Ο «Σταυρός του Νότου» είναι το πιο δημοφιλές μουσικό έργο που γράφτηκε τις τελευταίες δεκαετίες. Με συνεχώς αυξανόμενες πωλήσεις και με τη νέα γενιά κάθε εποχής να το αγκαλιάζει σαν κάτι δικό της. Τώρα, η ποίηση του Νίκου Καββαδία και η μελοποίηση του Θάνου Μικρούτσικου γίνεται θέατρο, παράσταση, μεικτό θέαμα και, τελικά, ταξίδι στο θέατρο Μπάντμιντον από 21/1, σε σκηνοθεσία του Θέμη Μουμουλίδη. Βρεθήκαμε με τον Θάνο Μικρούτσικο τη δεύτερη ημέρα της Πρωτοχρονιάς και μιλήσαμε για τον «Σταυρό του Νότου» και για πολλά άλλα...
Έχουμε λοιπόν μπροστά μας ένα ακόμα ταξίδι στον «Σταυρό του Νότου»…
Όλα αυτά τα χρόνια –από το 1979– έχουν παιχτεί πάρα πολλά από αυτά τα τραγούδια, γιατί το έργο είναι ιδιαιτέρως αγαπητό. Συνολικά, όμως, η παρουσίαση ολόκληρης αυτής της δουλειάς μου έχει γίνει σε μόλις έξι παραστάσεις το 2005 στο Μέγαρο Μουσικής, δύο παραστάσεις στο Ηρώδειο το 2009 και μία στη Λευκωσία. Και μία φορά στο «Ταξιδεύοντας με τον Σταυρό του Νότου» για τα παιδιά, το 2011, στο Μέγαρο. Λίγες σχετικά φορές για ένα έργο με τέτοια ζήτηση!
Τι σε ώθησε στην ποίηση του Νίκου Καββαδία;
Από τον πατέρα μου, που ήταν από αστικό περιβάλλον, καθηγητής μαθηματικών και αριστερός, έμαθα την ποίηση. Παιδάκι ακόμα, παίρνοντάς με στην αγκαλιά του μου απήγγειλε από στήθους Καβάφη, Ρίτσο και τους λεγόμενους «ελάσσονες» ποιητές: τον Λαπαθιώτη, τον Καρυωτάκη και τον Καββαδία.
Ποιήματα του οποίου, όμως, μελοποίησες πολύ αργότερα…
Μου ζητήθηκε να γράψω τη μουσική για την «Πορεία 090», μια σειρά της κρατικής –τότε– τηλεόρασης και, φυσικά, δέχτηκα. Τους ρώτησα αν θα υπάρχουν τραγούδια – πράγμα που δεν είχαν σκεφτεί. Τους πρότεινα τον Νίκο Καββαδία, δεν είχαν αντίρρηση και έτσι γεννήθηκαν τα πρώτα τραγούδια και κυκλοφόρησε η πρώτη εκδοχή του «Σταυρού του Νότου» – με καταιγισμό από αρνητικές κριτικές από ανθρώπους καλοπροαίρετους, που εκτιμούσαν τη μουσική μου! Είχαν κατατάξει τον Καββαδία φιλολογικά ως έναν εξαιρετικά ελάσσονα ποιητή – και μερικοί τον χαρακτήριζαν στιχοπλόκο ημερολογίων!
«Η μελοποίησή μου αποκάλυψε ότι ο Καββαδίας είναι μεν ένας ποιητής που ως πεδίο έχει τη θάλασσα, όμως άμα τον μελετήσεις καλά και τον αποκαλύψεις, λέει, ξεκινώντας από το «λυπήσου αυτούς που δεν ονειρεύονται», ότι εσύ, νέε, αν αξίζει που ήρθες σ’ αυτό τον κόσμο είναι για να ξεπεράσεις τα όριά σου, να κατακτήσεις το αδύνατο.»
Όμως ο δίσκος είχε πρωτοφανή επιτυχία…
Χρόνο με το χρόνο αυξάνονταν οι πωλήσεις του δίσκου και εγώ που ήμουν 32 χρόνων, έβλεπα τους 16άρηδες αλλά και τους μεγαλύτερούς μου, τους 40άρηδες, να μπαίνουν με πολύ πάθος σ’ αυτήν τη δουλειά. Πράγμα που εντεινόταν όσο προχωρούσε η διείσδυσή του σε νεότερα ακροατήρια. Παρατηρούσα να το αντιμετωπίζει η κάθε φορά νέα γενιά ως «δικό της» έργο, τωρινό! Το σοβαρότερο κομμάτι της «Καββαδιομανίας» όμως προέρχεται από τον ποιητή και από αυτά που θέλει να πει η ποίησή του.
