Ζευγάρι στη ζωή και τη σκηνή, ο Δημήτρης Μυλωνάς και η Άννα Ελεφάντη αναλαμβάνουν για 12 χρόνια το Από Μηχανής Θέατρο. Από την πρώτη σεζόν μπαίνουν δυναμικά στο παιχνίδι με ένα πλουραλιστικό ρεπερτόριο με 25 παραγωγές, 7 εκ των οποίων από τη δική τους Εταιρεία Θεάτρου Εν Δράσει. Στον ανακαινισμένο χώρο, που μοσχομυρίζει μπογιά και βερνίκι, εξηγούν στη Γιώτα Δημητριάδη πώς αποφάσισαν να κάνουν το μεγάλο βήμα και γιατί θεωρούν το θέατρο ομαδικό σπορ.
Πώς αποφασίσατε να αναζητήσετε δική σας καλλιτεχνική στέγη;
Δημήτρης Μυλωνάς: Από τότε που ήμουν με τον Στάθη Λιβαθινό στην Πειραματική Σκηνή είχα στο μυαλό μου τη σκηνοθεσία και ονειρευόμουν ένα δικό μου χώρο. Όταν αργότερα συνάντησα την Άννα και δημιουργήσαμε την Εταιρεία Θεάτρου Εν Δράσει, κάναμε μια πολύ καλή αρχή (με την παράσταση «Γράμματα στον Στάλιν»), που μας έδωσε σημαντική ώθηση, ενώ εγώ παράλληλα σκηνοθετούσα και σε άλλα θέατρα με αναθέσεις. Οπότε η ανάγκη για ένα χώρο έγινε πιο επιτακτική. Οι λόγοι, λοιπόν, ήταν τόσο πρακτικοί όσο και καλλιτεχνικοί. Το θέατρο αυτό όμως μας βρήκε…
Δηλαδή;
Δ.Μ.: Είχαμε πάει σε έναν δικηγόρο για μια υπόθεση κι έτυχε να μου πει: «Ξέρεις, η Κράλλη έχει ξενοικιάσει το θέατρο». Μόλις το άκουσα, είπα στην Άννα: «Δεν υπάρχει περίπτωση, αυτό είναι!» Φυσικά, η επιστροφή του θεσμού των επιχορηγήσεων μας έδωσε δύναμη και θέλω να τονίσω ότι είναι κάτι πολύ ζωτικό για το μέλλον του θεάτρου.
Άννα Ελεφάντη: Το γεγονός ότι έχουμε δεκαπέντε χρόνια στη δουλειά μάς έκανε να θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα χώρο με τις καλύτερες συνθήκες, όχι μόνο για τις δικές μας παραγωγές αλλά και για τις φιλοξενούμενες. Θέλουμε έναν καθαρό χώρο, με καλή ακουστική, σωστά φωτά. Πράγματα που, δυστυχώς, δεν είναι δεδομένα.
Δεν διατηρείτε μόνο μια εμπορική σχέση με το ζεύγος Κράλλη - Βαλαβανίδης, αλλά συνεργάζεστε μαζί τους σε παραστάσεις. Είναι σαν να συνεχίζετε ένα καλλιτεχνικό νήμα;
Δ.Μ.: Το θέατρο, πέρα από τα υλικοτεχνικά μέσα, τα οποία ανακαινίσαμε εξολοκλήρου, είναι πάνω απ’ όλα οι άνθρωποι και η ιστορία του.
Α.Ε.: Μπορεί να υπάρξει θέατρο χωρίς φώτα, χωρίς μουσική, χωρίς σκηνοθέτη, χωρίς κείμενο, αλλά δεν μπορεί χωρίς έναν ηθοποιό κι έναν θεατή από κάτω. Επομένως, οι άνθρωποι είναι αυτοί που θα δώσουν ζωή σε ένα κτίριο.
Δ.Μ.: Επιπλέον, οι δύο τους είναι εξαιρετικοί ηθοποιοί, έτσι το να πορευόμαστε μαζί με αυτούς που αγόρασαν το κτίριο και του έδωσαν ζωή το θεώρησα αυτονόητο. Δεν θα μπορούσε να υπάρχει μόνο μια σχέση ενοικιαστή και ιδιοκτήτη. Οι άνθρωποι αυτοί είναι είκοσι χρόνια στο χώρο, εγώ κερδίζω από την εμπειρία τους. Διαβάζοντας το «Proof», δεν μπορούσα να φανταστώ ιδανικότερο γι’ αυτόν τον ρόλο από τον Χρήστο Βαλαβανίδη. Γενικότερα όσο περισσότεροι ενωνόμαστε στο θέατρο τόσο καλύτερα πηγαίνει! Και σε αυτόν το χώρο προσπαθώ να δηλώσω ότι μπορούν να μαζευτούν καλλιτέχνες με οντότητα και προσωπικότητα και να συνεργαστούν. Γι’ αυτό είναι εδώ όλοι αυτοί οι σπουδαίοι σκηνοθέτες. Αυτό είναι και το στοίχημα για μένα. Αλλιώς γιατί να ανοίξει άλλο ένα θέατρο;
Πιστεύετε δηλαδή ότι οι άνθρωποι του θεάτρου δεν συνομιλούν;
Δ.Μ.: Ναι, δεν συνομιλούμε… Υπάρχουν άνθρωποι που αξίζουν, και το έχουν αποδείξει όλα αυτά τα χρόνια, αλλά είναι κατακερματισμένοι σε πολλές θεατρικές γωνιές. Σκοπός δικός μου είναι να λέει το κοινό «τι παίζει στο Από Μηχανής», έχοντας στο μυαλό του όλους τους καλλιτέχνες, και όχι «τι σκηνοθετεί ο Μυλωνάς».
