Ζητήματα ευρυθμίας κι εμβάθυνσης, κυρίως όμως αδυναμίας να μεταδοθεί στην πλατεία το ουσιαστικό ζητούμενο του έργου, σε μια παράσταση που κερδίζει με την εικαστική της αρτιότητα και κάποιες ωραίες στιγμές.
Δεν είναι η πρώτη φορά που σε παράσταση του Απόλλωνα Παπαθεοχάρη η όψη, πέραν της ομορφιάς της, αφήνει να εννοηθούν πράγματα σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι η ίδια η σκηνοθεσία. Τα αυστηρά, καθολικού ύφους κοστούμια μαρτυρούν τον εγκλωβισμό ανθρώπων στους προδιαγεγραμμένους ρόλους που επιτάσσουν το αξίωμα ή η κοινωνική τους θέση, η λιτότητα της σκηνικής ατμόσφαιρας δημιουργεί μια ψευδή εντύπωση αρμονίας που πρόκειται να ανατραπεί –την επιτυγχάνουν οι γραμμές του σκηνικού, η γεωμετρική του διάταξη και οι θολοί, υπαινικτικοί φωτισμοί (Μελίνα Μάσχα)–, ενώ ο διάδρομος που κόβει τη σκηνή στα δύο σαν πασαρέλα μοιάζει να λειτουργεί όπως η τομή που χαράζει το έργο ανάμεσα στη βεβαιότητα και την αμφιβολία (σκηνικά και κοστούμια του σκηνοθέτη).
Μια τέτοια υπαινικτική διάθεση δεν είναι μόνο θεμιτή αλλά και αναγκαία για να υπηρετηθεί ένα έργο στο οποίο τίποτα δεν αποσαφηνίζεται. Το γνωστό και από την κινηματογραφική μεταφορά βραβευμένο –κι εν μέρει αυτοβιογραφικό– έργο του Σάνλεϊ δεν είναι τόσο ένα έργο για την ενδεχόμενη σεξουαλική κακοποίηση ενός ανήλικου μαθητή από τον κληρικό δάσκαλό του όσο μια σκηνική πραγμάτευση αυτού που λέει ο ίδιος ο τίτλος: η αμφιβολία – και πιο συγκεκριμένα η αντιπαράθεσή της με καλά δομημένες βεβαιότητες.
Η παράσταση όμως αποτυγχάνει να διαρρήξει την επιφάνεια που τόσο άρτια έχει δομήσει, να φωτίσει τις λανθάνουσες αποχρώσεις κι εντέλει να αφήσει τους θεατές μετέωρους, ως οφείλει. Ο συγγραφέας μάς αφήνει να αναρωτιόμαστε: είναι ή δεν είναι ένοχος για σεξουαλική κακοποίηση ο προοδευτικός, φιλελεύθερος Πατέρας Φλιν, ο οποίος κατηγορείται από την αμετάπειστη Αδελφή Αλοΐσιους; Η ερμηνεία του Νίκου Κουρή όμως, στιβαρή και σίγουρη, φαίνεται περισσότερο να θέλει να (απο)δείξει την αθωότητα του ήρωα παρά να εγείρει ερωτήματα και αμφιβολίες.
Τι καθοδηγεί τη διευθύντρια του σχολείου στο τυφλό κυνηγητό εναντίον του; Η Ρούλα Πατεράκη ορθά προσέγγισε την ηρωίδα της, υιοθετώντας μια παγερή, χωρίς συναίσθημα μάσκα που σπάει μόνο στο τέλος, όταν πια αφήνει να φανούν οι αμφιβολίες που την έχουν κατακλύσει, αλλά εγκλωβίζεται σε ένα υποτονικό, την περισσότερη ώρα μονότονο ερμηνευτικό ύφος. Γενικά η σκηνοθεσία υιοθετεί υπέρ το δέον συγκρατημένους τόνους –ίσως προς χάριν της εσωτερικότητας–, που ζημιώνουν την ευρυθμία της παράστασης και την παραδίδουν χωρίς τις απαραίτητες κορυφώσεις και δραματικές διακυμάνσεις. Έτσι ένα έργο που παίζει συνεχώς με την ανατροπή των δεδομένων αδυνατεί να δημιουργήσει το αίσθημα της αμφιταλάντευσης, να κινητοποιήσει στο μέτρο του επιθυμητού σκέψεις ή συναισθήματα.
Οι ερμηνείες των ηθοποιών που συμπληρώνουν τη διανομή υποτάσσονται στο συγκρατημένο κλίμα, φέρουν όμως και ψήγματα μιας προσωπικής πινελιάς: η Λίλα Μπακλέση αφήνει να διαφανεί κάτω από το προφίλ της υπάκουης Αδελφής Τζέιμς η προσωπικότητα μιας γυναίκας που δεν εφησυχάζει, ενώ η Πηνελόπη Μαρκοπούλου ερμηνεύει με υπόγειο δυναμισμό την Κυρία Ούμερ.
ΡΟΕΣ Ιάκχου 16, Γκάζι, 2103474312. Διάρκεια: 100΄.
Περισσότερες πληροφορίες
Αμφιβολία
Ένας ιερέας προσπαθεί να εκσυγχρονίσει τις αυστηρές δομές ενός θρησκευτικού σχολείου. Όταν η αυστηρή διευθύντριά του ανακαλύψει ότι εκείνος δίνει ιδιαίτερη προσοχή σε ένα απομονωμένο αγόρι, θα προσπαθήσει να τον εκδιώξει από το σχολείο