Κάτι αλλάζει στις σκηνές της Θεσσαλονίκης τα τελευταία χρόνια και το ΚΘΒΕ συμβάλλει στη θεατρική ανανέωση τα μέγιστα. Η Μαρία Κρύου ταξίδεψε στη συμπρωτεύουσα, είδε παραστάσεις, μίλησε με τον καλλιτεχνικό διευθυντή Γιάννη Αναστασάκη και μεταφέρει τις εντυπώσεις της.
Στη σκηνή του Βασιλικού Θεάτρου συμβαίνει μια επανάσταση και πιο συγκεκριμένα... η «Ρώσικη Επανάσταση». O Τσέζαρις Γκραουζίνις είχε την τόλμη να μεταφέρει στο θέατρο ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα της Ιστορίας του 20ού αιώνα με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από το 1917 και ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος Γιάννης Αναστασάκης στήριξε το μεγαλεπήβολο σχέδιο, μένοντας συνεπής στις δηλώσεις του για ένα εξωστρεφές ΚΘΒΕ, που θα φιλοξενεί όλες τις τάσεις και τα είδη, καθιερωμένους αλλά και πειραματιστές δημιουργούς. Ο Λιθουανός σκηνοθέτης, μεγαλωμένος στη Σοβιετική Ένωση, δεν αγιοποιεί ούτε καταδικάζει κουνώντας το δάχτυλο. Με τον Λένιν, τον Γκόρκι, τους μπολσεβίκους και τους τσαρικούς να ενσαρκώνονται επί σκηνής από έναν αξιέπαινο θίασο, συνδυάζει το βαθύτατο ρεαλισμό με την ποιητική αφαίρεση.
Οι ιδεολογίες που ο Οκτώβρης του ’17 ανέδειξε ως αντίπαλες αναμετριούνται, δημιουργώντας ερωτήματα τόσο για τις πολιτικές πρακτικές όσο και για την κοινωνική και την ατομική ευθύνη. Κι ενώ η «Ρώσικη Επανάσταση» εγείρει συζητήσεις και κριτική από δεξιά και αριστερά για τον τρόπο με τον οποίο αφηγείται μια ιστορική πραγματικότητα, η «Οικογενειακή γιορτή» («Festen») του Τόμας Βίντερμπεργκ, που μιλάει ανοιχτά για την ενδοοικογενειακή βία, έχει συναντήσει καθολική αποδοχή από το 2016 που ξεκίνησε να παίζεται στο Φουαγιέ της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών.
Ο σκηνοθέτης Γιάννης Παρασκευόπουλος στήνει την παράστασή του στον αντίποδα της στατικότητας, με διαρκή κίνηση και τους ηθοποιούς σε απόσταση αναπνοής από το κοινό, το οποίο ειρήσθω εν παρόδω μας εντυπωσίασε με το μεγάλο ηλικιακό του εύρος – από 20άρηδες μέχρι 80άρηδες. Από όσα είδαμε είναι προφανές ότι κάτι αλλάζει στο πολύπαθο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Τα προηγούμενα χρόνια έφτασε στο χείλος του γκρεμού, με χρέη ύψους 8,5 εκατ. ευρώ, τώρα όμως πορεύεται σταθερά προς την οικονομική εξυγίανση και ξαναβρίσκει το βηματισμό του χάρη στις ιδέες, στη συντονισμένη δουλειά και τη συνεργασία του καλλιτεχνικού διευθυντή Γιάννη Αναστασάκη και της αναπληρώτριας διευθύντριας Μαρίας Τσιμά με το διοικητικό συμβούλιο και τους εργαζόμενους του θεάτρου.
