Συναντήσαμε τον Πολωνό θεωρητικό και επιμελητή που συμμετείχε στη Σύναψη 2 της Μπιενάλε της Αθήνας και μιλήσαμε για τις κρυφές οικονομίες της τέχνης, τους τρόπους αντιμετώπισης της καλλιτεχνικής επισφάλειας και το μύθο της καριέρας στις τέχνες.
Πώς αντιλαμβάνεσαι τις κρυφές οικονομίες στην τέχνη, για τις οποίες έκανες λόγο στο συνέδριο της Μπιενάλε;
Η έννοια των κρυφών οικονομιών στην τέχνη προέρχεται από τις φεμινιστικές οικονομίες. Κύριο πρόβλημα των τελευταίων ήταν πώς να κάνουν αντιληπτά όλα αυτά τα κοινωνικά αναγκαία καθήκοντα των γυναικών που σχετίζονται τον τοκετό, τη φροντίδα των παιδιών, τη συντήρηση του σπιτιού, οι οποίες δεν αναγνωρίζονται ως μέρος του οικονομικού συστήματος της επικρατούσας οικονομίας που εστιάζεται στις σχέσεις μεταξύ εργασίας, κεφαλαίου, εμπορευμάτων και αγοράς.
Βασικές φεμινίστριες οικονομολόγοι, όπως οι J.K. Gibson-Graham, αντιλαμβάνονταν τις κρυφές οικονομίες από την άποψη όλων αυτών των οικονομικών συστημάτων που είναι κάτω από την επιφάνεια της καπιταλιστικής ανταλλαγής και της αγοράς, αλλά συνήθως συνθέτουν το τεράστιο κομμάτι του τι είναι η οικονομία. Για να αποδώσουν αυτήν την κατάσταση, χρησιμοποιούσαν μεταφορές όπως το παγόβουνο, το οποίο έχει μια πολύ μικρή κορυφή πάνω από το νερό και ένα μεγάλο σώμα πάγου κάτω από το νερό. Και έλεγαν ότι η επίσημη οικονομία είναι σαν την κορυφή ενός παγόβουνου, αφού η συντριπτική πλειοψηφία των δραστηριοτήτων που συνθέτουν την οικονομική ζωή είναι στην πραγματικότητα κρυμμένη και δεν αναγνωρίζεται ως οικονομική με την πρώτη ματιά.
Μερικά παραδείγματα γι αυτό μπορεί να είναι η μοιρασιά, ή η υποστήριξη, όπως αυτή που συμβαίνει σε οικογένειες, γειτονιές, πώς οι άνθρωποι ανταλλάσσουν εμπορεύματα μεταξύ τους, το DIY, το πώς οι ίδιοι στηρίζουν τους εαυτούς τους κλπ. Όλα αυτά τα πράγματα που δεν θεωρούνται μέρος της επικρατούσας οικονομίας, αλλά αποτελούν μεγάλο μέρος της ζωής μας.
Τα μοντέλα αυτά παρέχουν μια ενδιαφέρουσα αφετηρία για να σκεφτούμε τι συμβαίνει στον κόσμο της τέχνης, για διαφορετικούς λόγους. Ένας από αυτούς είναι ότι και στον κόσμο της τέχνης υπάρχει ένα ενδιαφέρον παιχνίδι με την ορατότητα και την έλλειψη ορατότητας. Μόνο λίγοι άνθρωποι που ασχολούνται με την τέχνη είναι παγκοσμίως αναγνωρισμένοι και «ανακυκλώνονται», είναι στα βάθρα και τα έργα τους εκτίθενται σε εκθεσιακούς χώρους. Η συντριπτική πλειοψηφία δεν είναι τόσο ορατή.
