
Πόσο πολύ μου άρεσε η μουσική του Blakaut το κατάλαβα το βράδυ της 1ης Ιουνίου, όταν τον άκουσα για πρώτη φορά ζωντανά σε μια συναυλία στα Πανεπιστήμια στη Θεσσαλονίκη. Ίσως να έφταιγε που ελάχιστη ώρα πριν η Liverpool σήκωνε την έκτη κούπα Champions League στην ιστορία της, το σίγουρο πάντως ήταν ότι ακούγοντας τον Blakaut δε σταμάτησα να χορεύω για πάνω από μια ώρα.
Μονοκόμματα synth beats, μελαγχολικές μελωδίες συνδυασμένες με αποσπάσματα από ταινίες, απαγγελίες ποιημάτων και ό,τι άλλο πέσει στα αυτιά του Άλκη -όπως λέγεται κατά κόσμον ο Blakaut- φτιάχνουν το ηχητικό ψηφιδωτό των συνθέσεών του. Οι δύο δίσκοι που κυκλοφόρησε από το Μάιο του 2017 («Ηχητική Συνεκδοχή», «Συσκότιση», «Μαύρο Φως») έχουν μέχρι σήμερα βρει ένα σταθερό underground κοινό, που έχει μάθει να αγαπάει τη μουσική αισθητικά συγγενών σχημάτων όπως οι Οδός 55 και οι Regressverbot. Εξάλλου, ο Blakaut έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά ελληνικών συγκροτημάτων που από τους Χωρίς Περιδέραιο και τους ΑΝΤΙ... στα '80s μέχρι σήμερα διαρκώς εμπλουτίζουν το ευρύ φάσμα του minimal wave. Η διαχρονικότητα και το αποτύπωμα αυτών των μπαντών καταγράφηκε πρόσφατα και κινηματογραφικά, στο ντοκιμαντέρ «Music For Ordinary Life Machines» του Νίκου Χαντζή, στο οποίο εμφανίζεται μεταξύ πολλών άλλων και ο Άλκης.
Αφορμή όμως της συνάντησής μας είναι η εμφάνισή του σε μία από τις σκηνές του Sonar (11-12/10), του διάσημου φεστιβάλ που έρχεται στην Αθήνα και δίνει στον Blakaut την ευκαιρία να παίξει τη μουσική του σε ένα μεγαλύτερο κοινό.
Σε αγχώνει που θα παίξεις στο Sonar;
Ναι, μιλάμε για ένα εξαιρετικά σημαντικό φεστιβάλ, το οποίο και μόνο ότι γίνεται στην Ελλάδα είναι απίστευτο. Γενικά όμως αγχώνομαι με τις συναυλίες, κάποιες φορές μπορεί να «τρώγομαι» και μια βδομάδα πριν παίξω κάπου. Σκέψου δεν κοιτάω ποτέ κάτω τον κόσμο γιατί ντρέπομαι. Στο πρώτο μου live δυσκολεύτηκα πολύ να συνηθίσω, στην αρχή είχα αρνηθεί και την πρότασή τους. Αλλά εν τέλει μου αρέσει πάρα πολύ, ειδικά το κλίμα που δημιουργείται είναι τρομερό, ακόμα και αν δεν επικοινωνώ όπως συνηθίζεται με το κοινό.
Ξέρω ότι ακούς πολλά και διαφορετικά είδη μουσικής, επομένως πώς σε κέρδισαν συγκεκριμένα τα synths;
Ηλεκτρονική μουσική έγραφα εδώ και πολλά χρόνια, έτσι κι αλλιώς το κάνω μόνος μου στον υπολογιστή. Αλλά αυτό το γνώριζαν αποκλειστικά οι πολύ κοντινοί μου άνθρωποι. Είχα επίσης ένα αρμόνιο Yamaha του πατέρα μου που χρησιμοποιούσα, αλλά όσα κομμάτια έγραφα ήταν πιο drone, ambient πράγματα, καμία σχέση με αυτά που κάνω τώρα. Synths και post punk γενικότερα άκουγα από πάντα, αλλά όλα πήραν μια διαφορετική κατεύθυνση όταν ήμουν 20-22. Τότε είχα πωρωθεί με πιο dark πράγματα, άκουγα όσο περισσότερη μουσική αυτού του στιλ μπορούσα και κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι με συνεπήρε. Βρήκα τον εαυτό μου εκεί κι αυτό ήταν.

