Στις 13 Οκτωβρίου συμπληρώθηκαν 5 χρόνια από το θάνατο του νομπελίστα ηθοποιού, συγγραφέα και σκηνοθέτη Ντάριο Φο, του οποίου το έργο, συγγραφικό και καλλιτεχνικό, παραμένει επίκαιρο καθώς άνοιξε το δρόμο για ένα πολιτικό θέατρο που ασκεί κριτική, προβληματίζει και παρεμβαίνει κοινωνικά. Γεύτηκε αχόρταγα τη ζωή. «Μαζί με τη Φράνκα ζήσαμε τρεις φορές παραπάνω από τους άλλους», έλεγε, χωρίς να υπερβάλλει. Με τη σύζυγό του, Φράνκα Ράμε, ίδρυσαν τη θεατρική κολεκτίβα Nuova Scena (Νέα Σκηνή), «ντύνοντας» με κινούμενες σκηνές θεάτρου το Μιλάνο. Ήταν συμπαραστάτριά του σε όλες τις δράσεις, κοινωνικές και πολιτικές, όπως όταν ο κομμουνιστής Φο αφαίρεσε τα δικαιώματα που απαιτούνταν για να παιχτούν τα έργα του στην Τσεχοσλοβακία, μετά τη συντριβή της Άνοιξης της Πράγας από δυνάμεις του Συμφώνου της Βαρσοβίας σαν διαμαρτυρία.
Με το γέλιο ξόρκιζε το κακό, με τον αυτοσαρκασμό έφερνε την κάθαρση. Το 2011 έγραφε στο μήνυμά του προς τους «αγανακτισμένους»: «Να ζούμε μια ζωή που θα είναι ολότελα δική μας… Να ζούμε σ’ έναν κόσμο όπου η επιθυμία σου να γελάσεις, ξεσπάει από μέσα σου σαν γιορτή… Σαν κανονικοί άνθρωποι κι όχι σαν ζώα που ζουν και υπάρχουν χωρίς χαρά και φαντασία».
Αγαπημένος των Ελλήνων θεατρόφιλων
Μέγας μίμος –ο σπουδαιότερος απόγονος της λαϊκής κομέντια ντελ άρτε στον 20ό αιώνα–, χρησιμοποίησε τη βιωμένη ιστορική εμπειρία στις κωμωδίες και τις σάτιρές του, που αποτελούν πάντα ένα μάθημα εκλαΐκευσης των οικονομικών και πολιτικών εννοιών. Ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης των 00s, τα έργα του, που μιλούν για την ακρίβεια, τις μαζικές απολύσεις, τις μειώσεις μισθών και την εντατικοποίηση τη εργασίας, έγιναν και πάλι σημείο αναφοράς για καλλιτέχνες και κοινό. Πριν από μερικά χρόνια στο ανέβασμα του «Δεν πληρώνω, Δεν πληρώνω» στο Θέατρο Τέχνης, είδαμε το κοινό να χειροκροτεί όρθιο, ενώ φώναζε συνθήματα σαν να βρίσκεται σε πορεία διαμαρτυρίας.
Φέτος είναι το πρώτο που ανεβαίνει (avant première με το «α», στις 21/10) και πρόκειται για ένα έργο ήδη σαράντα επτά ετών, που προαναγγέλλει την «επιδρομή» του παγκόσμιου χρηματιστηριακού κεφαλαίου. Ο Φο μας βάζει στο σούπερ μάρκετ δίπλα σε νοικοκυρές που εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους για την υπερβολική αύξηση των τιμών. Ο τραγελαφικός καβγάς με το διευθυντή τις οδηγεί να αδειάσουν τα ράφια και να πληρώσουν κατά βούληση... Στην παράσταση που θα δούμε στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο, ο Δ. Μυλωνάς ανεβάζει στη σκηνή με φρέσκια ματιά τους Τ. Δημητρίου, Μπ. Μάλφα, Β. Ρίσβα, Θ. Ρωμανίδη, Γ. Σουξέ κ.ά.