Ένας άλλος ενδιαφέρων παραλληλισμός είναι ότι στην τέχνη ένα μεγάλο μέρος των ανταλλαγών και των τύπων παραγωγής δεν έχουν το χαρακτήρα της μισθωτής εργασίας. Μόνο ένα μικρό μέρος της καλλιτεχνικής οικονομίας έχει χαρακτήρα της ανταλλαγής εμπορευμάτων, όπως και στην αγορά της τέχνης. Συνήθως, είναι πολύ πιο περίπλοκο. Για παράδειγμα η φήμη έχει σημασία. Οι άνθρωποι δουλεύουν δωρεάν, επειδή αποκτούν φήμη και στη συνέχεια, υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους μπορεί κανείς να μετατρέψει αυτή τη φήμη σε κάποιου είδους ευκαιρία.
Το τρίτο πράγμα που είναι ενδιαφέρον, όταν σκεφτόμαστε την τέχνη και τις φεμινιστικές οικονομίες, είναι το θέμα της επαγγελματικής εργασίας. Βασικά, όταν συζητούσαμε για την εργασία «φροντίδας» των γυναικών, ένα σημαντικό πράγμα είναι ότι αυτή περιλαμβάνει τη συναισθηματική εμπλοκή. Μπορεί κάποια να το κάνει επειδή νιώθει αφοσίωση, γιατί είναι ερωτευμένη με το παιδί της, επειδή αισθάνεται υπεύθυνη για την οικογένειά της κ.λπ. Κατά τον ίδιο τρόπο, στην τέχνη, μπορείς να εμπλακείς από αγάπη για την τέχνη, λόγω της αυτο-ικανοποίησης, γιατί υπάρχει κάτι που θέλεις να πεις στον κόσμο, δεν είναι μια δραστηριότητα που την κάνεις απαραίτητα για να βγάλεις χρήματα. Έτσι, υπάρχουν πολλοί ενδιαφέροντες οικονομικοί μηχανισμοί που σχετίζονται με τον κόσμο της τέχνης και δεν μπορούν να εξηγηθούν με την επικρατούσα οικονομετρία.
Ένας ενδιαφέρων παραλληλισμός ανάμεσα στην τέχνη και τις φεμινιστικές οικονομίες είναι ότι ένα μεγάλο μέρος των ανταλλαγών και των τύπων παραγωγής δεν έχουν το χαρακτήρα της μισθωτής εργασίας.
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια εξωτική όψη της Αθήνας ως ένα νότιο πείραμα αντίστασης που μπορεί να διδάξει τρόπους δημιουργικής βιωσιμότητας σε περιόδους κρίσης. Θεωρείς ότι αυτό μπορεί να είναι προβληματικό, ειδικά αν το δει κανείς μέσα από το πρίσμα ενός ευρωπαϊκού πλάνου επισφάλειας και περικοπών στη χρηματοδότηση για την τέχνη και τις ανθρωπιστικές επιστήμες;
Υπάρχουν πολλές ερωτήσεις στην ερώτησή σου. Υπάρχει σε εξέλιξη μια συζήτηση σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες σχετικά με τους μισθούς των καλλιτεχνών, ή καλύτερα για τη βιωσιμότητα της πολιτιστικής παραγωγής. Αυτό που είναι σαφές, για παράδειγμα, από την έρευνα που έχουμε κάνει στο Πανεπιστήμιο «Free Slow» στην Πολωνία, η οποία αφορούσε στον καταμερισμό της εργασίας στην πολωνική τέχνη, είναι ότι οι καλλιτέχνες συνήθως δεν αμείβονται πραγματικά για το έργο τους, και όχι μόνο οι καλλιτέχνες, αλλά όλοι οι άνθρωποι που παράγουν κάποιο είδος πολιτιστικού προϊόντος, συγγραφείς κ.λπ.
