Όταν έγινε γνωστό ότι το «High Fidelity» του 2000, που έκανε σταρ τον Τζον Κιούζακ, θα γινόταν σειρά στο Hulu, η αλήθεια είναι ότι ενθουσιαστήκαμε καθώς όλα έμοιαζαν ταιριαστά. Είκοσι χρόνια μετά ο ρόλος του Ρομπ, του ιδιοκτήτη δισκοπωλείου που προσπαθεί να βάλει σε τάξη την ερωτική του ζωή κάνοντας μια αναδρομή στους top 5 χωρισμούς του, θα ξαναρχόταν στις οθόνες και μάλιστα πιο χορταστικός, σε δέκα μισάωρα επεισόδια. Το θέμα «χωρισμοί και προσωπικές αναζητήσεις μετά μουσικής» μοιάζει διαχρονικό, οπότε γιατί όχι;
Πρώτα απ’ όλα ζούμε ήδη ένα κύμα νοσταλγίας που έχει παρασύρει τα πάντα. Η ανακύκλωση παλιότερων σειρών τόσο στο εξωτερικό όσο και στην Ελλάδα κάνει το «εμπρός πίσω» του Πώποτα από το Κολοκοτρωνίτσι να μοιάζει με το μότο της εποχής – ναι, επέστρεψε και το «Καφέ της Χαράς», όποτε τίποτα δεν μπορεί να μας σοκάρει. Κι αφού αυτό το κύμα κατάφερε να ξεσηκώσει μέχρι και τα «Φιλαράκια» (που τα περιμένουμε εναγωνίως τον Μάιο στο HBO Max), τότε τι μπορεί να του αντισταθεί ή έστω να τολμήσει να μείνει εκτός μόδας;
Δεύτερον, το βινίλιο, αυτός ο κρυφός πρωταγωνιστής του «High Fidelity», έχει κερδίσει ξανά την παλιά του αίγλη και λάμψη. Οι φανατικοί βέβαια ποτέ δεν το εγκατέλειψαν, όταν όμως ο Νικ Χόρνμπι έγραψε το 1995 το ομότιτλο βιβλίο στο οποίο βασίστηκε η ταινία, το βινίλιο είχε ήδη παραδώσει τα σκήπτρα στις κασέτες, οι οποίες σταδιακά νικήθηκαν κατά κράτος από τα CDs.
Τρίτον, στο τηλεοπτικό «High Fidelity» υπάρχει μια μεγάλη αλλαγή: η πρωταγωνίστρια είναι γυναίκα και μάλιστα η Ζόι Κράβιτζ, που έρχεται με ερμηνευτική φόρα από το τηλεοπτικό «Big Little Lies» και προβάρει ήδη τη στολή της Catwoman δίπλα στον Μπάτμαν-Ρόμπερτ Πάτινσον στην πολυαναμενόμενη ταινία του Ματ Ριβς «The Batman» (2021).
Ας περάσουμε όμως στο ζουμί. Αυτή η αλλαγή φύλου είναι πραγματικά η μοναδική ουσιαστική αλλαγή στο τηλεοπτικό «High Fidelity». Πολλά από τα πλάνα του Στίβεν Φρίαρς παραμένουν ίδια, ακόμη περισσότερες ατάκες έρχονται με copy-paste, ενώ το σπάσιμο του τέταρτου τοίχου είναι απαράλλακτο: ο τότε τρόπος ήταν άμεσος και πρωτότυπος, τώρα όμως, στη μετα-«Fleabag» εποχή, κρίνεται απαραίτητο να δουλευτεί ώστε να έχει νόημα. Γιατί όμως αυτές οι ομοιότητες μας ξενίζουν από τη στιγμή που η σειρά δεν έκρυψε ποτέ τις ρίζες της;
Το πρόβλημα εντοπίζεται στα όσα έξυπνα αλλάζουν, μένουν όμως ανεκμετάλλευτα. Το σούπερ άνετο σπίτι και το δισκάδικο της αναπόφευκτα σέξι Ρομπ βρίσκονται σε μία από τις πιο κουλ γειτονιές του Μπρούκλιν, προδίδοντας μια κάποια οικονομική άνεση. Έχει άριστες σχέσεις τόσο με την οικογένειά της όσο και με τους κολλητούς της που εργάζονται στο δισκάδικο (ένας από αυτούς είναι ο Σάιμον, πρώην της που τη χώρισε όταν συνειδητοποίησε ότι είναι γκέι). Στο καστ προστίθεται και ο ερωτευμένος μαζί της Κλάιντ, ένας φίλος-αποκούμπι τον οποίο η Ρομπ δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει για να κάνει τον Μακ (πρώην της και φρεσκοαρραβωνιασμένο με άλλη) να ζηλέψει.
Όλα τα παραπάνω δίνουν υπεραρκετό υλικό ώστε να παρουσιαστεί ένα νέο ψυχογράφημα του σύγχρονου ανθρώπου που φαινομενικά τα έχει όλα, όμως κάτι του λείπει, και ο τηλεοπτικός χρόνος επιτρέπει να ξεφύγουμε από τον κινηματογραφικό Ρομπ και να τον ακολουθήσουμε σε νέα μονοπάτια. Όμως για δέκα ολόκληρα επεισόδια όλα μένουν στάσιμα, άτολμα και ανασφαλή. Έχουμε ήδη πάρα πολλά επιφανειακά πορτρέτα 30χρονων γυναικών που περιμένουν τον πρίγκιπα, και το «High Fidelity» δυστυχώς μοιάζει με μια χαμένη ευκαιρία για κάτι παραπάνω.