Η μελοποίησή μου αποκάλυψε ότι ο Καββαδίας είναι μεν ένας ποιητής που ως πεδίο έχει τη θάλασσα, τη ζωή των ναυτικών, το ταξίδι αλλά, άμα τον μελετήσεις καλά και τον αποκαλύψεις, λέει, ξεκινώντας από το «λυπήσου αυτούς που δεν ονειρεύονται», ότι εσύ, νέε, αν αξίζει που ήρθες σ’ αυτό τον κόσμο είναι για να ξεπεράσεις τα όριά σου, να κατακτήσεις το αδύνατο. Είναι αυτό που ο Μάης του ’68 είχε ως κεντρικό σύνθημα: «Είμαστε ρεαλιστές. Ας διεκδικήσουμε το αδύνατο»!
Ο στίχος, για παράδειγμα, «Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία» δεν ερμηνεύεται ως μια ωραία εικόνα χωρίς να έχει ψυχή μέσα. Αυτόν το λευκό άγριο καρχαρία διαλέγει ο ποιητής για να πει: κατάκτησέ το, ημέρωσέ το και χόρεψε πάνω στο φτερό του. Και το βλέπω στα μάτια χιλιάδων νέων να είναι αυτό, συνειδητά ή ασυνείδητα, που τους απογειώνει.
Μέσω της μουσικής σου η ποίηση του Καββαδία μπήκε στη ζωή μας – ακόμα και στην καθημερινή μας σκέψη…
Οι τρεις δισκογραφικές εκδόσεις που έχουν κυκλοφορήσει σε συνδυασμό με τα premium πρέπει να έχουν φτάσει τα 2.000.000. Ρεκόρ μελοποιημένης ποίησης στην Ευρώπη σίγουρα! Αυτός είναι ο λόγος που είναι επιβεβλημένη η παρουσίαση του – γιατί η κάθε νέα γενιά το απαιτεί. Κι αν με ρωτήσεις ποιο είναι το πιο αγαπημένο από τα έργα μου, έχει απαντήσει ήδη ο κόσμος. Επί της ουσίας και σε βάθος χρόνου.
Οι τωρινές παραστάσεις στο «Μπάντμιντον» τι νέο κομίζουν στη μέχρι τώρα εμπειρία μας από τον «Σταυρό του Νότου»;
Είναι ιδιαίτερες γιατί, με αφορμή τα τραγούδια, χτίστηκε ένα θέαμα που έχει πολλά επίπεδα. Ο Θέμης Μουμουλίδης είναι κατά τη γνώμη μου μακράν ο καλύτερος Έλληνας σκηνοθέτης στον τομέα της δραματοποίησης ποιητικών κειμένων. Έχει γερές βάσεις από τα νιάτα του. Θυμάμαι ότι όταν ξεκίνησα τη συνεργασία μου με τον καλύτερο σκηνοθέτη στο ποιητικό θέατρο, τον Ανρί Ρονς, ήρθε να δει την παράσταση στο Βέλγιο και μου ζήτησε να μεσολαβήσω στον Ρονς ώστε να παρακολουθήσει τις πρόβες της επόμενής του παράστασης, εν είδει μαθητείας!
Ο Μουμουλίδης λοιπόν έχει κάνει μια δραματουργική επεξεργασία κειμένων του Καββαδία, φτιάχνοντας διαλόγους και ζωντανεύοντας τον κόσμο του, αλλά σε μια δίοδο επικοινωνίας με «καταραμένους» Γάλλους ποιητές. Όμως το θέαμα δεν είναι μόνο η δραματουργική επεξεργασία του Θέμη, ούτε τα τραγούδια.
Υπάρχουν χορευτές, πολλοί ηθοποιοί, τραγουδιστές, μουσικοί. Υπάρχει ο σκηνικός χώρος που δημιούργησε ο Γιώργος Πάτσας – κατά τη γνώμη μου ο πρύτανης των σκηνογράφων στις μέρες μας. Υπάρχει και βίντεο που ακολουθεί κάποια γεγονότα, όχι συνεχώς: σε ορισμένα τραγούδια, όπως το «Federico Garcia Lorca», όπου αναφέρεται στον Ισπανικό εμφύλιο αλλά και στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Είναι ένα μεικτό θέαμα και ελπίζω ότι το μοντάρισμα των επιμέρους στοιχείων να είναι πάρα πολύ καλό. Είχαμε βέβαια μια απώλεια – όχι μόνο για την παράσταση αλλά για το ελληνικό θέατρο εν γένει και για όσους είμαστε φίλοι του: τον Μηνά Χατζησάββα, που θα έπαιζε τον κεντρικό ρόλο του ποιητή.