Υπάρχουν διαφορετικές στρατηγικές αντιμετώπισης αυτής της κατάστασης. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες υπάρχει επίσης αυτός ο μύθος/ιδεολογία που σχετίζεται με την ενδεχόμενη οικονομική επιτυχία ενός καλλιτέχνη, η ιδέα είναι ότι δείχνεις τη δουλειά σου δωρεάν και στη συνέχεια αυτό θα σου αποφέρει κάποια επαγγελματική ευκαιρία στο μέλλον. Ή ασχολείσαι με ένα project προκειμένου να κερδίσεις κάποια προβολή ή φήμη που θα αξιοποιηθεί στο μέλλον. Το πρόβλημα είναι ότι πολύ πολύ λίγοι καλλιτέχνες βγάζουν χρήματα από την αγορά της τέχνης. Μερικοί άνθρωποι στην κορυφή βγάζουν τεράστια χρηματικά ποσά και η συντριπτική πλειοψηφία δεν βγάζει τίποτα. Πρόκειται για το είδος της αγοράς όπου ο νικητής τα παίρνει όλα.
Το πρόβλημα είναι όταν κανείς από αυτούς που οργανώνουν projects δεν πληρώνει κανέναν λέγοντας ότι «θα βγάλετε τα χρήματα στο μέλλον». Κάνεις δηλαδή έργα προκειμένου να κυκλοφορείς και κυκλοφορείς προκειμένου να κάνεις έργα. Είναι ένας φαύλος κύκλος. Συνεχίζεις να κάνεις έργα και κανείς δεν σε πληρώνει. Είναι σαν να πρέπει να κυκλοφορείς προκειμένου να κυκλοφορήσεις, επειδή υπάρχει μόνο ένα πράγμα για το οποίο είσαι σίγουρος, και αυτό είναι ότι αν σταματήσεις να το κάνεις, εξαφανίζεσαι.
Ο κόσμος το αντιμετωπίζει αυτό με διαφορετικούς τρόπους. Σίγουρα υπάρχει ένα ταξικό ζήτημα εδώ, αφού οι καλλιτέχνες παίρνουν συνήθως κάποιο είδος υποστήριξης από τις οικογένειές τους, όχι τεράστιο, αλλά αρκετό για να τα βγάλουν πέρα. Οι άνθρωποι ουσιαστικά αυτο-επιδοτούν τη δική τους πολιτιστική παραγωγή κάνοντας διαφορετικές εργασίες, προκειμένου να στηρίξουν την ενασχόλησή τους με την τέχνη. Προφανώς αυτή είναι μια πολύ προβληματική κατάσταση και γίνεται πιο προβληματική όσο μειώνεται η δημόσια χρηματοδότηση για τις τέχνες ή όσο η γενική οικονομική κατάσταση επιδεινώνεται.
Σε πολλές χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής αυτό συμβαίνει ταυτόχρονα. Στο πλαίσιο της αστικής ανάπτυξης, οι καλλιτέχνες μπορούν να γίνουν θύματα της επιτυχίας τους. Μέσω του gentrification η πολιτιστική αξία παράγει αξία στην αγορά ακινήτων. Δεν είναι μια αυτόματη κατάσταση βέβαια, αλλά συμβαίνει. Πράγμα που σημαίνει αύξηση των ενοικίων και του κόστους, και οι καλλιτέχνες βρίσκονται σε μια εξευγενισμένη γειτονιά, ενώ δεν επωφελούνται άμεσα από την αξία που η παρουσία τους κατά κάποιον τρόπο δημιουργεί. Φυσικά, οι καλλιτέχνες όχι μόνο εμπλέκονται στο gentrification, αλλά συμμετέχουν και σε καλλιτεχνικές μορφές κατάληψης, όπως λέει η Martha Rosler. Καλλιτέχνες, ή γενικότερα πολιτιστικοί παραγωγοί, πράγματι αντιστέκονται και αγωνίζονται. Προφανώς δεν πληρώνονται για να αντιστέκονται, αλλά αυτό το είδος της δέσμευσης είναι απαραίτητο αν θέλουν να πολιτικοποιηθούν και να αλλάξουν τα πράγματα. Όπως υπενθύμισε η Άντζελα Δημητρακάκη κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, ο αγώνας συνεπάγεται θυσίες, γι' αυτό είναι καλύτερα να είμαστε έτοιμοι να αγωνιστούμε, αν λάβουμε σοβαρά υπόψη την πολιτική μας δέσμευση.
