Αθήνα, η πόλη των –μέχρι τώρα– 858 παραστάσεων και των 150 θεατρικών σκηνών. Έχετε, φαντάζομαι, πλέον συνηθίσει τα εξωφρενικά νούμερα που «χτυπάει» το θέατρό μας. Παραγωγικό αλλά και οριακά χαοτικό διαφαίνεται το αθηναϊκό θεατρικό τοπίο. Οι Έλληνες δημιουργοί προσπάθησαν να ανακαλύψουν τον εαυτό τους, να αναμετρηθούν με τα ταλέντα και τις αγωνίες τους, να συνομιλήσουν με εμάς, το κοινό. Το κατάφεραν;
Παραστάσεις πολλές είδαμε, σπουδαίες όμως; Πρέπει μάλλον να παραδεχτούμε πως, μολονότι για πολλούς Αθηναίους το θέατρο αποτελεί πλέον την πρώτη επιλογή εξόδου, οι μεγάλες συγκινήσεις –με ελάχιστες εξαιρέσεις– απέχουν από τις σκηνές της πόλης. Ίσως γιατί οι προσφερόμενες παραγωγές είναι φροντισμένες, αλλά ανίκανες να δημιουργήσουν κόσμους ή να μας συνταράξουν όσο οι περιπέτειες της κανονικής μας ζωής και τα γεγονότα των καιρών μας.
Αν αναζητούσαμε πάντως ένα γενικό στίγμα για τη σεζόν, το Εθνικό Θέατρο με την πολυσυλλεκτικότητά του θα μπορούσε να μας βοηθήσει: καθωσπρέπει νοσταλγία («Μυστικοί αρραβώνες»), προσεγμένη εμπορικότητα («Πιάφ» και «Σρεκ») και κατ’ επίφασιν πειραματισμός («Ευτυχισμένες μέρες»).
Σημαντικά έργα συνεχίζουν να ανεβαίνουν, αλλά σε οριζόντιες αναγνώσεις, δίχως ειδικό ενδιαφέρον («Θείος Βάνιας», «Έντα Γκάμπλερ») και οι παραστάσεις είναι καλές, αλλά δεν γράφουν Ιστορία («Παράσιτα», «Ματωμένος Γάμος»). Υπήρξαν κάποιες –μορφολογικά και ιδεολογικά– δημιουργικές σκηνοθεσίες που δίχασαν (όπως ο κατά Γιάννη Χουβαρδά «Άμλετ» ή η «Εκκρεμότητα» του Τσιμάρα Τζαννάτου διά χειρός Βασίλη Νούλα).
Εκείνες όμως που μένουν αλησμόνητες είναι αποκλειστικά και μόνο κάποιες μεγάλες ερμηνείες, όπως αυτή του Γιώργου Μιχαλακόπουλου ως σερ Τόμας Μουρ (στο «Ένας άνθρωπος για όλες τις εποχές»). Έγινε μια στροφή προς το σύγχρονο ελληνικό έργο (οι Λεία Βιτάλη, Δημήτρης Δημητριάδης, Λένα Κιτσοπούλου και Ανδρέας Φλουράκης υπήρξαν οι πιο «πολυπαιγμένοι» της σεζόν).
Κάποια καλλιτεχνικά στοιχήματα πέτυχαν ευρεία απήχηση σε βαθμό υπερθετικό (κατά βάση τα «Πουπουλένιος», «Η Μεγάλη Χίμαιρα», «Σμύρνη μου αγαπημένη» και «Άντρες έτοιμοι για όλα»), ενώ κάποια άλλα έμειναν αδικαίωτα («Ο Αγαπητικός της Βοσκοπούλας»).
Από την άλλη, το εμπορικό θέατρο ανοίχτηκε στην υβριδική συνεργασία ηθοποιών και καλλιτεχνών της μουσικής σκηνής – της λαϊκής, της έντεχνης, ακόμη και της πίστας. Ένα πλήθος πειραματικών ομάδων (ή έστω φερόμενων ως πειραματικών) στέκει αποπροσανατολισμένο απέναντι σε ό,τι συμβαίνει και οι πειραματικές ομάδες που επιδίωξαν τη ρήξη με το θεατρικό, πνευματικό και κοινωνικοπολιτικό κατεστημένο την προηγούμενη δεκαετία (από τους Blitz μέχρι τους Vasistas) δεν έχουν βρει τη «συνέχειά» τους (ούτε τους συνεχιστές τους), έστω κι αν παίζουν πλέον εξίσου εδώ όσο και στο εξωτερικό, εξίσου στο «Bios» όσο και στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.
