Αν και συνήθως επιλέγω τον πιο uptempo χώρο της orangerie, εκείνο το απόγευμα της Κυριακής που βρέθηκα στο «Artisanal» προτίμησα να καθίσω στην επάνω σάλα του ατμοσφαιρικού κηφισιώτικου αρχοντικού που στεγάζει το bar restaurant του Φώτη Σεργουλόπουλου και του Βαγγέλη Γερασίμου. Αυτήν την εποχή το απόλυτα θεατράλε μικροσύμπαν που έπλασε το γνωστό αρχιτεκτονικό δίδυμο Γιώργος Γαβαλάς και Γιάννης Μουρίκης κοσμούν εντυπωσιακές προσωπογραφίες του Θωμά Τουρναβίτη, ενώ ολόκληρος ο χώρος έχει μόλις φορέσει τα γιορτινά του. Μιλάμε όπως πάντα για ένα στολισμό-υπερπαραγωγή, ό,τι πρέπει για τις γιορτινές μας εξόδους.
Ο σεφ Δημήτρης Δημητριάδης έχει βρει έναν πολύ δικό του τρόπο να αναπλάθει τις γεύσεις της παράδοσης, περνώντας τες από ένα σύγχρονο μαγειρικό φίλτρο μεν, χωρίς να τις κάνει αγνώριστες δε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα θαλασσινά σουτζουκάκια που φτιάχνει με γαρίδα και χταπόδι, ένα πιάτο-παρακαταθήκη από την περσινή χρονιά που το «Artisanal» διακρίθηκε με Βραβείο Ελληνικής Κουζίνας και διατηρείται και στο ολοκαίνουργιο μενού του εστιατορίου. Νέες σπεσιαλιτέ που ακολουθούν αυτό το μοτίβο είναι οι φανταστικοί λαχανοντολμάδες με τρυφερό λάχανο savoy και φίνο αυγολέμονο σελινόριζας που κρύβουν μέσα τους μια γέμιση από ορτύκι και μανιτάρι, όπως και το ξεχωριστό παστίτσιο που φτιάχνεται με πρόβειο κρέας και χοντρό χειροποίητο μακαρόνι.
Αν πάντως έπρεπε να ξεχωρίσω ένα από τα φετινά πιάτα θα επέλεγα τη σουπιά: κομμένη σε πλατιές ταλιατέλες σκεπάζει ένα εξαίσιο ριζότο στο στιλ του σπανακόρυζου, αφήνοντας μια μακρά επίγευση στο μεσοδιάστημα στεριάς και θάλασσας. Το κουνουπίδι σε τρεις υφές –κους κους, κρέμα και το «φιλέτο» σε στιλ steak- πάλι, με την πολύ ενδιαφέρουσα σάλτσα από καρότο και κάρι, εκπέμπει σε δημιουργικές vegan συχνότητες, ενώ ακόμα καλύτερα από πέρυσι είναι τα επιδόρπια.
Το «εικονικό» μανταρίνι κάθεται πάνω σε πολύ αρωματική μανταρινόπιτα, ενώ η κολοκυθόπιτα μετατρέπεται σε φίνο και φαντεζί επιδόρπιο με παστέλι κολοκυθόσπορου και σορμπέ σαγκουίνι με γλυκάνισο.