Στην Πολωνία όσοι δραστηριοποιούνται στον πολιτιστικό τομέα είναι μια πολύ συγκεκριμένη δημογραφική ομάδα. Είναι κάτω των 35 ετών, χωρίς παιδιά. Μετά από κάποια ηλικία, πολλοί εγκαταλείπουν το πεδίο.
Τα πολιτιστικά ιδρύματα εξαρτώνται σήμερα όλο και περισσότερο από την εθελοντική εργασία και τις άυλες μορφές τέχνης, ενώ την ίδια ώρα αποκτούν συμβολικό κεφάλαιο με τον τρόπο αυτό.
Ναι, αλλά δεν μπορεί κανείς να ζήσει με συμβολικό κεφάλαιο. Δεν μπορείς να το ανταλλάξεις με χρήματα τόσο εύκολα. Στην Πολωνία είχαμε επίσης αυτή τη συζήτηση κατηγορώντας ορισμένους ανθρώπους ότι εκμεταλλεύονται άλλους ανθρώπους προκειμένου να αποκτήσουν φήμη ή συμβολικό κεφαλαίου αλλά αυτό είναι πολύ προβληματικό, διότι θα πρέπει να κατανοήσουν ότι η συναλλαγματική ισοτιμία του συμβολικού κεφαλαίου με πραγματικά χρήματα είναι πολύ πολύ μικρή. Οι αμοιβές στον τομέα αυτό είναι πολύ χαμηλές.
Μπορείς να αποκομίσεις βέβαια άλλα οφέλη από το συμβολικό κεφάλαιο. Μπορείς για παράδειγμα να είσαι ένας ευτυχισμένος άνθρωπος, να ζεις καλά και ουσιαστικά, μπορείς να κάνεις ενδιαφέροντες φίλους, να έχεις την αίσθηση ότι εκφράζεις μια άποψη στον κόσμο, ή να έχεις ευκαιρίες να ταξιδέψεις και να χτίσεις ένα δίκτυο, ίσως να προκύψει μια παραγγελία ή μια δουλειά. Αλλά τα κέρδη δεν έρχονται αυτόματα και το έχεις αποκτήσει συμβολικό κεφάλαιο δεν σημαίνει ότι παύεις να είσαι φτωχός.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχει αφθονία αδικίας και καταστάσεων εκμετάλλευσης στον τομέα. Στην Αθήνα, υπάρχουν ιδρύματα χωρίς χρήματα, αλλά σε μέρη όπως το Λονδίνο υπάρχουν ιδρύματα με τεράστιους προϋπολογισμούς που υποστηρίζονται από πλούσιους ανθρώπους και υποστηρίζουν τις δικές τους φίρμες, ενώ ουσιαστικά λειτουργούν με την αξιοποίηση εθελοντών ή πρακτικής εργασίας. Θα πρέπει να έχουμε επίγνωση αυτής της δυναμικής και να είμαστε έτοιμοι να αμφισβητήσουμε ορισμένες πρακτικές ως καταχρηστικές.
Οι νέοι καλλιτέχνες δεν θα πρέπει να περιμένουν ότι θα βγάλουν κέρδος από την τέχνη κάποια στιγμή στο μέλλον, γιατί ειδικά οι νέοι έχουν την τάση να πιστεύουν ότι θα εργαστούν αμισθί για λίγο και στη συνέχεια θα βολευτούν. Αυτό δεν θα συμβεί. Αν νομίζεις ότι μπορείς να ζήσεις με την κατάσταση όπως είναι τώρα έχει καλώς, απλά δεν νομίζω ότι αυτή θα αλλάξει στο μέλλον. Είναι μια δέσμευση και μπορείς να είσαι βέβαιος ότι στατιστικά μιλώντας πολύ λίγοι άνθρωποι κάνουν καριέρα στην τέχνη.