Μια διαρκής μετατόπιση ρόλων παρατηρείται εν τη απουσία κρατικής πολιτικής. Η μεν Στέγη λειτουργεί σαν ένα Φεστιβάλ Αθηνών εν μέσω χειμώνα (με κορυφαίες μετακλήσεις και προώθηση του πειραματισμού), το δε Φεστιβάλ Αθηνών σαν υπουργείο Πολιτισμού, «επιδοτώντας» με παραστάσεις όλους όσους κρίνει άξιους, ενώ το Μπάντμιντον, εκτός από το ποικίλο χειμερινό πρόγραμμά του, αναλαμβάνει καθήκοντα… υπουργείου Τουρισμού, ετοιμάζοντας αρχαίο δράμα με αγγλικούς υπέρτιτλους για τους ξένους επισκέπτες του καλοκαιριού.
Λειτουργώντας ως –μικρές ή μεγάλες– επιχειρήσεις σε καθεστώς ελεύθερης αγοράς, τα θέατρα της πόλης είδαν τον ανταγωνισμό να αυξάνεται κατακόρυφα. Επένδυσαν, λοιπόν, στην κινητικότητα, τη συλλογικότητα και τη multiplex λογική του εναλλασσόμενου ρεπερτορίου. Τα Αθηναϊκά Θέατρα διαδέχτηκαν την Ελληνική Θεαμάτων στη διαχείριση ιστορικών σκηνών του κέντρου (Παλλάς, Αλίκη και «Δημήτρης Χορν»).
Κάποια θέατρα υπολειτούργησαν, όπως το Βασιλάκου, και κάποια άλλα έκλεισαν, όπως το Ακροπόλ, το οποίο σφραγίστηκε με λουκέτο τον Φεβρουάριο του 2015. Το 1.600 θέσεων Pantheon Theater εδραίωσε την παρουσία του ως της πιο πολυτελούς θεατρικής αρένας την ίδια στιγμή που μετατράπηκε σε θέατρο το… δεκάξι θέσεων στέκι της μπαγκλαντεσιανής κοινότητας στην οδό Χαλκοκονδύλη, το Μπαγκλαντές.
Ακόμη κάποιες σκηνές άνοιξαν, όπως το Μικρό Γκλόρια, το Radar και το Μπιπ, ενώ κάποια θέατρα-στέγες παρεών σε off γειτονιές, όπως το Αλκμήνη, το Vault, το Beton 7 και ο Χώρος Τέχνης Ασωμάτων, έφτασαν να παρουσιάζουν ακόμη και δέκα διαφορετικές παραστάσεις σε μία εβδομάδα. Συμπέρασμα; Οι άνθρωποι του θεάτρου δεν έμειναν δέσμιοι της κρατικής ολιγωρίας και τα θέατρα δεν κατέβασαν ρολά.
Ποιοι όμως «έβαλαν πλάτες»; Κατά βάση οι ηθοποιοί, οι οποίοι σε κάποιες περιπτώσεις είτε πληρώνονται με ποσοστά επί των εισιτηρίων είτε προσφέρουν εθελοντικά την εργασία τους, προσβλέποντας πως η αμισθί συμμετοχή τους σε μια παράσταση θα γίνει το διαβατήριο για μια μελλοντική έμμισθη συνεργασία.
Ένας υπερπληθυσμός καλλιτεχνών αποζητά εξίσου την καταξίωση όσο και την επιβίωση. Τη στιγμή, λοιπόν, που το δυτικό θέατρο –με κύριο εκφραστή το γερμανόφωνο θέατρο της Κεντρικής Ευρώπης– κάνει την αυτοκριτική του και αποκηρύσσει το μεταμοντέρνο αναζητώντας ένα «νέο ρεαλισμό», το δικό μας θέατρο έχει τα δικά του απολύτως ρεαλιστικά προβλήματα…
Η σεζόν σε αριθμούς
858 παραστάσεις για το ενήλικο και το παιδικό κοινό ανέβηκαν στην Αθήνα, σύμφωνα με την έγκυρη βάση δεδομένων του «αθηνοράματος», από τον Οκτώβριο του 2014 μέχρι σήμερα.
7.000 θεατές και άνω έχουν γεμίσει ασφυκτικά το μονόλογο «Κατερίνα» του Αύγουστου Κορτώ στο –120 θέσεων– Θησείον.
60.000 θεατές μετρούν πλέον οι «Άντρες έτοιμοι για όλα», οι οποίοι παρεμπιπτόντως «γδύνονται» στο Λαμπέτη από το 2013.
130 πειραματικές παραστάσεις έδωσαν εναλλακτικό «παρών» – από περφόρμανς και devised theatre μέχρι σκηνικές συνθέσεις.
129 κοινωνικά έργα, 111 κωμωδίες και 71 δράματα ανέβηκαν στις αθηναϊκές σκηνές.
30.000 εισιτήρια έχει κόψει η «Μεγάλη Χίμαιρα» μέχρι τώρα κι έχουν εξαντληθεί όλα τα εισιτήρια μέχρι και τις 24/5!
