Δεν υπάρχει πιο "απελευθερωτικό" πράγμα από το να γυρνάς στο σπίτι από τη δουλειά και να μην έχεις στο κεφάλι σου κανέναν για τον οποίο πρέπει να μαγειρέψεις, κανένα που θα πρέπει να ταΐσεις, κανέναn που να πρέπει να ρωτήσεις αν πεινάει, τι θέλει να φάει, αν έφαγε και τα συναφή… Αυτό το «κανέναν», βέβαια, σηκώνει κουβέντα, διότι εσύ, είσαι κάποιος. Και όπως και να το δούμε, σουβλάκι τη μια, πίτσα την άλλη, φαγητό στα μικροκύματα την τρίτη, κάπου το πράγμα αλλάζει, και από απελευθερωτική εμπειρία γίνεται μίζερη εμπειρία. Θα μου πείτε, ποιος έχει διάθεση για μαγειρέματα όταν έχει χτυπήσει οκτάωρα και δεκάωρα και, ακόμα, ποιος έχει διάθεση για μαγειρέματα έστω κι αν δεν έχει χτυπήσει δεκάωρα αλλά απλώς… είναι μόνος στο σπίτι. Εδώ, λοιπόν, είναι όλο το ζουμί. Το να μαγειρέψουμε για τον εαυτό μας και μόνο, είναι μια καταπληκτική ιστορία στοργής προς το μοναδικό άτομο που δεν θα πάψει ποτέ να μας κάνει παρέα, δηλαδή την αφεντιά μας, και επί πλέον, αυτή καθεαυτή η πράξη του μαγειρέματος, θα μας γειώσει, θα μας φέρει στα ίσα μας, τολμούμε να πούμε πως θα μας εξανθρωπίσει, ύστερα από τόσες ώρες που περάσαμε κάνοντας πράγματα για άλλους και με εντολές άλλων. Και αν μη τι άλλο, θα μας χορτάσει. Σίγουρα, μια μπριζόλα και ένα μπιφτέκι είναι η πιο εύκολη λύση –και νόστιμη για όσους αγαπούν το κρέας και κυρίως το κρέας. Όμως, κάτι κλασικό όπως μια αχνιστή η φασολάδα ή κάτι πιο φροντισμένο όπως ένα σολομός με σόγια, είναι μέσα στα κυβικά μας, φτάνει να δούμε το ζήτημα θετικά και να προσφύγουμε και στη "βοήθεια του κοινού", δηλαδή σε ορισμένα έτοιμα υλικά, αντί να τα κάνουμε όλα από την αρχή. Ας δοκιμάσουμε λοιπόν. Μπορεί και να μας αρέσει.