Αλλά βέβαια μπορείς να συμφωνήσεις να δουλέψεις δωρεάν, και να έχεις μια άλλη δουλειά, ενώ παράλληλα αφιερώνεις τον ελεύθερο χρόνο σου στις τέχνες. Είναι μια βιώσιμη επιλογή. Στην πραγματικότητα οι περισσότεροι αυτό κάνουν. Τουλάχιστον στην Πολωνία το 60% των ανθρώπων της τέχνης, έχουν άλλες θέσεις εργασίας, εντός ή εκτός του πεδίου αυτού. Αυτός είναι ο τρόπος που οι ίδιοι συντηρούνται. Ίσως η τέχνη είναι αυτό που δίνει νόημα στη ζωή τους για κάποιο διάστημα. Μερικοί συνεχίζουν να πορεύονται έτσι για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, μερικοί παραιτούνται.
Τουλάχιστον στην Πολωνία όσοι δραστηριοποιούνται στον πολιτιστικό τομέα είναι μια πολύ συγκεκριμένη δημογραφική ομάδα. Είναι κάτω των 35 ετών, δεν έχουν παιδιά. Μετά από κάποια ηλικία, πολλοί εγκαταλείπουν το πεδίο. Δεν τους έχουμε ρωτήσει γιατί τα παρατάνε, αλλά μαντεύοντας από τους φίλους μας, συχνά κανείς θέλει να κάνει οικογένεια και να βολευτεί, να προσπαθήσει να βρει λιγότερο επισφαλείς καταστάσεις διαβίωσης. Μερικοί μπορεί να θεωρούν την τέχνη ως μια ενδιαφέρουσα περιπέτεια, ένα είδος νεανικής τρέλας, και στη συνέχεια προχωρούν παραπέρα. Ίσως μερικοί να σκέφτονται έτσι.
Στην Ελλάδα βέβαια, ενδεχομένως, το πρόβλημα είναι ότι δεν έχετε κανένα άλλο μέρος για να προχωρήσετε παραπέρα. Δεν είναι ότι έχετε πολλές ευκαιρίες που σας περιμένουν. Η ανεργία είναι τεράστια. Είναι απλά αβάσιμες εικασίες, αλλά ίσως ο πολιτιστικός τομέας δεν είναι μια τόσο κακή θέση για να είναι κανείς, αν τον συγκρίνουμε με άλλα πλαίσια. Οι άνθρωποι των τεχνών δημιουργούν δίκτυα υποστήριξης, τα οποία μπορεί να σημαίνουν πολλά. Αυτό μας φέρνει πίσω στις κρυφές οικονομίες, ίσως κάποια στιγμή τα χρήματα να μην είναι το μόνο πράγμα που μετράει, να υπάρχουν και άλλοι τρόποι για να οργανώσουμε τη ζωή μας με ουσιαστικό τρόπο, συστήματα υποστήριξης, δίκτυα αλληλεγγύης, συστήματα ανταλλαγής με φίλους.
Βασικά, όταν έχεις έναν προϋπολογισμό 5000 ευρώ μην οργανώνεις μια έκθεση με τριάντα άτομα. Ίσως μια μικρότερη θα τα πάει εξίσου καλά, και τότε ο καθένας μπορεί να πληρωθεί, έστω λίγο.