Η ενίσχυση της κρατικής χρηματοδότησης που εξασφαλίστηκε ήδη από την ανάληψη των καθηκόντων τους το 2015 –το ΚΘΒΕ παίρνει πλέον 5,8 εκατ. και το Εθνικό 6 εκατ. ευρώ, ενώ παλαιότερα τα δυο κρατικά θέατρα λάμβαναν από 9 εκατ.– βοηθά στο να κερδηθεί ένα δύσκολο στοίχημα. Μπορεί τα τελευταία χρόνια να μειώθηκαν οι επιχορηγήσεις, αλλά ευτυχώς με τις έκτακτες μπορούν και αποπληρώνουν τα χρέη που είχαν εδώ και μια δεκαετία. Σε επίπεδο αριθμών, η «νέα εποχή» του ΚΘΒΕ φέρνει αύξηση κατά 49% των θεατών σε σχέση με την περίοδο 2015-16 και διπλασιασμό τους σε σχέση με την περίοδο 2014-15. Χαρακτηριστικά, πάνω από 200.000 θεατές παρακολούθησαν την περίοδο 2016-17 τις παραστάσεις του ΚΘΒΕ!
Τα πράγματα πάνε καλά, αλλά ο Γιάννης Αναστασάκης δεν επαναπαύεται. Όπως μας είπε: «Προσβλέπουμε στο ταμείο. Καθιερώνοντας € 5 για τις παραστάσεις κάθε Τετάρτη και Πέμπτη, βλέπουμε πια να έρχεται στο θέατρο ένα μεικτό κοινό, που μπορεί να μην είχε πατήσει ποτέ στο Θέατρο Μακεδονικών Σπουδών ή στη Μονή Λαζαριστών στα δυτικά προάστια της πόλης. Θέλουμε να απευθυνθούμε σε όλο τον κόσμο –και στα παιδιά μέσα από παραστάσεις κι εργαστήρια– και αποδεικνύεται πως βγάζοντας το θέατρο στην πόλη, σε συνεργασία με διάφορους φορείς όπως το Αρχαιολογικό Μουσείο και τα πανεπιστήμια, ανοίγονται δίαυλοι επικοινωνίας.
Την περίοδο 2016-17 κάναμε 49 δράσεις. Επιδίωξή μας είναι να ζωντανέψουμε και κάποια δημοτικά θέατρα, ταξιδεύοντας στην περιφέρεια με ολιγομελείς θιάσους. Έχουμε παίξει στο Κιλκίς, στην Ορεστιάδα και αλλού και το δίκτυο συνεργασιών που φτιάχνουμε σίγουρα θα φέρει νέα πράγματα. Πρόσφατα κάναμε πρόταση χορηγίας στο Ίδρυμα Νιάρχου για την επανίδρυση του Χοροθεάτρου με καλλιτεχνικό διευθυντή τον χορογράφο Χρήστο Παπαδόπουλο, αλλά η απάντηση ήταν αρνητική. Για μένα που είμαι Θεσσαλονικιός κι έζησα την άνθησή του τη δεκαετία του ’80, με τον Ντανιέλ Λομέλ, αξίζει να ξαναλειτουργήσει. Τελικά αυτό μπορεί να γίνει μόνο με κρατική ενίσχυση».
Ο τρόπος που λειτουργεί το ΚΘΒΕ είναι υποδειγματικός σε επίπεδο τεχνικής υποδομής αλλά και ανθρώπινης επαφής. Ο «ανοιχτός» χαρακτήρας του προγραμματισμού ενισχύει το στοιχείο του πλουραλισμού αλλά και το ενδιαφέρον του κοινού, που προβληματίζεται και ταυτόχρονα αναζητά ποιοτικές προτάσεις. Μέσα στον Ιανουάριο θα πραγματοποιηθούν τρεις μεγάλες πρεμιέρες. Σε εντατικό ρυθμό προβών βρίσκονται οι εξής νέες παραγωγές που θα παρουσιαστούν στις σκηνές του ΚΘΒΕ: «Όσα η καρδιά μου στην καταιγίδα» του Άκη Δήμου, σε σκηνοθεσία Πάνου Δεληνικόπουλου (από 13/1, Μικρό Θέατρο Μόνης Λαζαριστών), «Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα Φον Κάντ» του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, σε σκηνοθεσία Κορίνας Βασιλειάδου & Χάρη Πεχλιβανίδη (από 20/1, Φουαγιέ της ΕΜΣ) «Ντα» του Χιου Λέοναρντ, σε μετάφραση-δραματουργική επεξεργασία & σκηνοθεσία Δημοσθένη Παπαδόπουλου (από 27/1, Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών)