Τέσσερα χρόνια μετά την παράσταση-σπουδή στο έργο «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα» του Γιουτζίν Ο’Νιλ ο σκηνοθέτης Γιάννης Χουβαρδάς ξανασυναντά την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη σε έναν σημαντικό ρόλο. Ανεβάζει τον «Γλάρο» του Άντον Τσέχοφ κι επιλέγει έναν θίασο ηθοποιών που κάθε φορά μας εντυπωσιάζουν με το υποκριτικό τους σφρίγος: Νίκος Κουρής, Ακύλλας Καραζήσης, Νίκος Χατζόπουλος, Άλκηστις Πουλοπούλου κ.ά. Η μεγάλη τσεχοφική πρεμιέρα θα γίνει στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά στις 15/11.
Έχουν άραγε ειπωθεί τα πάντα γύρω από τον τσεχοφικό «Γλάρο»; Έργο-σταθμός για το σύγχρονο θέατρο –στην Ελλάδα παίζεται ανελλιπώς από το 1932, ενώ από το 2010 μέχρι σήμερα μετρήσαμε πέντε διαφορετικές εκδοχές του–, γραμμένο το 1890, περίπου την ίδια εποχή με τον «Θείο Βάνια» και τον «Βυσσινόκηπο», είναι κατά τον συγγραφέα του «μια κωμωδία σε τέσσερις πράξεις», που αντανακλά τη φιλοσοφία και την πορεία της ζωής του μέσα από τη χαρά, την κατάρρευση των ελπίδων αλλά και την πίστη για ένα καλύτερο μέλλον. Οι ήρωές του είναι αριστοκράτες, συγγραφείς και ηθοποιοί, οι οποίοι κουβεντιάζουν, μαλώνουν, φλερτάρουν, φιλοσοφούν και παίζουν θέατρο σε ένα αγρόκτημα κάπου στη Ρωσία στα τέλη του 19ου αιώνα.
Τα προσωπικά τους δράματα, τα συναισθήματα και οι εσωτερικές τους συγκρούσεις κυριαρχούν σε αυτό το έργο που μιλάει για την τέχνη και τη σχέση της με τη ζωή. Μια σειρά από πρόσωπα συναντιούνται στο εξοχικό του Σόριν (Νίκος Χατζόπουλος), ηλικιωμένου θείου της Αρκάντινα (Καρυοφυλλιά Καραμπέτη), μιας φτασμένης θεατρίνας που ζει μέσα στον ψεύτικο κόσμο του ναρκισσισμού της, προδίδεται από τον εραστή της, τον Τριγκόριν (Ακύλλας Καραζήσης), και δεν μπορεί να αγαπηθεί από τον γιο της Τρέπλιεφ (Νίκος Κουρής).
Ο Τριγκόριν έχει καταφέρει να γίνει διάσημος συγγραφέας, κατατρώγεται όμως από την έλλειψη εμπιστοσύνης στον εαυτό του, ενώ ο Τρέπλιεφ συνθλίβεται κάτω από τον κυριαρχικό χαρακτήρα της μητέρας του. Η Νίνα (Άλκηστις Πουλοπούλου) είναι ένα ερωτεύσιμο νέο κορίτσι που μετρά ήδη απογοητεύσεις στη θεατρική της καριέρα. Ανικανοποίητα είναι και τα άλλα πρόσωπα του έργου. Η Μάσα (Άννα Καλαϊτζίδου) αγαπάει τον Τρέπλιεφ, αλλά εκείνος αγαπάει τη Νίνα. Ο Μεντβεντένκο (Δημήτρης Παπανικολάου) αγαπάει τη Μάσα, αλλά εκείνη δεν τον θέλει. Η Πολίνα (Σύρμω Κέκε), σύζυγος του Σαμράγεφ (Δημήτρης Μπίτος), ζητάει από τον ευφυή και κυνικό γιατρό Ντορν (Δημήτρης Ήμελλος) να κάνουν επιτέλους το τελευταίο βήμα της ζωής τους μαζί, εκείνος όμως αρνείται. Μια ημιτελή συμφωνία συνθέτουν οι τσεχοφικοί ήρωες, με το φάλτσο έρωτα να θριαμβεύει. Ωστόσο ο «Γλάρος» δεν είναι ένα ξέσπασμα πάθους, η ιστορία ενός ανεκπλήρωτου έρωτα, αλλά το κλειδί για να πλησιάσουμε την εσωτερική ζωή τους κι εντέλει τον «άγνωστο» Τσέχοφ.