Όπως σημείωσε στο συνέδριο η Ελπίδα Καραμπά, παίρνοντας συνεντεύξεις από διάφορους επαγγελματίες της τέχνης κατά τη διάρκεια των «Soft Power Lectures», η πλειοψηφία δήλωσε ότι δεν θεωρούν την τέχνη επάγγελμα. Τι νομίζετε;
Αυτό είναι ένα σταθερό επιχείρημα, το αν δηλαδή πρέπει να θεωρεί τέχνη δουλειά ή όχι. Δεν έχω μια σαφή απάντηση. Αλλά έχω μια-δυο βέβαιες απόψεις σχετικά με αυτό. Νομίζω ότι για παράδειγμα όταν υπάρχουν χρήματα για καλλιτεχνικά projects, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για να πληρώνονται οι άνθρωποι, καλλιτέχνες και προσωπικό, και όχι οι αεροπορικές εταιρείες, τα ξενοδοχεία ή οι διαφημιστές.
Και πιστεύω επίσης ότι στο ισχύον σύστημα υπάρχει μια τάση να μειώνονται οι μισθοί, επειδή πολλοί άνθρωποι ανταγωνίζονται μεταξύ τους για την αναγνώριση και τις ευκαιρίες. Αυτό συμβαίνει με τις αιτήσεις για χρηματοδοτήσεις. Οι υποψήφιοι ανταγωνίζονται για περιορισμένους πόρους, υπόσχονται όσο το δυνατόν περισσότερο για όσο το δυνατόν λιγότερο δυνατό budget, έτσι ώστε μειώνονται οι μισθοί των συμμετεχόντων. Διοργανωτές, καλλιτέχνες και επιμελητές, πραγματικά θα πρέπει να περιορίσουν τους εαυτούς τους, τόσο για λόγους αλληλεγγύης όσο και για το δικό τους καλό.
Βασικά, όταν έχεις έναν προϋπολογισμό 5000 ευρώ μην οργανώνεις μια έκθεση με τριάντα άτομα. Ίσως μια μικρότερη θα τα πάει εξίσου καλά, και τότε ο καθένας μπορεί να πληρωθεί, έστω λίγο. Μερικές φορές, μπορεί να είναι μια σημαντική δήλωση το να φέρει κανείς χιλιάδες ανθρώπους από όλο τον κόσμο για μια εκδήλωση, αλλά αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί ως υπόδειγμα ή κανόνας.
Απ’ την άλλη, όμως, μιλώντας για καλλιτέχνες και μισθούς, ας μην υπερβάλλουμε με την εμπορευματοποίηση των ιδεών αντιμετωπίζοντας όλες τις καλλιτεχνικές δραστηριότητες σαν να ήταν μια μορφή μισθωτής εργασίας. Γιατί τότε μπαίνουμε σε μια πολύ ιδιαίτερη κατάσταση. Για παράδειγμα, τώρα που μου παίρνεις αυτήν την συνέντευξη. Θα πρέπει να εξετάσω αυτό το χρόνο που δαπανώ εδώ ως μια μορφή εργασίας; Πρέπει τώρα να αρχίσω να πουλάω τις ιδέες μου και να αναρωτηθώ γιατί μοιράζομαι τις ιδέες μου μαζί σου δωρεάν; Θα πρέπει να σας ζητήσω χρήματα για τις ιδέες που μοιράζομαι μαζί σου και εσύ μεταφέρεις στους αναγνώστες σου; Αυτό είναι ένας πολύ καπιταλιστικός τρόπος σκέψης για τις ιδέες.
Η τέχνη και η γνώση δεν θα πρέπει να διαμορφωθούν ως εμπορεύματα ή κερδοσκοπικές δραστηριότητες. Δεν είναι αυτο-επιχειρηματίες. Για να επιστρέψουμε στην κρυφές οικονομίες και στις φεμινιστικές οικονομίες, σημειώθηκαν πολύ ενδιαφέρουσες επισημάνσεις κατά τη διάρκεια των γυναικείων εκστρατειών που σχετίζονται με τις «αμοιβές για την εργασία στο σπίτι» (“wages for homework”). Αυτό το κίνημα απαίτησε την αναγνώριση για την εργασία των γυναικών ως ένα σημαντικό μέρος της οικονομίας.