Από το πρόγραμμα της σεζόν, δεν θα μπορούσαν να λείψουν οι λαϊκές φάρσες του Φο που συνδυάζουν την κωμωδία και τη μιμική με τη διαμαρτυρία. Πώς μπορεί να συμβεί άραγε «Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού»; Ο Γ. Κακλέας θα μας δώσει τις απαντήσεις (αρχές Νοεμβρίου στο Γκλόρια), αναθέτοντας στον Π. Βλάχο το ρόλο ενός σχιζοφρενούς που του αρέσει να υποδύεται διάφορα επαγγέλματα εξαπατώντας ανυποψίαστους πολίτες. Όταν κάποια στιγμή μπουκάρει σε ένα αστυνομικό τμήμα και μαθαίνει για την επικείμενη άφιξη ενός ανακριτή, αποφασίζει να παίξει ο ίδιος το ρόλο του ανακριτή και να εξετάσει την υπόθεση ενός αναρχικού βομβιστή. Ο Φο έγραψε αυτήν την καταγγελτική σάτιρα για την ανοησία, την αυθαιρεσία της εξουσίας το1970, με αφορμή την ιστορία του καλλιτέχνη Πιέτρο Βαλπρέντα, ο οποίος φυλακίστηκε ως βομβιστής και αργότερα αποδείχτηκε ότι τη βόμβα είχε τοποθετήσει μυστικός πράκτορας του ΝΑΤΟ.
Ένα ακόμα έργο του, στο οποίο καυτηριάζεται το διεφθαρμένο παπικό σύστημα, αποκαθιστώντας την αξιοπρέπεια των καταπιεσμένων ανθρώπων είναι το «Misterο buffo», το οποίο θα δούμε σε σκηνοθεσία του Ν. Χανιωτάκη. Χάρισε στον Φο το Νόμπελ Λογοτεχνίας, το 1998, και από 1968 που γράφτηκε έχει μεταφραστεί σε 30 γλώσσες. Μέσα από μονολόγους διακωμωδεί τα μεσαιωνικά θρησκευτικά δράματα (τα λεγόμενα «Μυστήρια») με τον τρόπο των γελωτοποιών και των πλανόδιων μπουφόνων. Πρόκειται για ένα σπονδυλωτό έργο, ελάχιστα παιγμένο στην Ελλάδα. Στην παράσταση του Άνεσις, οι Ν. Πουρσανίδης και Γ. Σκαφιδάς είναι από τα σίγουρα ονόματα του καστ που βρίσκεται υπό διαμόρφωση.
Ο χλευαστής της εξουσίας και το Νόμπελ
Το 1997, όταν ο Ντάριο Φο τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, κατηγορήθηκε για την αποδοχή του, καθώς θεωρήθηκε πως η απόφαση της Σουηδικής Ακαδημίας εξαγόραζε έναν αντισυστημικό συγγραφέα. Ο ίδιος σχολίασε: «Στο κατώφλι της δεύτερης χιλιετίας, όλοι συζητούσαν ακόμα το πιο απαρχαιωμένο από τα προβλήματα της λογοτεχνίας μας: εάν επρόκειτο για “υψηλή” ή για “χαμηλή” κουλτούρα. Μουχλιασμένες θεωρητικούρες, άξιες μονάχα για επαρχιακούς διανοουμενίσκους, οι οποίοι, εμπαθείς καθώς είναι, καθόντουσαν και παρατηρούσαν στα κρυφά ο ένας τον άλλον, παίρνοντας το μέρος της μιας ή της άλλης παρέας»...
Περισσότερες πληροφορίες
Δεν πληρώνω, Δεν πληρώνω
Σαράντα επτά χρόνια μετά το πρώτο της ανέβασμα, η καυστική κωμωδία για την οικονομική ανισότητα, την ανέχεια και την ανεργία, παραμένει τραγικά επίκαιρη.