67 ήταν οι μονόλογοι που παίχτηκαν μέχρι την πρώτη εβδομάδα του Απριλίου.
Οι 5 πιο δημοφιλείς παραστάσεις της σεζόν στο athinorama.gr: «Πουπουλένιος», «Δεν θα με τρελάνεις εσύ εμένα», «Η Μεγάλη Χίμαιρα», «Άντρες έτοιμοι για όλα» και «Ένας ήρωας με παντόφλες».
Από το πάλκο στη σκηνή
62 μουσικοθεατρικά θεάματα παρουσιάστηκαν στην Αθήνα και σε ορισμένα από αυτά πρωταγωνίστησαν διάσημοι τραγουδιστές, βάζοντας τη φωνή όσο και την προσωπική τους σφραγίδα. Οι Σοφία Βόσσου, Στέλιος Διονυσίου και Κατερίνα Κούκα ηγήθηκαν ενός 30μελούς θιάσου που έκανε την πλατεία του Βέμπο να τραγουδά με πάθος τη «Συννεφιασμένη Κυριακή» στο μουσικοθεατρικό θέαμα «Πριν το χάραμα».
Η ιδέα της συνύπαρξης του αυθεντικά λαϊκού αοιδού Γιώργου Μαργαρίτη με γνωστούς πρωταγωνιστές στο βουκολικό ειδύλλιο του Δημητρίου Κορομηλά «Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας» στο Παλλάς δεν λειτούργησε τόσο όσο η καταλυτική παρουσία ενός σταρ της πίστας όπως ο Γιώργος Μαζωνάκης στο «Rocky Horror Show» του Rex.
Ως απόλυτοι πρωταγωνιστές εμφανίστηκαν η Άννα Βίσση στη ροκ όπερα του Νίκου Καρβέλα «Καμπάνες του Edelweiss», σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα, και ο Σάκης Ρουβάς στο μιούζικαλ «Ηρακλής: Οι 12 άθλοι» του Απόλλωνα Παπαθεοχάρη στο Pantheon Theater, ενώ οι Βασίλης Παπακωνσταντίνου και Χρήστος Θηβαίος, στην πρωτότυπη μουσικοθεατρική παράσταση του Παντελή Βούλγαρη «9:05» στο Διάνα, οδήγησαν τους θεατές-ακροατές σε ένα ταξίδι με οδηγό το ελληνικό τραγούδι, που συνδέει τόσο τη συλλογική μνήμη όσο και τις προσωπικές ιστορίες μας.
6 ερμηνείες για... Όσκαρ!
Αλεξάνδρα Αϊδίνη
Αιθέρια κι όμως παντοδύναμη, ενσαρκώνει με αμείλικτη αισθαντικότητα την κεντρική ηρωίδα της «Μεγάλης Χίμαιρας» – δύσκολο να φανταστείς άλλη Μαρίνα...
Κωνσταντίνος Ασπιώτης
Με αέρα glam rocker και πάνκικο τσαμπουκά, φορώντας κορσέδες και γόβες, έδωσε ρεσιτάλ επιπέδου Μπρόντγουεϊ στο «Rocky horror show».
Περικλής Μουστάκης
Δωρικός και συνάμα κτηνώδης ως νοσηρός πάτερ φαμίλιας καταθέτει στον «Φαέθοντα» του Δημήτρη Δημητριάδη μια ερμηνεία που τσακίζει κόκαλα.
Ελένη Ουζουνίδου
Ως «Σταματία, το γένος Αργυροπούλου», μας παρέσυρε με τη στεντόρεια φωνή της σε μια ερμηνεία χοϊκή, τζαζ και απείρως γοητευτική.
Λένα Παπαληγούρα
Με πάλλουσα ενέργεια κι ελεγχόμενο πάθος, από το «Blasted» μέχρι τον «Ματωμένο γάμο» και την «Κατερίνα», δείχνει να είναι ήδη πρωταγωνίστρια ολκής.
Άρης Σερβετάλης
Επικεφαλής του άψογα εκτελεσμένου «χορού» ηθοποιών στον «Σωσία», πάλεψε αδυσώπητα με τις καρέκλες του σκηνικού και τα ζωτικά ψεύδη της αστικής ύπαρξης.
Οι τάσεις της σεζόν
Επιχορήγηση τέλος, αυτο- διαχείριση τώρα!
«Ναι» στην αλληλεγγύη και τη συνεργασία λένε ο Θ. Μοσχόπουλος, καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου Πόρτα, η Μ. Κάλμπαρη, καλλιτεχνική διευθύντρια του Θεάτρου Τέχνης Κάρολου Κουν, ο Γ. Περλέγκας, ο Μ. Παπαδημητρίου κ.ά., επαναπροσδιορίζοντας το δρόμο του «εμείς» με ένα μοντέλο συμμετοχικής εργασίας που φέρνει την αύρα του ανσάμπλ αλλά και το αστάθμητο της αμοιβής με ποσοστά επί των εισιτηρίων.