Αλλά αυτές οι γυναίκες, δεν είχαν σκοπό να μετατραπούν οι δουλειές του σπιτιού σε μισθωτή εργασία, δεν ήθελαν να μετατραπούν σε μικρό-καπιταλιστές και να πληρώνονται για την παροχή φροντίδας για τα παιδιά τους. Ήταν ουσιαστικά μια προσπάθεια να επιτευχθεί η κοινωνική αναγνώριση για τη σημασία των γυναικών που εργάζονται και για τη θέση των γυναικών στην κοινωνία, να απαιτηθεί υποδομή, να δημιουργηθούν τα συστήματα υποστήριξης, η ασφάλεια, η προστασία, η καθολική φροντίδα των παιδιών, αλλά και άλλα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας που θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν οικονομική υποστήριξη. Δεν απαίτησαν να μετατραπούν τα πάντα σε εμπόρευμα και κάθε δραστηριότητα σε μισθωτή εργασία.
Και νομίζω τα ίδια ισχύουν και στον καλλιτεχνικό τομέα. Πολιτιστικοί παραγωγοί παρέχουν κάτι πολύ σημαντικό για την κοινωνία, αλλά το έργο τους δεν μπορεί να εκτιμηθεί σαν να ήταν μια μορφή μισθωτής εργασίας, θεωρώντας την ανταλλαγή ιδεών ως εμπορεύματα ή το χρόνο που δαπανάται για τη δημιουργική επιχειρηματικότητα, σαν να ήταν μια μορφή μισθωτής σύμβασης. Αυτό θα ήταν παράλογο και ένα τέτοιο σύστημα λογιστικής θα ήταν ένα εφιαλτικό σύστημα κυβερνητικού ελέγχου. Το να απαιτήσεις μισθούς για τους καλλιτέχνες δεν υπονοεί κάτι τέτοιο. Είναι ένας αγώνας για την υποδομή, την προστασία, για λογικές και δίκαιες σχέσεις στον τομέα της τέχνης, για σεβασμό και για μέσα βιωσιμότητας.
Τι ακριβώς θα κάνετε στο εργαστήριο στη Μπιενάλε;
Θα διοχετεύσω αυτές τις ιδέες της κρυφής οικονομίας και των διαφορετικών οικονομιών και θα σκεφτώ με ποιο μπορούμε να χαρτογραφήσουμε τις οικονομίες της τέχνης και να σκεφτούμε κάποιες αναδιατάξεις. Και αν ο κόσμος το βρει ενδιαφέρον, ίσως μπορούμε να ξεκινήσουμε κάποιο είδος συζήτησης σε βάθος χρόνου με τη Μπιενάλε ή άλλες διοργανώσεις σκεπτόμενοι την αναδιάρθρωση των σχέσεων στο πεδίο με πιο δίκαιο και λογικό τρόπο.
Αλλά δεν μπορεί να πιστεύει κανείς ότι μπορεί να δημιουργήσει το σοσιαλισμό με ένα project. Αν δεν υπάρχουν πόροι, αν η πόλη έχει χρεοκοπήσει, είναι πολύ δύσκολο να σκεφτεί κανείς ότι η Μπιενάλε ή οποιοδήποτε άλλο έργο τέχνης μπορεί να προσφέρει μια λογική λύση σε αυτό. Αλλά και πάλι, ίσως μοιράζοντας κάποιες ιδέες δοθεί η δυνατότητα για μια πιθανή παραγωγική άσκηση για ένα πολύ ευρύτερο αγώνα, θα μπορούσε να γίνει ένα αυτο-στοχαστικό κομμάτι ευρύτερων απαιτήσεων, χωρίς το οποίο η γενική πολιτική κατάσταση δεν θα αλλάξει. Παρόλα αυτά, ακόμα και σε δεινή οικονομική κατάσταση, θα μπορούσε κανείς να καταφέρει να δημιουργήσει λίγο πιο δίκαιους, ισότιμους και δημοκρατικούς τρόπους συμπεριφοράς στα καλλιτεχνικά έργα.
