
Οι δύο τελευταίες τακτικές συναυλίες της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών στην «Αίθουσα Χρ. Λαμπράκης» του Μεγάρου Μουσικής, που προηγήθηκαν των δύο εορταστικών της προγραμμάτων, αποτέλεσαν έναν ενδιαφέροντα περίπλου σε βασικά έργα του γερμανικού 19ου αιώνα, ρομαντικού αλλά όχι μόνο!

Τα φώτα τράβηξε ξανά η παρουσία διακεκριμένων ξένων μετακληθέντων καλλιτεχνών.
Στην -ενταγμένη στο πλαίσιο του κύκλου του Μεγάρου «Για τσέλα και γκάμπες»- συναυλία της 30-11-2017, υπό τη διεύθυνση του Γεωργίου Βράνου, ξεχώρισε η παρουσία ενός παλιού γνώριμου, του σπουδαίου Βραζιλιάνου τσελίστα Αντόνιο Μενέσες. Η ερμηνεία του στο «Κοντσέρτο για βιολοντσέλο» του Σούμαν είχε όλες τις ποιότητες μουσικής δωματίου, στην οποία αυτός αριστεύει εδώ και χρόνια (ως μέλος π.χ. επί σειρά ετών του θρυλικού Beaux Arts Trio): σπάνια κομψότητα και αποχρώσεις ήχου, αίσθηση συνομιλίας με την ορχήστρα, αφηγηματική ευφράδεια στους διάσπαρτους σολιστικούς μονολόγους. Η ανεπίληπτη δεξιοτεχνία και ορθοτονία, η πλαστικότητα στις διακυμάνσεις ταχυτήτων και δυναμικών, κυρίως όμως η κατανόηση και νοηματοδότηση των διαφορετικών συναισθηματικών διαθέσεων της μουσικής ανέδειξαν αβίαστα το μελωδικό λυρισμό του έργου.
Η μάλλον διακριτική συνοδεία ήχησε στον αντίποδα των γεμάτων αυτοπεποίθηση επιδόσεων ορχήστρας και αρχιμουσικού στις άλλες δύο, εμβληματικά ρομαντικές, συνθέσεις του προγράμματος. Με μόνη επιφύλαξη τα υπερβολικά γρήγορα τέμπι, που ακολουθήθηκαν στα πρώτα μέτρα αμφοτέρων, οι προσφερθείσες εκτελέσεις ήσαν συνολικά υψηλού επιπέδου. Ξάφνιασε δε ευχάριστα ο απρόσμενα εστιασμένος, γεμάτος ορχηστρικός ήχος που εκμαίευσε ο πρώην διευθυντής της ΚΟΘ.
Στην έντονα περιγραφικής δύναμης εισαγωγή «Εβρίδες», ο Μέντελσον μεταφέρει συναισθήματα και εντυπώσεις από ταξίδι του στην Στάφφα, ένα από τα μικρότερα ακατοίκητα νησιά του ομώνυμου σκωτικού συμπλέγματος, όπου βρίσκεται η περίφημη «Σπηλιά του Φίνγκαλ». Καθοριστική για την επιτυχημένη απόδοση του τόσο ατμοσφαιρικού οιονεί συμφωνικού αυτού ποιήματος με τη μοναδικής ευγένειας ενορχήστρωση στάθηκε η ολοζώντανη «αναπαράσταση» εικόνων και κλιμάτων της μουσικής.
Η βραδιά ολοκληρώθηκε με μιαν επιβλητική ερμηνεία της 1ης Συμφωνίας του Μπραμς, η γραφή της οποίας συγκεράζει θαυμαστά τον πληθωρικό λυρισμό του ρομαντισμού με ισορροπίες και αυστηρότητα που ανάγονται στον κλασικισμό. Εντυπωσίασε εν προκειμένω η επάρκεια με την οποία αντιμετωπίσθηκαν οι προκλήσεις που θέτει η παρτιτούρα: η δομική καθαρότητα της ανάγνωσης ανέδειξε την αριστουργηματική αρχιτεκτονική, ο παλμός και το σφρίγος της δικαίωσαν τη σχεδόν «μπετοβενική» της ορμή, ενώ η μεγάλη ευελιξία στο σχηματισμό και τη διαδοχή (περάσματα) των φράσεων επέτρεψαν την αβίαστη ροή της μουσικής. Ο σπάνιος συνδυασμός ελέγχου και ελευθερίας στην ανάπτυξη των διαφόρων μουσικών θεμάτων -τόσο γλαφυρός στο περίτεχνο, μεγαλοπρεπές φινάλε- αποδείκνυε την βαθιά κατανόηση από τον Βράνο ενός έργου με σαφή εσωτερική φλόγα και πνευματική διάσταση, επιβεβαιώνοντας για μίαν ακόμη φορά την περίοπτη θέση του μεταξύ των αρχιμουσικών του τόπου…

Μερικές μέρες αργότερα (6-12-2017), η συναυλία, υπό τον Γερμανό αρχιμουσικό Φρανκ Μπέερμαν, είχε ως τίτλο «Ηρωϊκές αφηγήσεις». Όπως συμβαίνει συχνά με τα προγράμματα της ΚΟΑ, ο τίτλος αυτός ανταποκρινόταν με ακρίβεια σε δύο μόνο έργα, αμφότερα εν προκειμένω του Μπετόβεν, την 3η Συμφωνία («Ηρωϊκή») και την Εισαγωγή στη σκηνική μουσική για τον «Έγκμοντ».
