Η Κατερίνα Ευαγγελάτου ανήκει στους ανθρώπους εκείνους που δεν το βάζουν εύκολα κάτω όποιες κι αν είναι οι αντιξοότητες με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπη είτε ως σκηνοθέτης, είτε ως καλλιτεχνική διευθύντρια του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου: «Δεν κάμπτομαι από τις δυσκολίες, καταλαβαίνω ότι είναι πολύ σκούρα τα πράγματα, αλλά δεν γίνεται να μην γίνει φέτος το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Θα ανακοινώσουμε, στις 10 Μαΐου, το πρόγραμμα από κει και πέρα θα δούμε πόσα από αυτά θα μπορέσουν να γίνουν ζωντανά και πόσα θα βιντεοσκοπήσουμε, αν χρειαστεί. Εξαρτάται από τις οδηγίες που θα έχουμε. Εμείς, χτίζουμε και σχεδιάζουμε τα πράγματα με την προοπτική να γίνουν όλα ζωντανά».
Η Κατερίνα Ευαγγελάτου και οι συνεργάτες της συνεχίζουν να σχεδιάζουν και να οργανώνουν, ενώ ο κόσμος της τέχνης βιώνει μια αναγκαστική πρωτοφανή σιωπή. Με το Open Plan για πρώτη φορά στην ιστορία του, το Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου επέκτεινε τη δραστηριότητα του κατά τη διάρκεια της φθινοπωρινής και χειμερινής περιόδου με εργαστήρια, masterclasses, παραστάσεις, webinars και πρωτότυπα καλλιτεχνικά έργα απευθυνόμενα σε επαγγελματίες, αλλά και ευρύτερο κοινό όλων των ηλικιών και τώρα πραγματοποιεί ένα άλλο φιλόδοξο σχέδιο, την «Πάροδο». Ένα διακαλλιτεχνικό πρόγραμμα, το οποίο πέρυσι δεν κατάφερε να πραγματοποιηθεί αλλά φέτος επανέρχεται. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα ερευνά τη δραματουργία του αρχαίου δράματος in situ, έχει ως στόχο την ανανεωτική προσέγγιση στη δραματουργία, τις σκηνικές φόρμες και τις διαδικασίες καλλιτεχνικής παραγωγής. Η σχέση της Κατερίνας Ευαγγελάτου με το αρχαίο δράμα είναι μακρά. Μεγαλώνοντας τα καλοκαίρια στην Επίδαυρο έζησε όλη τη διαδικασία από την σύλληψη, τη μετάφραση, την πρόβα ενός κειμένου. Το αρχαίο δράμα μπορεί να αποτελέσει μια ξεχωριστή μονάδα παραγωγής για το φεστιβάλ κι όπως μαθαίνουμε πράγματι, θα δοθεί ειδικό βάρος και αυτό θα φανεί από το φετινό πρόγραμμα.
Τι είναι αυτό που κάνει τόσο ξεχωριστό το αρχαίο δράμα;
Μπήκα από νωρίς πολύ μέσα στον κόσμο του αρχαίου δράματος. Όταν αποφάσια να σκηνοθετήσω τραγωδία ήθελα να είμαι σίγουρη ότι πραγματικά θέλω να το κάνω κι ότι δεν είναι κάτι αυτόματο για μένα. Βρίσκω πολλά στο αρχαίο δράμα! Αυτό που με συναρπάζει είναι το γεγονός ότι κάποια έργα είναι καθηλωτικά. Παραμένουν πάρα πολύ δυνατά για την σκηνή, καταφέρνουν να είναι τόσο συνταρακτικά ακόμα και σήμερα κι έχουν τρομερή ποιητικότητά. Όταν ξαναδιάβασα την «Άλκηστη» του Ευριπίδη ψάχνοντας για έργο με γνώμονα ν’ ανέβει στην Επίδαυρο διάβασα τη μετάφραση του Κώστα Τομπούζη. Είναι μία μετάφραση με ύφος δικό του, αλλά πιστή στο κείμενο και διαπίστωσα ότι ήταν τόσο μοντέρνα που δεν το πίστευα. Αυτό προσφέρει άπειρες ευκαιρίες στο σκηνοθέτη να δημιουργήσει κόσμους. Έχει μια φόρμα στην οποία αν πατήσεις γερά, αν μελετήσεις καλά, μπορείς να ξανοιχτείς σε ανοιχτά πελάγη. Δεν είναι δεσμευτικά τα κείμενα, όχι γιατί η δραματουργία τους δε χρειάζεται ανανέωση….