Πείτε μας λίγα πράγματα για το παρελθόν σας και το «Free/ Slow University».
Το όνομα «Free/ Slow University» της Βαρσοβίας βασίζεται σε ένα λογοπαίγνιο. Στα πολωνικά η λέξη wolny έχει διπλή σημασία: ελεύθερο και αργό. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα αυτό-οργανωμένο ερευνητικό σχήμα το οποίο διεξάγει έρευνα, διοργανώνει σεμινάρια, συνέδρια, summer camps, εκδίδει βιβλία σχετικά με την πολιτική οικονομία της κοινωνικής δημιουργικότητας, πραγματοποιώντας έρευνα σχετικά με τις συνθήκες εργασίας στον καλλιτεχνικό τομέα.
Ταυτόχρονα είμαι επιμελητής και θεωρητικός. Έχω μόλις τελειώσει το διδακτορικό μου στο Ηνωμένο Βασίλειο για τα projects και τους τρόπους που διέπουν την διαχείριση της ανεξάρτητης πολιτιστικής παραγωγής και τη μορφοποίηση των επιμελητικών πρακτικών, αναλύοντας το ρόλο των projects και των δικτύων στην οργάνωση της ζωής και των δραστηριοτήτων των ανθρώπων των τεχνών, με έμφαση στην εμπέδωση του νεοφιλελευθερισμού ως γενικού σκελετού ιδεολογικής πολιτικής.
Ποια είναι η κατάσταση στην Πολωνία σχετικά με ιδρύματα τέχνης και τη χρηματοδότηση για την τέχνη;
Υπάρχουν έντονες συζητήσεις και αγώνες που σχετίζονται με τις συνθήκες της καλλιτεχνικής εργασίας. Λόγω της ειδικής νομικής κατάστασης, η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων στις τέχνες δεν έχουν πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη ή συνταξιοδότηση, καθώς αυτά εξαρτώνται από το αν απασχολούνται σε τακτική βάση, πράγμα το οποίο δεν συμβαίνει με τη συντριπτική πλειοψηφία των καλλιτεχνών. Επίσης, οι καλλιτέχνες οργανώθηκαν σε μια συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων τέχνης.
Είμαι μέλος αυτής της ένωσης, αν και αν είναι περισσότερο σαν ένα δίκτυο αλληλεγγύης, όλα σε όλους, δεν υπάρχει εργοστάσιο τέχνης, στο οποίο να δουλεύουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι.
Παρόλα αυτά, η Ένωση κατάφερε να διαπραγματευτεί, με κάποια μεγαλύτερα ιδρύματα, βασικές αμοιβές για καλλιτέχνες, για συμμετοχές σε εκθέσεις ή για παραγγελία έργων, ένα είδος ελάχιστης μισθολογικής συμφωνίας. Βασίζεται σε διμερείς δηλώσεις μεταξύ της Ένωσης και των θεσμικών οργάνων, εξακολουθεί να είναι όμως ένα πολύ σημαντικό βήμα, δεδομένου ότι θέτει ένα κανόνα και παρέχει στους καλλιτέχνες μια νομική βάση για τα αιτήματά τους.
Επιπλέον, μειώνει τον ανταγωνισμό και καθιερώνει την αλληλεγγύη. Παρόλα αυτά, λόγω των πρόσφατων πολιτικών αλλαγών, είμαι λίγο ανήσυχος ότι οι εξελίξεις αυτές θα επισκιαστούν από τις προσπάθειες λογοκρισίας ή από συντηρητικές επιθέσεις σε προοδευτικά, καλλιτεχνικά ιδρύματα.