus, όχι.

Πιστεύετε ότι η επένδυση της Louis Vuitton στο Chateau d’Yquem και οι ανάλογες κινήσεις μεγάλων πολυεθνικών θα έχουν ως αποτέλεσμα καλύτερο κρασί;
Ch. M.: Το κρασί είναι έργο αγάπης. Πώς μπορεί μια απρόσωπη εταιρεία να αγαπήσει ένα κρασί περισσότερο από έναν άνθρωπο; Και τελικά, αυτό που βλέπουμε είναι ότι οι μάρκες χρησιμοποιούν τα κρασιά για δική τους δημοσιότητα, αντί να συμβαίνει το αντίθετο…

Ποιες ήταν οι καλύτερες χρονιές του Chateau Petrus μετά τον Πόλεμο;
Ch. M.: Ίσως το 2005, χρονιά που ήταν πάρα πολύ καλή για όλο το Bordeaux. Το 1998 ήταν καταπληκτική χρονιά, ίσως η καλύτερη σε όλη τη δική μου «θητεία» στο Petrus. Μετά, 1989, 1990, 1982, 1961, έδωσαν πολύ χαμηλή παραγωγή. Η χρονιά 1959 είναι η αγαπημένη του πατέρα μου και δική μου. Και καταλήγουμε στο 1947. Δηλαδή, 7 vintages σε 55 χρόνια.

Επίσης...

Κρασί και BBQ: συνδυασμός φωτιά

Όταν σκεφτόμαστε barbeque, το μυαλό μπορεί αυτομάτως να ταιριάζει τα ζουμερά κρεατικά με την εικόνα μιας παγωμένης μπύρας να ιδρώνει πλάι τους. Στην πραγματικότητα, όμως, το βουτυράτο καραμέλωμα με το οποίο προικίζεται το κρέας απ’ το λίπος του κι η μυρωδάτη κάπνα που παίρνει μαζί του απ’ τα κάρβουνα, στήνουν ιδανικό καμβά για πεντανόστιμα οινικά παντρέματα, που μπορούν να ξεκλειδώσουν νέους γευστικούς ορίζοντες. Αρκεί να βρούμε τα σωστά κλειδιά!

Περισσότερα από

Κρασί

Τα οινικά αστέρια των Χρυσών Σκούφων 2022

Tο Κτήμα Γεροβασιλείου έφερε αρωματική και γευστική φινέτσα στο dinner de gala, με τις πιο εκλεκτές ετικέτες του να συμπληρώνουν τις σπουδαίες γεύσεις της μοναδικής βραδιάς.

Πάστα και κρασί: μια σχέση αγάπης

Από τη μακαρονάδα «της στιγμής» στο σπίτι, ως τις «γευστικές-creatίοns» των καλών ιταλικών εστιατορίων, η καρδιά και ο ουρανίσκος των Ελλήνων συγκινείται πάντοτε στη θέα, την οσμή, την ιδέα της πάστα. Και τι καλύτερο, τι πιο γαργαλιστικό για να την συνοδεύσει, από ένα καλό μπουκάλι κρασί; Ιδίως αν είναι, βέβαια, το σωστό μπουκάλι κρασί.

Κέικ Κρασιού

Πώς θα φτιάξεις κέικ κρασιού.

Σουπιές Κρασάτες στο Φούρνο

Η συνταγή για σουπιές κρασάτες στο φούρνο.

Το Peloponnese Wine Festival δηλώνει παρουσία στις 21/2

Το οινικό event, που συγκεντρώνει εκατοντάδες οινόφιλους, θα διεξαχθεί στο ξενοδοχείο Royal Olympic της Αθήνας, τη Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου…

Η οινική εκπαίδευση συναντά τη φιλοξενία

Τα κορυφαία προγράμματα σπουδών του «Le Monde» εμπλουτίζονται εγκαινιάζοντας τη νέα συνεργασία του κορυφαίου εκπαιδευτικού ομίλου με τον παγκόσμιο πρωτοπόρο της εκπαίδευσης οίνων και αποσταγμάτων WSET.

My Xmas Pairings: Tα αγαπημένα μας κρασιά συμπληρώνουν τις γεύσεις των γιορτινών μας πιάτων

Μαζί με τα My market, σας βοηθάμε με την οργάνωσή του, ετοιμάζοντας ένα πλήρες μενού για το εορταστικό τραπέζι.