Ήταν στις πρώτες πρόβες –εξαιρετικός ηθοποιός που τον ήξερα από τότε που κάναμε το «Cabaret Erik Satie» στην πρώτη φάση του Μεγάρου– και ο θάνατός του μας σόκαρε. Έχουμε όμως τον Μάινα, την Αντωνοπούλου, τον Ζαλμά, τον Αρβανίτη, τον Παπαζήση, τον Θωμαΐδη, δέκα μουσικούς με επικεφαλής τον Θύμιο Παπαδόπουλο, παίζω κι εγώ on stage το «Μαχαίρι» και τους «Επτά νάνους»…
«Ο Μουμουλίδης έχει κάνει μια δραματουργική επεξεργασία κειμένων του Καββαδία, φτιάχνοντας διαλόγους και ζωντανεύοντας τον κόσμο του, αλλά σε μια δίοδο επικοινωνίας με "καταραμένους" Γάλλους ποιητές.»
Τα τελευταία 15 χρόνια σε έχουμε συνηθίσει ως περφόρμερ. Εξάλλου, ποτέ δεν ήσουν συνθέτης του σαλονιού ή του εργαστηρίου…
Ποτέ δεν μου άρεσε αυτό που έκαναν οι συνθέτες τραγουδιού, συμπεριλαμβανομένων και των μεγάλων – να κάθονται δηλαδή στο πόντιουμ και να διευθύνουν. Εγώ από την αρχή ήμουν στο πιάνο. Αλλά ως καθαρό περφόρμερ θα με βρεις το ’90, όπου αρχίζω να κάνω απανωτές συναυλίες πιάνο-φωνή και με τη Δήμητρα Γαλάνη αλλά κυρίως με τον Κώστα Θωμαΐδη, όπου εκεί κυριολεκτικά έπρεπε να υποκαταστήσω ολόκληρη ορχήστρα με το πιάνο, πράγμα που άρχισε να δίνει εντυπωσιακά αποτελέσματα. Από το 1999 και μετά, με όλους τους τραγουδιστές και τραγουδοποιούς που δούλεψα, λειτούργησα ως περφόρμερ. Και λειτουργώ έτσι: ως μέρος του συνόλου, μαζί με όλους τους άλλους. Ίσως λίγο πιο εμψυχωτικά, αλλά σαν όλους τους άλλους!
Βρίσκεις χρόνο να ξεκουραστείς καθόλου;
Πολύ λιγότερο από όσο πρέπει! Παλιότερα αγαπούσα πολύ το Παρίσι και ταξίδευα συχνά. Κάποια στιγμή η αγάπη μου άρχισε να μετατίθεται προς Ισπανία μεριά. Αλλά τώρα δεν έχω ευκολία χρόνου – δεν μπορείς να πεις τα κλείνω τώρα και πάω 15 μέρες κάπου. Αυτό δεν υπάρχει! Πρέπει να προγραμματιστείς, να δεις τι γίνεται με τις άλλες δουλειές – αδύνατον! Πρωτοχρονιάτικα και στρώθηκα από τις 9 το πρωί στη δουλειά!
Υπάρχει όμως το σπίτι στην Κρήτη που βλέπει το Λιβυκό… Είναι σε ένα χωριό, 850 μέτρα υψόμετρο, παρέα με αητούς, βλέπεις το αχανές Λιβυκό πέλαγος – αυτήν τη στιγμή που μιλάμε είναι χιονισμένο. Είναι καταπληκτικό και τις τέσσερις εποχές. Εκεί συνομιλείς με το χρόνο και, ενδεχομένως, όταν γράφεις μουσική, τον εγκλωβίζεις. Μου έχει τύχει σε δύο περιπτώσεις να γράψω ένα έργο εκεί και τελειώνοντάς το συνειδητοποίησα ότι το έγραψα πολύ λεπτομερειακά, πολύ αναλυτικά και στο 25% του χρόνου που θα το έγραφα εδώ στην Αθήνα.
Η επαφή σου με το κοινό κρατιέται σε εξαιρετικό επίπεδο…
Στη δική μου περίπτωση υπάρχει μια αμφίδρομη συγκίνηση και εμψύχωση από τον κόσμο προς εμένα και από εμένα προς τον κόσμο. Αυτό το πράγμα στις μέρες και στις εποχές κρίσης (όλων των ειδών) που περνάμε είναι σημαντικό. Υπάρχει κρίση οικονομική, πολιτισμική, κρίση μετακίνησης πληθυσμών. Κατά τη γνώμη μου βρισκόμαστε σε μια σημαντική περίοδο όπου οι σιγουριές μας κατακερματίστηκαν και το στοίχημα είναι «χάος» ή «καινούργιες σιγουριές». Το θέμα που με απασχολεί δεν είναι φυσικά ο εαυτός μου αλλά τα παιδιά μου, τα εγγόνια μου, οι άνθρωποι που αγαπώ, οι νέοι…
Μας μένει πάντως ακόμα η «πολυτέλεια» να ασχολούμαστε με την τέχνη…
Εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε διαφορετικά, Γιώργο! Μεγαλώσαμε σε ένα αξιακό περιβάλλον που περιείχε αυτές τις ποιότητες. Γίναμε αυτό που είμαστε αγαπώντας αυτή τη διαδικασία. Δεν μπορείς να ξεφύγεις και να πεις «εδώ ο κόσμος χάνεται»! Μου αρέσει πάρα πολύ να διαβάζω ένα βιβλίο αισθητικής, να επιβεβαιώνω πράγματα ή να μαθαίνω καινούργια.