Η 3η Συμφωνία (1804) εγκαινίασε, ως γνωστόν, τη μεσαία συνθετική περίοδο του «Τιτάνα της μουσικής», στην οποία, πέρα από μείζονες δομικές πρωτοτυπίες, εμφανίζονται χαρακτηριστικά -περιεχομένου και αισθητικής- που προαναγγέλλουν το ρομαντισμό. Τα ρομαντικά ιδανικά που θα ενέπνεαν σύντομα τη γέννηση πολλών «εθνικών» κρατών στη Γηραιά Ήπειρο απηχεί και η αφιέρωση της σύνθεσης σ’έναν ήρωα, αρχικά πιθανότατα στο Ναπολέοντα Βοναπάρτη (όταν αυτός ενσάρκωνε ακόμη τα οράματα της Γαλλικής Επανάστασης για ελευθερία, κοινωνική δικαιοσύνη και δημοκρατία) και εν συνεχεία σ’ένα «μεγάλο άνδρα». Τον επίσης γραμμένο στην αρχή του 19ου αιώνα «Έγκμοντ» (1810) ενέπνευσε η ηρωϊκή φυσιογνωμία του διακεκριμένου στρατιωτικού και διοικητή της Φλάνδρας Κόμη του Έγκμοντ που αντιστάθηκε μέχρι θανάτου στην εγκαθίδρυση της Ιεράς Εξέτασης στην υπό ισπανική κυριαρχία χώρα του.
Εύλογα, γίνεται αντιληπτό ότι η προσέγγιση τέτοιων έργων δεν -πρέπει να- προϋποθέτει μόνο ανάδειξη του ορμητικού χαρακτήρα της μουσικής, αλλά και προσπάθεια «νοηματοδότησης» των συμφραζομένων, κατά τρόπο ώστε να προβάλλεται η ουσία τους.
Στην Εισαγωγή στον «Έγκμοντ» ο Μπέερμαν υιοθέτησε πολύ σβέλτα τέμπι που συνέβαλαν στη δραματικότητα της αφήγησης (φέρνοντας, πάντως, συχνά στα όρια τους τα έγχορδα), έστω και εάν απομείωσαν το εκφραστικό βάρος των καθοριστικών γι’αυτήν παύσεων.
Φροντισμένη απόδοση του μουσικού συντακτικού, ρυθμική ζωντάνια, νηφαλιότητα (ιδιαίτερα ευπρόσδεκτη στο «Πένθιμο εμβατήριο») και αξιόλογες συνεισφορές των πνευστών (κυρίως των ξύλινων) χαρακτήρισαν την -σε γενικές γραμμές, επιτυχημένη- ερμηνεία της «Ηρωϊκής» Συμφωνίας. Όμως, η απουσία σαφέστερων αγωγικών διαφοροποιήσεων και μεγαλύτερης πλαστικότητας στη φραστική (ειδικά σε ένα έργο με βαθιά οργανική συναρμογή των θεμάτων) περιόρισαν την ισορροπημένη προβολή των φωτεινών και των σκοτεινών/ στοχαστικών διαθέσεων της μουσικής, αμβλύνοντας την εκφραστική της δύναμη.
Ενδιάμεσα, πραγματοποιήθηκε ένα άλμα στις αρχές του 20ού αιώνα με τα σαφώς υστερομαντικής αισθητικής «Έξι τραγούδια σε ποίηση Μπρεντάνο για υψίφωνο και ορχήστρα» του Ρίχαρντ Στράους. Υπό την προσεκτική διεύθυνση του Μπέερμαν, η ΚΟΑ αποκωδικοποίησε επαρκώς (ιδίως στο δύσκολο καταληκτικό «Τραγούδι των γυναικών») την πυκνότατη ορχηστρική γραφή, η ένταση της οποίας, όμως, κατίσχυε συχνά της σολίστ Γιούλιας Μπάουερ. Τα «τραγούδια Μπρεντάνο» κινούνται συνολικά σε υψηλές τονικές περιοχές, έχουν δε υψηλότατες δεξιοτεχνικές απαιτήσεις με λαμπερές κολορατούρες.
Η Γερμανίδα υψίφωνος διέθετε και στέρεη τεχνική και την επιθυμητή άνεση στις υψηλές νότες, αλλά ο περιορισμένος όγκος της φωνής της δεν της επέτρεπε να δαμάσει τις μεγάλες ορχηστρικές δυνάμεις ή να δικαιώσει τα πιο σκοτεινού στίγματος τραγούδια. Εύλογα, και παρά την καλή άρθρωση και το σωστό ύφος, η ερμηνεία ηχούσε αρκετά συγκρατημένη…
Credits φωτογραφιών: Χάρης Ακριβιάδης (συναυλία 30-11-2017) – ΚΟΑ/Αλίκη Φιδετζή (συναυλία 6-12-2017)