Το stand up ορθώνει ανάστημα
Ένα πλήθος κωμικών –από τον Ζαραλίκο μέχρι τον Φισφή και τη Βρανά–κάνει την πόλη να διπλώνεται στα γέλια. Το stand up δεν είναι tweet ή ανέκδοτο, αλλά η επιτυχία ενός και μόνου ανθρώπου να μεταμορφώσει ένα ετερόκλητο κοινό σε παρέα και να το διατηρήσει επί μία-μιάμιση ώρα σε κατάσταση ευφορίας.
Τσέχοφ ο σύγχρονός μας
Τι κι αν μας χωρίζει ένας αιώνας; Κάποια μυστήρια σχέση μάς συνδέει με τους ξεπεσμένους αριστοκράτες, τις θεατρίνες και τους ονειροπόλους του Τσέχοφ. Το βέβαιο είναι ότι η χρονιά θα κλείσει με την Αθήνα να έχει δει όλα τα έργα του (μόνη εξαίρεση ο «Ιβάνοφ») – από τον «Πλατόνοφ» μέχρι τον «Βυσσινόκηπο».
Κι εσείς θέατρο ρεπερτορίου;
21 παραστάσεις ανέβηκαν στο Αλκμήνη, 11 στο Vault, 8 στο 104. Σταδιακά και αθόρυβα, σχεδόν όλες οι μικρές σκηνές της πόλης έγιναν θέατρα ρεπερτορίου, υιοθετώντας τη λογική των εναλλασσόμενων παραστάσεων: κάθε μέρα κι άλλο θέαμα, κάθε θέαμα μόνο για λίγο, ώστε να αποφευχθεί το ρίσκο της μιας και μόνης μεγάλης παραγωγής.
Περισσότερες πληροφορίες
Η Μεγάλη Χίμαιρα
Μέσα από την ιστορία της Γαλλίδας Μαρίνα Μπαρέ, η οποία ερωτεύεται και παντρεύεται έναν Έλληνα εφοπλιστή, η γυναικεία ματιά και η αντρική επιθυμία φωτίζουν αποκαλυπτικά τη διαχρονική αμφιθυμία που χαρακτηρίζει τη σχέση της Δύσης με την Ανατολή
Ο πουπουλένιος
Σε ένα άγνωστο αυταρχικό καθεστώς ένας συγγραφέας ανακρίνεται από δύο αστυνομικούς, διότι στις ιστορίες του περιγράφει πραγματικές δολοφονίες
Κατερίνα
Στο μυθιστόρημα που αφορά τη μητέρα του συγγραφέα κι έχει τα χαρακτηριστικά βιογραφίας, η Κατερίνα έχει μόλις αυτοκτονήσει και αφηγείται τη ζωή της.
Δε θα με τρελάνεις εσύ εμένα
Τρεις γυναίκες από διαφορετικές χώρες βασανίζουν ερωτικά έναν ορκισμένο εργένη, που μπλέκει χωρίς να το καταλάβει
Ένας ήρωας με παντόφλες
Η κουτοπονηριά και η ισοπέδωση των ηθικών αξιών με σκοπό το κέρδος, σε ένα διαχρονικό έργο, που γράφτηκε στον Εμφύλιο κι έγινε γνωστό από την κινηματογραφική εκδοχή του 1958
Βυσσινόκηπος
Ο σκηνοθέτης, υπονομεύοντας τα στερεότυπα που βαραίνουν τις τσεχοφικές αναγνώσεις, προσεγγίζει το έργο ως «μια αιρετική κωμωδία μέσα σε ένα υπέροχο δράμα»
Θείος Βάνιας
Ο Βάνιας είναι καταδικασμένος στο απόλυτο υπαρξιακό τέλμα, θυμίζοντας έντονα την κατάσταση της χώρας μας, σε ένα έργο που σκιαγραφεί με επιδεξιότητα τις μεγάλες κοινωνικές αλλαγές.
Ματωμένος γάμος
Ο έρωτας αναμετριέται με το θάνατο στο έργο, που αντλεί στοιχεία από την ποίηση της Ανδαλουσίας αλλά και από χαρακτήρες της καθημερινής ζωής.
Παράσιτα
Δύο αδερφές μοιράζονται το ίδιο τραυματικό παρελθόν και το ίδιο ζοφερό παρόν: κακοποίηση, φτώχεια, φυλακή, ναρκωτικά. Για καμία δεν είναι εύκολο να κουβαλήσει το βάρος της δικής της ύπαρξης – πόσο μάλλον και της άλλης