Το 1992 ο ανερχόμενος συνθέτης Τζόναθαν Λάρσον παρουσιάζει στη Νέα Υόρκη την τελική μορφή του ροκ μονόλογού του με τίτλο "Τick, Τick… Βoom!" που δούλευε για δύο χρόνια παράλληλα με το ροκ μιούζικαλ "Rent". Fast forward στο 1997, όπου ο 17χρονος Λιν Μανουέλ Μιράντα παρακολουθεί το σαρωτικό "Rent": μαγεμένος από το πρωτόγνωρο θέαμα, αποφασίζει να αφιερωθεί στη συγγραφή μιούζικαλ. Και έρχεται η στιγμή που το 2021, ο καταξιωμένος πλέον Μιράντα, έχοντας κατακτήσει τις σκηνές και αμέτρητα βραβεία με τα έργα του ("In the Heights", "Hamilton"), θα αποτίσει ειλικρινή φόρο τιμής στον αιώνιο "μέντορά του", Τζόναθαν Λάρσον.
Σκηνοθετώντας για πρώτη φορά εκτός θεατρικής σκηνής, μεταφέρει στο σινεμά μέσω του Netflix το "Τick, Τick… Βoom!", το αυτοβιογραφικό μιούζικαλ του δημιουργού του "Rent". Πρόκειται για το έργο στο οποίο ο Λάρσον περιγράφει πως ο ίδιος ένιωθε το ρολόι της ζωής και της δημιουργίας να χτυπά πιεστικά, σαν μετρονόμος που ορίζει όλα όσα πρέπει να ισορροπήσει στη ζωή του (την τέχνη του, τις οικονομικές οφειλές του, τη σχέση με την κοπέλα του και τους φίλους του), χωρίς όμως να γνωρίζει τι τον περιμένει: ο Λάρσον έφυγε αιφνίδια από τη ζωή το 1996, στα 35 του χρόνια, από ανεύρυσμα αορτής, λίγες ώρες πριν από την επίσημη πρεμιέρα του "Rent", του έργου που δεν πρόλαβε να δει ότι θα δοξαζόταν επί δώδεκα χρόνια στο Μπρόντγουεϊ (χαρίζοντάς του μετά θάνατον τρία Tόνι και ένα Πούλιτζερ στην κατηγορία δράμα), θα καθόριζε μια ολόκληρη δημιουργική εποχή και θα άλλαζε μια για πάντα ό,τι γνωρίζαμε για το μιούζικαλ.
Τo αναδρομικό μιούζικαλ-μονόλογος "Tick, Tick… Boοm!" ακολουθεί τον Τζον (Άντριου Γκάρφιλντ), τον φιλόδοξο θεατρικό συνθέτη και σερβιτόρο που θέλει διακαώς να δημιουργήσει αυτό που θα τον βγάλει από την αφάνεια. Σε αντίθεση με τους artistic φίλους του που σταδιακά αφήνουν απογοητευμένοι το όνειρό τους για καριέρα στην τέχνη τους, ο Τζον αρνείται να εγκαταλείψει, γι’ αυτό και επενδύει όλο του το είναι στο μιούζικαλ "Superbia".
Καθώς το deadline της παρουσίασης του έργου του πλησιάζει, κοντοζυγώνουν και τα 30ά του γενέθλια, ένα βαρύ ορόσημο για εκείνον, μιας και νιώθει τους δείκτες του ρολογιού της ζωής του να χτυπούν σαν ωρολογιακή βόμβα. Το "Superbia" λαμβάνει μεν θετικές κριτικές, αλλά δεν θα ανέβει ποτέ, μιας και θεωρείται κουλτουριάρικο για το Μπρόντγουεϊ και πολύ ακριβό για τις off σκηνές του.
Αυτή η πίεση που βίωσε εκείνη την περίοδο τον έκανε να γράψει το "Tick, Tick… Boom!", μια ειλικρινή καταγραφή του μόχθου ενός βασανιστικά δημιουργικού ανθρώπου που "πνίγεται" μέσα στις σκέψεις του (η εντυπωσιακή σκηνή της πισίνας), αλλά βρίσκει τη δύναμη να αναδυθεί ξανά, απελευθερωμένος πια από το άγχος της επιτυχίας και απόλυτα παραδομένος και συγκεντρωμένος στο φυσικό του ταλέντο, ώστε να "γράψει γι’ αυτά που ξέρει".
Ο Άντριου Γκάρφιλντ, σε ένα μαγευτικό ρεσιτάλ ερμηνείας (για τις ανάγκες του ρόλου έμαθε να τραγουδά και να παίζει πιάνο), και ο Λιν Μανουέλ Μιράντα σε μια κατάθεση ψυχής, που μοιάζει με εγκάρδιο "ευχαριστώ" τόσο στον μέντορά του όσο και στο είδος του μιούζικαλ που λατρεύει να υπηρετεί (ο τρόπος που κινηματογραφεί το τραγούδι "Sunday" στο diner με τα cameos-έκπληξη), παραδίδουν με σεβασμό μια συγκινητικά αληθινή και καθόλου ακαδημαϊκή βιογραφία ενός ανθρώπου που έκανε ένα τεράστιο "μπαμ" στην ιστορία του θεάτρου, αλλά δεν πρόλαβε ποτέ να το απολαύσει.