«Πάμε με κέφι, μπρίο, πουτανιά και ανιδιοτέλεια» φωνάζει ο Γιώργος Νανούρης στη νεανική ομάδα ηθοποιών ηλικίας 23 με 30, που πρωταγωνιστούν στην «Κουζίνα» του Άρνολντ Γουέσκερ και η φόρα τους είναι τόσο ορμητική που σε παρασύρουν αμέσως στο ρυθμό της «χορογραφημένης» παράστασης. Ο Γιώργος Νανούρης έχει κάνει μια σκηνοθεσία που μοιάζει με χορογραφία προκειμένου να μας συντονίσει με το ρυθμό μιας κουζίνας εστιατορίου, την ώρα που ο σεφ με τους μάγειρες ετοιμάζονται για τη μεγάλη έξοδο των πιάτων στη σάλα.
«Το θέμα του ρυθμού είναι η ραχοκοκαλιά της παράστασης. Σηματοδοτεί όλες τις αλλαγές που συμβαίνουν» μας είπε ο Γιώργος Νανούρης. Αφήνει να κυλήσει το έργο χρησιμοποιώντας μια σφιχτή σύνδεση των σκηνών, ενώ το έχει γεμίσει με τις διαθέσιμες ύλες που του παρέδιδε το θυμικό του και η δική του ματιά πάνω στην κωμική και σκληρή προσέγγιση της καθημερινότητας, που τρέχει σε ξέφρενους ρυθμούς, όταν η εργασία απειλεί να προσδιορίσει την ταυτότητά μας.
Στις σκηνές που είδαμε στην πρόβα, οι ήρωες ανταλλάσσουν υλικά, συζητούν, παίζουν κιθάρα, χορεύουν, θυμούνται, ερωτοτροπούν, αστειεύονται, απελπίζονται, ελπίζουν. Δεν φαίνεται να συμβαίνει τίποτε παράδοξο, όλα κυλούν όμορφα και σχεδόν κανονικά, όμως μια παράξενη ανησυχία διατρέχει τους πάντες. Το έργο είναι πολυεπίπεδο και ο Γιώργος Νανούρης θέλει να αναδείξει όλα τα θέματα που αγγίζει ο συγγραφέας: το ρατσισμό, τα όνειρα για μια καλύτερη ζωή, τον άδοξο έρωτας, το βόλεμα.
Ζητήσαμε από τον Γιώργο Νανούρη να μας πει με ποιο από τα πρόσωπα του έργου ταυτίζεται και να μας κάνει μια σύντομη περιγραφή του κάθε χαρακτήρα. «Έχουμε κρατήσει τα πραγματικά ονόματα των ηθοποιών. Ο Σταύρος είναι ο τύπος του εθνικιστή, ο Αποστολής είναι ο μετανάστης που έχει γεννηθεί εδώ αλλά πάντα νιώθει ξένος κι έχει ανάγκη από ένα φίλο. Ο Κωσταντίνος διεκδικεί τα δικαιώματα για όλους και, για τους ομοφυλόφιλους, ο Τάσος θέλει να ζει τον έρωτά του και τίποτα άλλο και ο Χρήστος το μόνο που ξέρει να κάνει είναι να δουλεύει όλη μέρα. Πολλοί άνθρωποι δεν το κάνουν αυτό; Εγώ νομίζω ότι είμαι θέση Χρήστος και φύση Τάσος. Κι εγώ δουλεύω όλη μέρα αλλά πολύ θα ήθελα μια μέρα να τα σπάσω όλα και να ζήσω έναν έρωτα. Η Μοσχούλα ενώ το παίζει δυνατή στην πραγματικότητα όμως έχει θέματα με την εμφάνιση της. Η Μαρία είναι μία σερβιτόρα που θα ήθελε να είναι μπαλαρίνα αλλά αναγκάζεται να εργαστεί ως