Υπάρχει η αντίληψη ότι τα κείμενα αυτά δεν τα πειράζουμε. Η Πάροδος έρχεται να την ανατρέψει;
Ο κάθε δημιουργός είναι ελεύθερος να κάνει ότι θέλει. Μπορεί μια φορά να ανεβάσει ένα αρχαίο δράμα χωρίς να πειράξει, τη μετάφραση, μπορεί να κάνει σύντμηση κάποιων στίχων, που είναι και το σύνηθες, μπορεί να κόψει μερικά πρόσωπα. Υπάρχει και μία προσέγγιση, που αναζητά διάλογο με άλλα κείμενα ή και επανασυγγραφή. Η επανασυγγραφή δεν είναι τωρινό φαινόμενο ξέρουμε όλοι σπουδαίους δημιουργούς, τον Μπρέχτ, τον Ανούιγ και άλλους που έχουν ασχοληθεί με αρχετυπικά πρόσωπα τραγωδιών μεταφέροντας τους σε ένα συγκεκρμένο περιβάλλον. Τα έργα αυτά έχουν εμπνεύσει σπουδαίες συγγραφικές μορφές. Παρότι στην Ευρώπη το θέμα της έμπνευσης από αυτά τα κείμενα και τις σύγχρονες μεταγραφές τους έχει ξεκινήσει εδώ και πάνω από 25 χρόνια, στην Ελλάδα δεν έχουμε κάτι ανάλογο. Υπάρχουν Έλληνες συγγραφείς που έχουν πάρει τον αρχαίο μύθο και έχουν γράψει ένα δικό τους, αλλά όχι με την έννοια ό,τι αυτό γίνεται για να παιχτεί στην Επίδαυρο. Πολλές φορές βλέπουμε προσεγγίσεις τέτοιες άλλα που προορίζονται για μικρότερους ίσως χώρους, πειραματικούς. Νομίζω υπάρχει ένας φόβος ότι αυτά τα αρχαία κείμενα δεν τα πειράζουμε. Έτσι, αποφασίσαμε να φτιάξουμε αυτό το πρόγραμμα γιατί και εγώ, δουλεύοντας την «Άλκηστη» ένιωσα ότι μπορεί να υπάρχουν κάποια σημεία που δραματουργικά θα ήθελα μία βοήθεια, όμως δεν υπήρχαν τα κατάλληλα εργαλεία ή ο κατάλληλος άνθρωπος για να με βοηθήσει. Και δεν εννοώ απλώς να φτιάξουμε μία δραματουργία μόνο, που να συνομιλεί με κάποια κείμενα, μιλώ και για μια μεταγραφή. Στις γερμανόφωνες χώρες έχουν μία πολύ μεγάλη παράδοση στη δραματουργία αυτών των κειμένων. Έτσι λοιπόν, αποφασίσαμε να φέρουμε Έλληνες και ξένους καλλιτέχνες γύρω από ένα τραπέζι για να μελετήσουν ένα κείμενο που τους απασχολεί. Οι άνθρωποι που θα καταθέσουν προτάσεις θα προτείνουν το κείμενο πάνω στο οποίο θα θέλουν να δουλέψουν και να δουν τι μπορεί να γίνει με αυτό ώστε να μπολιαστεί με ιδέες σκέψεις, ίσως θεματικές ακόμα και αισθητική του σήμερα. Η «Πάροδος» είναι ένα διακαλλιτεχνικό ερευνητικό πρόγραμμα που απευθύνετε μόνο σε επαγγελματίες καλλιτέχνες. Αυτό είναι το πρώτο πολύ σημαντικό, το δεύτερο είναι ότι δεν ζητούμε να κάνουν αίτηση ατομικά οι ενδιαφερόμενοι αλλά να συγκροτήσουν μία ομάδα έως 12 άτομα, η οποία θα έχει καθορισμένους ρόλους: σκηνοθέτη, δραματουργό, συνθέτη, χορογράφο και ερμηνευτές, περφόρμερ. Όλοι μαζί θα συγκροτήσουν μία πρόταση και θα την προτείνουν.