Ο Γιάννης Χουβαρδάς υπογράφει την απόδοση και τη σκηνοθεσία του «Γλάρου», του τρίτου έργου του Τσέχοφ με το οποίο καταπιάνεται, μετά τις «Τρεις αδελφές» (Θέατρο Αμόρε, 1994) και τον «Θείο Βάνια» (Εθνικό Θέατρο, 2010). Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, μια ηθοποιός που τολμάει να δοκιμαστεί σε κλασικούς ρόλους τοποθετώντας τον πήχη όλο και πιο ψηλά για τον εαυτό της, ερμηνεύει μία από τις πλέον εμβληματικές περσόνες του παγκόσμιου δραματολογίου. Οι δυο τους συνεργάζονται σε μια παράσταση που, όπως μας είπε η ίδια, «ακροβατεί ανάμεσα στο τραγικό και το κωμικό.
Αυτό που μας ζήτησε ο Γιάννης Χουβαρδάς από τις πρώτες ημέρες της ανάγνωσης ήταν να είμαστε ο εαυτός μας όσο ποτέ άλλοτε. Να προσπαθήσουμε να σκύψουμε βαθιά μέσα μας για να βρούμε τα στοιχεία που μπορούν να συνδεθούν με τους ήρωες που ερμηνεύουμε». Ο Γιάννης Χουβαρδάς έχει το χάρισμα να οδηγεί τον θεατή σε αυτά που βρίσκονται πίσω από τα συνηθισμένα και τα προφανή και συνήθως αποφεύγει τις προκατασκευασμένες νοσταλγικές ατμόσφαιρες και το λυγμικό παίξιμο.
Δεν περιμένουμε λοιπόν το ρομαντισμό να κυριαρχεί στη σκηνή. Ο ίδιος δηλώνει ότι «τα μεγάλα θέματα του έργου είναι η αλληλεξάρτηση ζωής και τέχνης, ο θάνατος των ψευδαισθήσεων και η κωμωδία της ανθρώπινης αποτυχίας» και καταλαβαίνουμε πως, ακολουθώντας το πνεύμα του Τσέχοφ, σκοπεύει να αντιμετωπίσει τον «Γλάρο» σαν μια αλληγορία για τη «ζωή ως θέατρο» και να φέρει στη σκηνή πρόσωπα που μιλάνε, ανθρώπους όχι μονολιθικούς και μονοδιάστατους, αλλά κοινούς, που παρουσιάζουν μια άλλη όψη του εγώ τους.
Η παράσταση εκτυλίσσεται σε μια μη εποχή, με σύγχρονα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη, στο λιτό σκηνικό της Εύας Μανιδάκη, με μουσικές του Δημοσθένη Γρίβα και τους φωτισμούς του Λευτέρη Παυλόπουλου. Η δράση λαμβάνει χώρα όχι μόνο στη σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά αλλά και μέσα στην αίθουσα, στα καθίσματα των θεατών, με τη χρήση του βασικού εξοπλισμού –φώτα, αυλαία, σκηνικοί μηχανισμοί– και υπηρετώντας τη γραμμή της ακραίας αφαίρεσης που έχει ακολουθήσει ο σκηνοθέτης αρκετές φορές τα τελευταία χρόνια, στηριζόμενος κατά κύριο λόγο στους ηθοποιούς του.
Περισσότερες πληροφορίες
Ο γλάρος
Οι χίμαιρες της νιότης και οι ματαιώσεις της ενηλικίωσης, οι οικογενειακές και διαπροσωπικές σχέσεις, ο έρωτας και ο θάνατος, η τέχνη και η πραγματικότητα αναδεικνύονται με τον πιο ανθρώπινο τρόπο στο τσεχοφικό έργο.