σερβιτόρα όπως κάνουν πολλές ηθοποιοί. Η Γρηγορία είναι ερωτευμένη με τον Τάσο αλλά δεν μπορεί να αφήσει τον άντρα της, την βολή της. Είναι η γυναίκα που δεν επιλέγει τον έρωτα αλλά το συμβιβασμό γι’ αυτό και ρίχνει το παιδί του Τάσου. Ο συγγραφέας ήδη από το 1957 αγγίζει το θέμα των αμβλώσεων και αυτό που ουσιαστικά μας λέει είναι να μην κατακρίνουμε γιατί κανείς δεν ξέρεις τι πραγματικά οδηγεί έναν άνθρωπο στις αποφάσεις του. Ο Μάριος, ο ζαχαροπλάστης της παρέας είναι ο πιο ήσυχος και κατευναστικός όταν οι άλλοι φωνάζουν. Μου θυμίζει κάποιους τύπους στο facebook που παρατηρούν τα πάντα αλλά δεν εκφράζουν τη γνώμη τους, επιλέγουν να είναι ήσυχοι και να κάνουν τη δουλειά τους. Ο σεφ, ο Παναγιώτης έχει συμβιβαστεί με αυτό που κάνει και το κάνει μόνο για τα λεφτά. Δεν ονειρεύεται τίποτε άλλο. Ο Φίλιους, από την άλλη, είναι ο άγγλογερμανοέλληνας που έρχεται στη χώρα μας βλέπει το χάος, μια εργασιακή ζούγκλα και αποφασίζει να μην «πεθάνει» για τα λεφτά».
Η πραγματικότητα συγκρούεται με τις επιθυμίες και με τα όνειρα-αν υπάρχουν-κάθε λεπτό. Ο Γιώργος Νανούρης έχει ενισχύσει το κείμενο με ένα απόσπασμα από την Κική Δημουλά, από ένα κείμενο που δημοσιεύτηκε σε ελληνική εφημερίδα με θέμα το ψωμί και με ένα ρεμπέτικο της Ιωάννας Γεωργακοπούλου που μας λεει: «Λέμε τα όνειρα που είχαμε σβήστηκαν τα πήρε ο άνεμος και χάθηκαν μακριά».
Οι ηθοποιοί, νέοι και υποσχόμενοι
Ο Γιώργος Νανούρης έψαξε λίγο πριν το καλοκαίρι και μόλις βρήκε ακριβώς αυτούς που ήθελε για τον κάθε ρόλο έκανε ένα σεμινάριο και από τις 15 Ιουνίου μόνασε μαζί με τους ηθοποιούς του στον θέατρο Αποθήκη, το οποίο θα το δείτε αλλαγμένο (η παλιά σκηνή έχει φύγει και έχει αποκαλυφθεί μια άλλη ομορφιά). Με μια σύντομη διακοπή μιας εβδομάδας τον Αύγουστο ετοίμασαν όλοι μαζί, σαν μια ομάδα που θα ζήλευαν πολλοί, την παράσταση. Είναι εξαιρετικά ταιριαστοί στους ρόλους τους και φαίνεται να έχουν τόση ενέργεια και διάθεση που δεν μπορείς να μείνει ασυγκίνητος. Ο οξυδερκής θεατής θα αναγνωρίσει ένα ποιητικό ρεαλισμό και θα διαβάσει κάτω από τα λόγια, στις παύσεις και στις εντάσεις την ψυχική δράση των ηρώων.
Παίζουν: Μαρία Αθητάκη, Μοσχούλα Ατσιδαύτη, Παναγιώτης Γαβρέλας, Κωνσταντίνος Γιουρνάς, Απόστολος Καμιτσάκης, Φίλιους-Μιχαήλ Κανάκης, Χρήστος Καρνάκης, Τάσος Κορκός Γρηγορία Μεθενίτη, Μάριος Ράμμος, Σταύρος Τσουμάνης. Κοστούμια : Λάζαρος Τζοβάρας.