Σχεδόν τριάντα χρόνια μετά τη συγγραφή του, το έργο της μεγάλης συγγραφέως συνεχίζει να προκαλεί τα αντανακλαστικά μας ως καθρέφτης μιας Ελλάδας πάντα παρούσας αλλά και ως δείγμα γραφής υψηλών απαιτήσεων.
Γραμμένο λίγο μετά τα μισά της δεκαετίας του ’80 και με τη δράση να διαδραματίζεται τον «Ιούνιο του 1985, τρεις ημέρες πριν από τις βουλευτικές εκλογές», το έργο κουβαλάει έντονα το αποτύπωμα της δεκαετίας που το γέννησε, ο «ήχος» του όμως ακούγεται ακόμη δυνατά, ειδικά σήμερα που αντιμετωπίζουμε τα «απόνερα» της πολιτικής κατάστασης δεκαετιών.
Η Λούλα Αναγνωστάκη κατάφερε να αποτυπώσει μοναδικά το ψυχικό τοπίο του Νεοέλληνα και τη σύγχρονη Ιστορία της χώρας μέσα από ιστορίες καθημερινών ανθρώπων, στα προσωπικά αδιέξοδα και τραύματα των οποίων αναγνωρίζεις εύκολα το συλλογικό μας τραύμα. Αυτό κάνει και ο «Ήχος του όπλου» με την ιστορία της Κάτιας, η οποία επιστρέφει στην Αθήνα από την επαρχία όπου ζει για να ψηφίσει· εκεί βρίσκει τον φοιτητή γιο της αποφασισμένο να φύγει για την Αμερική, καθώς νιώθει εγκλωβισμένος σε μια πραγματικότητα που τον πνίγει, και να αφήσει πίσω την έγκυο κοπέλα του.
Τα πρόσωπα του δράματος παρουσιάζονται αντιμέτωπα με τα φαντάσματά τους: η Κάτια με το δυστυχισμένο γάμο, ο Μιχάλης με το οικογενειακό παρελθόν που θέλει να αποκηρύξει, η Φανή, στο περιθώριο της ζωής του Μιχάλη, θα μείνει μόνη πίσω με ένα παιδί, ο μικρός αδερφός της φλερτάρει με την παρανομία, η παιδική φίλη της Κάτιας ερωτευμένη αλλά χωρίς προοπτική. Όλοι διανύουν μια τρικυμιώδη εσωτερική διαδρομή, με φόντο τον απόηχο των προεκλογικών ομιλιών και τη βουή των συγκεντρώσεων, προς το αναπάντεχο φινάλε, το οποίο θα τους αφήσει ακόμη πιο μετέωρους...
Η Αναγνωστάκη είναι σπουδαία συγγραφέας, ακριβώς επειδή καθιστά τα «ελληνικά» θέματά της γοητευτικά για όλους κι επειδή, ακόμη και όταν μεταχειρίζεται τον ακραιφνή ρεαλισμό όπως εδώ, δεν πέφτει στην ηθογραφία ή στο μελοδραματισμό, αλλά εμβαθύνει με έναν άμεσο και μαζί ποιητικό τρόπο στον ψυχισμό των ηρώων της. Όμως ο κίνδυνος του μελοδραματισμού καραδοκεί, εκεί όπου πρέπει να αποδοθούν ταραγμένες ψυχικές καταστάσεις, και είναι πρωτίστως θέμα υποκριτικής να αποφευχθεί.
Ο «Ήχος» ζητάει ηθοποιούς οι οποίοι θα συλλάβουν το μετέωρο εκείνο σημείο που ξεκινάει από το ρεαλισμό αλλά μεγεθύνει τους ήρωες αντί να τους περιορίσει στο επίπεδο μιας απλής δραματικής έντασης. Εδώ είναι που στραβοπατάει η παράσταση του Μάνου Καρατζογιάννη· ενώ είναι ωραία η απόφασή του να εμπιστευτεί νέους ηθοποιούς, το αποτέλεσμα εμφανίζεται τελικά άνισο καθώς, δίπλα στις σίγουρες παρουσίες της Πέγκυς Σταθακοπούλου (Κάτια), του Σταύρου Μερμήγκη (Ηλίας) και της Τζένης Σκαρλάτου (Μαρίκα), οι νεότεροι ηθοποιοί του θιάσου παλεύουν με το «ύπουλο» –λόγω της ανυποψίαστης δυσκολίας του– κείμενο [Βασιλική Τρουφάκου (Φανή), Αγησίλαος Μικελάτος (Μιχάλης), Κώστας Νικούλι (Γιαννούκος)] κι έτσι μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα η έγνοια και ο ζήλος που εμφανώς έχουν αφιερώσει –σκηνοθέτης και ηθοποιοί– στο έργο και στην παράσταση.
ΣΤΑΘΜΟΣ ΘΕΑΤΡΟ Βίκτωρος Ουγκώ 55, Μεταξουργείο, 2105230267. Διάρκεια: 110΄.
Περισσότερες πληροφορίες
Ο ήχος του όπλου
Στο πιο γνωστό θεατρικό έργο της μεγάλης δημιουργού, η ζωή των ηρώων αλλάζει για πάντα υπό την απειλή ενός όπλου που δεν θα εκπυρσοκροτήσει ποτέ.