Ερμηνεύεις κάπως το γεγονός ότι ειδικά στο εξωτερικό υπάρχει μια έντονη επιστροφή στην '80s αισθητική με έμφαση στα synths;
Κοίταξε αν θεωρήσουμε ότι στη μουσική έχουν γίνει σχεδόν τα πάντα, βρίσκω λογικό ανά περιόδους να επιστρέφουμε σε είδη του παρελθόντος. Με το ίντερνετ κιόλας δίνεται η ευκαιρία παλιότερες μουσικές να παίρνουν σήμερα τη θέση που τους αξίζει. Τα '80s εξάλλου ασκούν διαχρονικά μια ιδιαίτερη γοητεία ακόμα και σε ανθρώπους που τα έζησαν ελάχιστα ή και καθόλου. Μπαίνει κι η νοσταλγία στη μέση η οποία αποτυπώνεται σε ταινίες εκτός από τη μουσική. Εμένα πάντως μ' αρέσει αυτή η τάση και προσωπικά νιώθω μια θαλπωρή σε αυτήν την αισθητική. Παίζει ρόλο και το γεγονός πως όσον αφορά τα ακούσματά μου, οι δίσκοι που θεωρώ καθοριστικούς κυκλοφόρησαν μεταξύ '82-'86.
Παρεμπιπτόντως έχεις χρησιμοποιήσει απόσπασμα ταινίας της εποχής σε κομμάτι. Συγκεκριμένα το μονόλογο του Τάκη Μόσχου από την ταινία «Η Πόλη Ποτέ δεν Κοιμάται» του Ανδρέα Τσιλιφώνη, στο ομότιτλο τραγούδι.
Ναι, αλλά εν προκειμένω έτυχε ότι είναι του '80, γενικά χρησιμοποιώ ό,τι ακούσω και με ενθουσιάσει. Το συγκεκριμένο απόσπασμα είναι ενδεικτικό της προσέγγισής μου στις συνθέσεις που γράφω. Για παράδειγμα, ένας από τους λόγους που δεν τραγουδάω είναι γιατί πιστεύω πως κάποια πράγματα έχουν ειπωθεί ήδη πολύ καλύτερα από άλλους. Τα βρίσκω λοιπόν και τα «ντύνω» με μουσική, σαν ένα κολάζ. Ειδικά όμως για το μονόλογο του Μόσχου, ακούγοντάς τον ένιωσα ότι περιγράφει απόλυτα αυτό που προσπαθώ να κάνω σαν Blakaut. Ο τρόπος που περιγράφει την πόλη βγάζει μια υγρασία που ταυτιζόταν με τη δική μου εικόνα της Αθήνας.
Η συμμετοχή σου στο ντοκιμαντέρ «Music For Ordinary Life Machines» πώς προέκυψε;
Ο Νίκος επικοινώνησε μαζί μου, δε γνωριζόμασταν προηγουμένως και χάρηκα που με προσέγγισε. Το ντοκιμαντέρ του όταν το είδα μ' άρεσε πάρα πολύ γιατί με συγκίνησε. Προφανώς προσπερνάω ότι είμαι κι εγώ μέσα, δε με νοιάζει καθόλου αυτό. Αλλά ο τρόπος με τον οποίο πέρναγε από τη μια μπάντα στην άλλη, δεν ξέρω, με κέρδισε πολύ και δεν το περίμενα.
Αν μπορούσες να φτιάξεις το soundtrack για μια ταινία ποια θα ήταν;
Ο «Εξολοθρευτής» σίγουρα! Ειδικά όταν βλέπω τις σκηνές από το μέλλον παθαίνω πλάκα, είναι σα να βλέπω τη λέξη «δυστοπία» να παίρνει σάρκα και οστά. Την ίδια στιγμή όμως έχει και απροσδόκητα συναισθηματικές σκηνές που σε συνεπαίρνουν. Ε και είναι απίστευτα κουλ ταινία ας είμαστε ειλικρινείς...
Μπορείτε να ακούσετε δωρεάν και να κατεβάσετε με ελεύθερη συνεισφορά τους δίσκους του Blakaut εδώ.