Με ποιο σκεπτικό βάζετε ως προϋπόθεση την ομάδα και όχι μεμονωμένους καλλιτέχνες;
Μας ενδιαφέρει να είναι ομάδα γιατί υποθέτουμε ό,τι οι άνθρωποι που θα κατεβάσουν πρόταση μαζί, σίγουρα θα έχουν ξανά εργαστεί μαζί, ή θα επιθυμούν να εργαστούν μαζί κι αυτό θα τους φέρει πιο κοντά. Έτσι, κερδίζεις χρόνο για το πώς αυτή ομάδα θα δεθεί και θα συνομιλήσει. Οι συμμετέχοντες θα αναζητήσουν την ανανεωτική ματιά στα αρχαία κείμενα με τους σύγχρονους όρους της δραματουργίας, θα ανοιχτούν σε νέες φόρμες που αυτή τη στιγμή ίσως δε γνωρίζουν.
Ποιος είναι ο σχεδιασμός που έχετε κάνει και ποιοι είναι οι ειδικοί που θα εργαστούν μαζί με την μια ομάδα που θα επιλεγεί;
Έχει δύο στάδια η όλη διαδικασία. Στο πρώτο στάδιο που θα πραγματοποιηθεί στην Πειραιώς 260 δίνουμε την ευκαιρία στην ομάδα να βρεθεί και να συνομιλήσει γύρω από ένα στογγυλό τραπέζι και στο δεύτερο στάδιο θα βρεθεί στο Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου-πριν αρχίσει το πρόγραμμα του φεστιβάλ- και θα δουλέψει στην πράξη. Είναι πολύ σημαντικό αυτό το work in progress να γίνει σ’ ένα χώρο σαν την Επίδαυρο.
Οι άνθρωποι που θα δουλέψουν με την ομάδα είναι η Στέφανι Κάρπ, σύμβουλος του φεστιβάλ για τις διεθνείς παραγωγές, μία σπουδαία δραματουργός που μιλάει ελληνικά. Ήταν Καλλιτεχνική Διευθύντρια της Ruhrtriennale τα έτη 2018, 2019 και 2020, διηύθυνε το Zürcher Schausplielshaus, μαζί με τον Κριστόφ Μαρτάλερ, προτού διοριστεί Καλλιτεχνική Διευθύντρια του Wiener Festwochen, αυτή τη μεγάλη γιορτή του θεάτρου. Έχουμε την πολύτιμη βοήθεια της Ελένης Βαροπούλου, η οποία είναι δίπλα μας στο ΔΣ του φεστιβάλ. Είναι μια θρυλική μορφή στη θεατρολογία, στη δοκιμιογραφία, στη μετάφραση, στην κριτική θεάτρου. Έχει χτίσει πάρα πολλά τέτοια εργαστήρια και φυσικά τη Θερινή Ακαδημία του Εθνικού Θεάτρου. Από το στάδιο της σύλληψης μέχρι τώρα που κάναμε το κάλεσμα είναι μαζί μας, την συμβουλευόμαστε εγώ και η Εύη Νάκου, που είναι υπεύθυνη στα ερευνητικά προγράμματα του φεστιβάλ. Εκτός από την Στέφανι κάποιες εισηγήσεις που θα κάνει η Ελένη Βαροπούλου στη δραματουργία. Εισηγητής/Μέντορας είναι ο Θανάσης Δεληγιάννης στη σύνθεση, η Γεωργία Τέντα για το κομμάτι της φωνής, του ρυθμού, της πολυφωνίας: τεχνική και αυτοσχεδιασμός και η Αμαλία Μπένετ στο κομμάτι της χορογραφίας. Το έργο πάνω στο οποίο θα δουλέψουν θα τους μείνει προίκα. Είναι πολύ σημαντικό ότι αυτό το πρόγραμμα είναι πρακτικό και όχι θεωρητικό. Θέλουμε η δραματουργία, η μουσική, η φωνή και ο χορός να συνδεθούν και να αποτελέσουν κομμάτι της έρευνας τους πάνω στην πρόβα.
Οι συμμετοχές λήγουν στις 30 Απριλίου. Αναλυτικές πληροφορίες στο website του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου