Γιατί τελικά μια σκηνοθετική ιδέα στην οποία συντονίζεται άψογα κάθε μέρος της παράστασης και αφοσιώνονται με αξιοθαύμαστη συνέπεια όλοι οι ηθοποιοί δεν καταφέρνει να λειτουργήσει στον επιθυμητό βαθμό;
Ενας θίασος από δισδιάστατες φιγούρες με μηχανική, φορμαλιστική κίνηση (Πατρίσια Απέργη) και «γεωμετρική» όψη, μέσα σε κοστούμια που θυμίζουν κατασκευές (Βασιλική Σύρμα), κατακλύζει τη σκηνή. Θα μπορούσαν να είναι κούκλες που ζωντάνεψαν και γιατί όχι, αφού το έργο δεν επιζητά ψυχολογικές ερμηνείες ή εμβάθυνση στους ρόλους. Από τα πρωτόλεια του Σαίξπηρ, η «Κωμωδία των παρεξηγήσεων» είναι μια λαϊκή κωμωδία, η οποία βασίζεται στα μπερδέματα που γεννάει η παρουσία στο ίδιο μέρος δύο ζευγαριών πανομοιότυπων διδύμων.
Τα θέματα όμως που προκύπτουν από τη φορμαλιστική ανάγνωση που προτείνει η Ευαγγελάτου δεν είναι αμελητέα, καθώς η ιδέα της δεν καταφέρνει τελικά να δικαιωθεί ως η πλέον κατάλληλη. Και αυτό επειδή, παρά την άψογη οργάνωση κι εκτέλεσή της, καταλήγει να κοντράρει συνεχώς το έργο και να λειτουργεί ερήμην του. Το «ζουμί» της «Κωμωδίας» είναι συγκεκριμένο κι έχει να κάνει με το ρυθμό, το λαϊκό χαρακτήρα και το «απροβλημάτιστο» χιούμορ της. Ο ρυθμός όμως υφίσταται μια περίεργη διαχείριση στην παράσταση, καθώς, ενώ η δράση είναι σαφώς κουρδισμένη, τα δρώμενα μοιάζουν τελικά αποσυναρμολογημένα και η ενότητα συχνά ανακόπτεται από τη σε εξαντλητικό βαθμό εφαρμογή της φόρμας.
Έπειτα, η φορμαλιστική προσέγγιση αποστραγγίζει τους χυμούς του έργου, ισοπεδώνει τις πιο εσωτερικές αποχρώσεις του κι έτσι, από εκεί που έχουμε να κάνουμε με μια απολύτως λαϊκή κωμωδία, καταλήγουμε να βλέπουμε μια μάλλον εγκεφαλική κατασκευή, ενδεχομένως επειδή η Ευαγγελάτου επιχείρησε να «αναβαθμίσει» την πρώτη ύλη της. Το κοινό ίσως γελάει –αν και όχι αρκετά–, όχι όμως για ό,τι συμβαίνει στο έργο, που από την πλευρά του θέτει αρκετά δεδομένα προς αποσαφήνιση, λόγω των αλλεπάλληλων παρεξηγήσεων και ανατροπών, αλλά χάρη στις σκηνικές δράσεις και στα σωματικά και ηχητικά γκαγκ που χαρίζουν στιγμές ευφορίας παρά την εξαντλητική χρήση τους.
Η δουλειά που έχει γίνει, πάντως, σε υποκριτικό επίπεδο είναι λόγος για να ξεχωρίσει κάποιος την παράσταση. Ένας αγνώριστος Νίκος Κουρής στην μπρουτάλ εκδοχή του Αντίφιλου Εφέσιου (ερμηνεύει επίσης τον Αντίφιλο Συρακούσιο) κι ένας απολαυστικός Ορφέας Αυγουστίδης, που κυριαρχεί με άνεση στη συνθήκη του δικού του διπλού ρόλου (Δρόμιος o Συρακούσιος, Δρόμιος o Εφέσιος) δίνουν το στίγμα ενός συνόλου άψογα δουλεμένου, που υπηρετεί μέχρι κεραίας το σκηνοθετικό ζητούμενο (Δήμητρα Βλαγκοπούλου, Αμαλία Νίνου, Ερρίκος Μηλιάρης, Γιώργος Νούσης, Πάνος Ζυγούρας κ.ά.).
Το περιστρεφόμενο σκηνικό, με πόρτες και καθρέφτες (Εύα Μανιδάκη), προτείνει έναν ωραίο τρόπο να αποδοθεί η βασική σκηνική συνθήκη που θέτει το φαρσικό είδος, ενώ με τους αντικατοπτρισμούς που δημιουργεί καταθέτει ένα έμμεσο σχόλιο πάνω στο ζήτημα της ταυτότητας. Κάτι παρόμοιο ίσως θέλησε να κάνει και η σκηνοθεσία, αλλά χάθηκε μέσα στο «θόρυβο» των ευρημάτων…
ΝΕΟ ΘΕΑΤΡΟ «ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ» Προφήτη Δανιήλ 3-5 & Πλαταιών, Κεραμεικός, 2110132002-5. Διάρκεια: 100΄.
© φωτογραφιών: Μιχάλης Κλουκίνας
Περισσότερες πληροφορίες
Η κωμωδία των παρεξηγήσεων
Μια νέα μετάφραση της φαρσοκωμωδίας του Σαίξπηρ από τον Διονύση Καψάλη, η οποία μπερδεύει πρόσωπα και πράγματα, δίνοντας τους διττή υπόσταση και διπλό νόημα.