Η αναζήτηση ταυτότητας δύο μεταναστών, ενός διανοούμενου κι ενός εργάτη, σε μια παράσταση που αγγίζει ιδιαιτερότητες του Θεάτρου του Παραλόγου, με πρωταγωνιστές δύο ικανότατους ηθοποιούς.
«Ζούμε σαν βακτήρια στο εσωτερικό ενός οργανισμού. Δυο ξένα σώματα. Παράσιτα. Εγώ που νόμιζα πως ήμουν ένα πολύτιμο κύτταρο. Και τώρα ένα παράσιτο συντροφιά μ’ ένα πρωτόζωο». Κάπως έτσι αισθάνεται για τη ζωή του, ο ένας από τους δύο απελπισμένους ήρωες του Μρόζεκ στους «Εμιgrέδες», ενός έργου του 1974, που επιβεβαιώνει πως ο εγκλωβισμός από το αδιέξοδο είναι οικουμενικώς ανθρώπινη υπόθεση. Μοναχικός και χωρίς όνομα είναι ο ΑΑ (Προμηθέας Αλειφερόπουλος), ένας διανοούμενος, πολιτικός μετανάστης^ μετανάστης είναι και ο ΧΧ (Θάνος Τοκάκης), ένας εργάτης που παλεύει για την επιβίωση. Ζουν χαμένοι μέσα σε μια μεγαλούπολη και «ενταφιασμένοι» στην υπόγεια κάμαρά τους.
Μοιράζονται το φαγητό, τον πνιγηρό αέρα και την υγρασία αλλά όχι και τις σκέψεις τους. Ανήσυχος πνευματικά και ιδεολογικά ο ΑΑ, γίνεται κυνικός παρατηρώντας τον συγκάτοικό του, έχει την ικανότητα της χειραγώγησης και τον χρησιμοποιεί ως αντικείμενο μελέτης για το βιβλίο του σχετικά με την απελευθέρωση από κάθε είδους πνευματική ή υλική σκλαβιά. Συναισθηματικός, απολιτικός και υλιστής, ο ΧΧ μαζεύει δεκάρα, δεκάρα το κομπόδεμα που θα του επιτρέψει να γυρίσει στην πατρίδα.
Οι μετανάστες του Μρόζεκ εντάσσονται στο πλαίσιο ενός ψυχρού πολέμου. Ο Πολωνός συγγραφέας κάνει την κοινωνία παρατηρητή των επιζώντων αυτού του πολέμου. Χρησιμοποιώντας το στοιχείο του παραλόγου, θίγει το θέμα της ελευθερίας και προτείνει στους απόκληρους, τους εκπατρισμένους, τους περιθωριακούς να αντιμετωπίσουν επαναστατικά τη διεκδίκηση της ελευθερίας στο πλαίσιο εφαρμογής μιας υπό αμφισβήτηση κοινωνικής δικαιοσύνης. Στο σκηνικό χώρο που δημιούργησαν η Αλεξάνδρα Σιάφκου και ο Αριστοτέλης Καρανάνος ο σωρός αντικειμένων μοιάζουν σαν τοποθετημένα εκεί ανέκαθεν και οι αναμνήσεις σαν αποθηκευμένες για πάντα στη μνήμη, καθώς ο ΑΑ και ο ΧΧ «σκάβουν» συζητώντας, μαλώνοντας, το κατώφλι της συνείδησης.
Ο τονισμός του γκροτέσκου από τη Γιολάντα Μαρκοπούλου προσθέτει στο πνεύμα και την ουσία της κοινωνικοπολιτικής –και έως ένα βαθμό φιλοσοφικής– παραβολής του Μρόζεκ, όμως το αστείο πρόσωπο του ΧΧ με τα κόκκινα μάγουλα κλόουν και τα σπασμωδικά ξεσπάσματα, κάποιες στιγμές, ανέτρεπαν εκ των έσω τον ειρμό των εφιαλτικών σκέψεων και δεν βοηθούσαν τους ηθοποιούς να ανασύρουν το υπέδαφος του δραματικού προσώπου που ερμήνευαν. Η καθαρή εκφορά του λόγου και η ωραία χημεία ανάμεσα στον Τοκάκη και τον Αλειφερόπουλο, οι οποίοι «σκιτσάρουν» φιγούρες από την περιοχή του Θεάτρου του Παραλόγου, στηρίζουν και με το παραπάνω την παράσταση.
Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας – B΄ Σκηνή, Κεφαλληνίας 16, 2108838727.
Περισσότερες πληροφορίες
Εμιgrέδες
Δυο μετανάστες ένας διανοούμενος κι ένας εργάτης σε αναζήτηση ταυτότητας, σε ένα έργο περί ατομικής και κοινωνικής ελευθερίας