Να δούμε όμως «τι σκηνοθετεί και ο Μυλωνάς», που τα τελευταία χρόνια έχει ανεβάσει Τσέχοφ, Μπουλγκάκοφ, Κατσικονούρη και τώρα επιλέγει ένα ανάλαφρο έργο για να εγκαινιάσει αυτό το θέατρο. Πώς οδηγηθήκατε στον «Ράφτη κυριών»;
Δ.Μ.: Για κάτι πιο σαμπανιζέ!
Α.Ε.: Είναι ένας χαρακτηρισμός που χρησιμοποιούσε ο Κ. Τσιάνος και είναι πάρα πολύ σωστός για τη φάρσα. Διότι έχει έναν κώδικα που στο πρώτο επίπεδο είναι πολύ ανάλαφρος, αλλά μέσα από αυτές τις καταστάσεις, που είναι χτισμένες με μεγάλη μαεστρία, μπορείς να ανακαλύψεις πολλά κι ενδιαφέροντα. Απολαμβάνεις όμως μια καθαρή, μεστή, γρήγορη κι ευφυέστατη κωμωδία. Κι επειδή ο Δημήτρης είναι ένας εξαιρετικός κωμικός ηθοποιός, έχει δώσει ρεσιτάλ με αυτήν τη σκηνοθεσία. Ίσως και από μια ανάγκη του να ξεφύγει ύστερα από τόσο δύσκολα έργα.
Δ.Μ.: Πράγματι, μετά τις «Τρεις Αδερφές» ήθελα να κάνω κάτι να γελάσουμε. Είμαι ευτυχής που συνεργάζομαι με αυτόν τον εξαιρετικό θίασο. Ο Αλέξανδρος Μπουρδούμης είναι εκπληκτικός στον ρόλο του Μουλινό. Η παράσταση κερδίζει κι αισθητικά από τα εμπνευσμένα κοστούμια του Miltos και τα σκηνικά της Αμαλίας Αντώνη.
Σε αυτό το έργο, που πραγματεύεται τις συζυγικές σχέσεις, θα δούμε κομμάτια και της δικής σας ζωής;
Δ.Μ.: Σίγουρα, ως ζευγάρι έχουμε τσακωθεί κι έχω προσπαθήσει να την ηρεμήσω. Έτσι είναι γοητευτική μια σχέση. Αν δεν υπήρχαν όλα αυτά τα κόλπα που βλέπουμε και στον Φεϊντό, δεν θα είχε νόημα...
Α.Ε.: Η Σουζάν, ο δικός μου ρόλος στην παράσταση, είναι πάρα πολύ ρομαντική. της αρέσουν η όπερα, το μπαλέτο... Στη ζωή μου μπορεί να μην είμαι έτσι, αλλά έχω επικαλεστεί μελοδραματισμούς για να μετατοπίσω τον Δημήτρη σε ζητήματα συμβίωσης.
Υπάρχουν περίοδοι που απομονώνεστε καλλιτεχνικά ο καθένας στο δικό του κόσμο;
Α.Ε.: Είναι μια δουλειά που σε απορροφά από τον έξω κόσμο, αλλά μεταξύ μας είμαστε στον ίδιο κόσμο.
Δ.Μ.: Επειδή το θέατρο έχει να κάνει με την προσωπικότητα και την ψυχική και σωματική συμμετοχή, όλα ξεκινάνε από εσένα και σ’ εσένα τελειώνουν. Και ακούω πολύ συχνά κάποιους να λένε ότι χάνουν τη ζωή τους κ.λπ. Εγώ διαφωνώ και δεν πιστεύω σε διλήμματα μεταξύ θεάτρου και ζωής. Διότι, όπως λέει και ο Τομ Στόπαρντ: «Είμαστε ηθοποιοί των αντίθετων ανθρώπων». Όποιος συνειδητά μπει σε μια μορφή τέχνης, όπως το θέατρο, δεν ξεχωρίζει η ζωή του από αυτήν. Όλα τα βλέπεις μέσα από αυτό το πρίσμα. Επομένως, δεν υπάρχει το δίλημμα. Το θέατρο αντλεί από τη ζωή και η ζωή από το θέατρο.
Εκτός από τρεις σκηνοθεσίες κι έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στο «Boomerang», σε σκηνοθεσία του Χρ. Βαλαβανίδη, θα ταξιδέψετε και μέχρι την Αλβανία για να σκηνοθετήσετε «Μήδεια»...
Δ.Μ.: Ο Κίτσος Λόντος, ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Πειραματικού Θεάτρου της Αλβανίας, είδε τις «Τρεις αδερφές» δύο φορές και μου πρότεινε να σκηνοθετήσω τη «Μήδεια» με μία από τις σπουδαιότερες ηθοποιούς της χώρας, τη Λουίζα Τζουβάνι. Η πρεμιέρα θα γίνει στις 27/1 και στόχος μας είναι η παράσταση να περιοδεύσει στην Αθήνα και σε ανοιχτά θέατρα της Αλβανίας.
Πώς βλέπουν οι ξένοι το αρχαίο δράμα;
Δ.Μ.: Με δέος.
Περισσότερες πληροφορίες
Ράφτης κυριών
Κλασική φαρσοκωμωδία γεμάτη ίντριγκες, συζυγικές απιστίες και διασκεδαστικές ανατροπές που δεν έχουν τέλος.