Μετά το σοβαρό πρόβλημα της υγείας του, όταν κατέρρευσε στη σκηνή του «Κυττάρου» αρχές του περασμένου Δεκεμβρίου, είχα την αίσθηση ότι ο Τζιμάκος θα τα καταφέρει και ότι θα τον βλέπαμε ξανά σύντομα. Έτσι όταν το απομεσήμερο του Σαββάτου, κάνοντας κάτι τελευταία ψώνια, με ισχυρό πονοκέφαλο κι ενδείξεις ελαφρού πυρετού, έλαβα το μήνυμα του Γιάγκου: «Πέθανε ο Τζίμης Πανούσης», η απάντησή μου ήταν ακαριαία: «Κι εγώ δεν νιώθω πολύ καλά σήμερα»!
Ο Τζίμης Πανούσης τον οποίο γνώρισα –σχεδόν δέκα ολόκληρα χρόνια προτού γίνει ο Τζίμης Πανούσης που όλοι ξέρουμε– ήταν ένας πολύ καλός μαθητής γυμνασίου, ευγενέστατο παιδί, ενδιαφέρων αντίπαλος στο σκάκι, που μιλούσε με θαυμασμό για τον συντοπίτη του Κώστα Γκουσγκούνη, ήθελε να αφήνει ακούρευτα τα μπροστινά του μαλλιά γιατί θεωρούσε πως είχε ψηλό μέτωπο κι επέμενε να πηγαίνουμε λίγο πιο πάνω από την παραλία όπου κολυμπούσαμε συνήθως στο Μάτι, διότι στην πλαζ του κοντινού ξενοδοχείου σύχναζαν μανεκέν της εποχής (καλοκαίρι ’71) και μπορούσαμε να καμακώσουμε κάτι αξιόλογο! Πράγμα που ουδέποτε συνέβη κατά τη διάρκεια των σύντομων εκείνων κοινών μας διακοπών. Επέμενε όμως να πάμε και στον Διονύση Σαββόπουλο, που θα άνοιγε στο «Ροντέο» με τα Μπουρμπούλια, μαζί με τη Δόμνα Σαμίου και τον Θανάση Γκαϊφύλλια. Και πήγαμε, με αποτέλεσμα να μη μείνουμε κολλημένοι στους ψυχεδελικούς Deep Purple ή τους «πρωτοποριακούς» Doors.
Δέκα χρόνια μετά, μέσα σε ένα πραγματικά δημιουργικό μουσικό κλίμα που αγκάλιαζε όλες τις τάσεις στην Ελλάδα, από το νεολαϊκό των Ρασούλη - Ξυδάκη μέχρι την jazz αβανγκάρντια (τότε που νομίζαμε πως «όλα» ήταν «ένα», όπως μου είχε πει λίγο προτού φύγει από τη ζωή ο Τάσος Φαληρέας), οι Μουσικές Ταξιαρχίες έκαναν το δικό τους ταξίδι, με τον Τζίμη Πανούση σε πρώτο πλάνο. Ρηξικέλευθοι αλλά και με αγνές ευαισθησίες, πείραξαν πολλά ταμπού της εποχής και δημιούργησαν δυνατή κατάσταση. Ο ίδιος ο Τζίμης, sui generis καλλιτέχνης, έχτισε με μαεστρία το ερμηνευτικό του κουκούλι και μέσω αυτού έγινε αυτός που ξέρουμε: αγαπητός σε όλους αλλά κι εύκολος να δημιουργεί αντιπαλότητες μέσα από τις μανιέρες της περφόρμανς του.
Το «α» έχει παρακολουθήσει στενά την πορεία του και ο Τζίμης είχε πάντα πολύ φιλική σχέση μαζί μας. Έτσι ήταν, άλλωστε, με τον περισσότερο κόσμο και με όλες τις συνεργασίες του. Όλοι έχουν να λένε για έναν συνεπέστατο επαγγελματία. Και στην παρέα ήταν καλός. μόνο που εκεί έβλεπες να υπάρχουν στιγμές που αποτραβιόταν. Και όσο περνούσε ο καιρός τόσο αυτές πλήθαιναν. Με το χρόνο να μετράει πάντα αντίστροφα, τώρα αποτραβήχτηκε εντελώς, αφήνοντας τους άλλους να μαλώνουν για το πόσο μέγιστος υπήρξε, ποιες ρηξικέλευθες τομές επέφερε στην τέχνη του, πόσους νεότερους επηρέασε με το λόγο του κ.ο.κ. Ενώ αυτός ταξιδεύει...