Το θέμα που προέκυψε στο Φεστιβάλ με τον Γιώργο Λούκο το έχεις παρακολουθήσει;
Το έχω παρακολουθήσει αλλά όχι άμεσα. Καταρχάς, να πω το εξής: αν υπάρχει σκάνδαλο –αποδεδειγμένο, όχι υπόνοιες–, εγώ δεν πιστεύω ότι ο Γιώργος Λούκος εμπλέκεται σ’ αυτό. Επειδή όμως ήταν πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος ανώνυμης εταιρείας, δυστυχώς έχει ευθύνη. Αυτό με βάση το νόμο. Αν μιλήσουμε τώρα επί της ουσίας, ανεξάρτητα από αυτό, πιστεύω ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να κάνει ένα λάθος: κάνεις αλλαγές σε ανθρώπους όταν εσύ έχεις φτιάξει ένα σχέδιο για το τι θέλεις να κάνεις σ’ έναν τομέα. Άμα ρωτήσω εγώ τον Μπαλτά –αλλά και πριν, τον Ξυδάκη– τι θέλετε να κάνετε με τα φεστιβάλ, είμαι σίγουρος πως δεν έχουν ιδέα! Με τρελαίνει αυτή η προχειρότητα. Δεν είναι λογική το «φύγε εσύ», «έλα εσύ», «φύγε εσύ»…
Υπάρχει περίπτωση να ασχοληθείς ξανά με την πολιτική;
Όχι! Σ’ αυτό είμαι απόλυτος.
Βλέπεις κάτι καινούργιο στη μουσική;
Δυσκολεύεσαι να δεις τα νέα πράγματα γιατί «πέθανε» η δισκογραφία. Και γιατί στον τομέα της «λόγιας» μουσικής δεν υπάρχει κάποιος θεσμός ή κάποιος φορέας να τα παίξει για να ακουστούν. Και ενώ υπάρχουν νέα πράγματα, δεν μπορούμε εύκολα να τα διακρίνουμε. Υπάρχουν σημαντικά νέα πρόσωπα που εκφράζουν στρώματα – όχι το σύνολο.
ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ in brief
Ο ποιητής
Υποτιμημένος σε όλη τη διάρκεια της ζωής του (1910-1975) ακόμα και από συναδέλφους του ποιητές. Ο Γιώργος Σεφέρης, που ταξίδευε κάποτε με το πλοίο στο οποίο δούλευε ο Καββαδίας, δεν έκανε καν τον κόπο να τον χαιρετήσει!
Tα βιβλία
Οι τρεις ποιητικές συλλογές του, «Μαραμπού» (1933), «Πούσι» (1947), «Τραβέρσο» (1975) ζήτημα αν είχαν πουλήσει 10.000 αντίτυπα όσο ζούσε! Φυσικά, από τον «Σταυρό του Νότου» και μετά, ανήκουν πια στα κλασικά και διαχρονικά best seller!
Η ταινία
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η ταινία «Between the Devil and the Deep Blue Sea» της Γαλλίδας Marion Hansel. Στηρίζεται στο πεζογράφημα «Λι» του Καββαδία που εξιστορεί την παράξενη φιλία ενός μαρκόνη (ασυρματιστή φορτηγού) με μια Κινεζούλα.
Το «Ταξίδι στον Σταυρό του Νότου» ανεβαίνει στο Θέατρο Μπάντμιντον από 21/1 έως 21/2. Με τους Θάνο Mικρούτσικο, Στέλιο Μάινα, Σταύρο Ζαλμά, Ελισάβετ Μουτάφη, Νίκο Αρβανίτη κ.ά. Τραγουδούν: Ρίτα Αντωνοπούλου, Κώστας Θωμαΐδης, Γιάννης Μαθές. Σκηνοθεσία: Θέμης Μουμουλίδης. Μουσική επιμέλεια: Θύμιος Παπαδόπουλος.
Φωτογραφίες: Αγγελική Κοκκοβέ
Περισσότερες πληροφορίες
Ταξίδι στο Σταυρό του Νότου
Μια υπερπαραγωγή που, με όχημα τις μουσικές του Θάνου Μικρούτσικου, ανασύρει με τον πιο συναρπαστικό τρόπο στιγμές από τη ζωή και τη σκέψη του ποιητή Νίκου Καββαδία