5 Δεν γράφω σχεδόν ποτέ κριτική σε ταινίες που βλέπω, αυτή τη φορά όμως πιστεύω ότι είναι αναγκαία μία τέτοια κριτική, γιατί έχω κουραστεί να διαβάσω και από αυτό το site αλλά από διάφορα άλλα (ελληνικά και αγγλικά) κριτικές άσχετες με το θέμα της ταινίας. Πιστεύω, ότι πριν πάει να γράψει κάποιος κριτική για οτιδήποτε, πρέπει να γνωρίζει καλά το σκοπό του θέματος που πάει να αναλύσει. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο Christopher Nolan στο "Dunkirk" ήθελε, όπως έχει δηλώσει ο ίδιος, πάρει ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα της ιστορίας του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και να "βάλει" το κοινό στη θέση των στρατιωτών, της αγωνίας τους δηλαδή για επιβίωση. Οποιαδήποτε σύγκριση με άλλες ταινίες που έχουν ασχοληθεί με το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο είναι άσκοπη. Άλλος ο στόχος του Spielberg στη Διάσωση του στρατιώτη Ράιν, άλλος ο στόχος του Tarantino στους Inglorious Basterds κτλ. Από εκεί και πέρα, λοιπόν, η ταινία ήταν εξαιρετική σε αυτό που ήθελε να πετύχει. Να δείξει δηλαδή, όπως προείπα, την αγωνία των ηρώων για το αν θα επιβιώσουν, και αυτό το κάνει αριστοτεχνικά. Ο Nolan δε στηρίζεται σε κλισέ, περιττούς διαλόγους, ανούσιες συζητήσεις, μεταξύ των ηρώων για το πόσο δύσκολος είναι ο πόλεμος κλπ. ούτε σε ειδύλλια και συναισθηματισμούς. Στηρίζεται στην "αμεσότητα". 1 ώρα και 40 λεπτά είναι γεμάτη με πλάνα φόβου, απελπισίας και αγωνίας. Ακούς το φρικιαστικό σφύριγμα των εχθρικών αεροσκαφών και σε πιάνει ταχυπαλμία. Προσπαθείς να ηρεμήσεις και δε μπορείς, γιατί έρχεται το επόμενο πλάνο με ακόμα πιο "κλειστοφοβική" ατμόσφαιρα που σε κάνει να θες να ουρλιάξεις. Σε γεμίζει με μίσος για αυτούς (τον αόρατο εχθρό) που μοιράζουν την απελπισία σε τόσες αθώες ψυχές στρατιωτών. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, ότι οι παύσεις για συναισθηματικούς διαλόγους, θα ήταν καθαρά άστοχες. Δεν υπάρχουν υπερβολές στα CGI (σχεδόν μηδενικά), δεν υπάρχει ίχνος αίματος, στα πτώματα και στις εκρήξεις, δεν υπάρχουν ηρωικές ατάκες, δεν υπάρχει δέσιμο με κάποιον συγκεκριμένο χαρακτήρα (εγώ προσωπικά μόλις βγήκα από την αίθουσα του κινηματογράφου δε θυμόμουν ούτε ένα όνομα από τους χαρακτήρες) το μόνο που υπάρχει είναι η φρικαλεότητα της ακτής της Δουνκέρκης. Μία ατμόσφαιρα που σε "πνίγει". Και αυτό οφείλεται, πρώτον στον Nolan, τον εξαίρετο αυτόν σκηνοθέτη, που μπορεί μέσα από την εικόνα του και από τον αριστοτεχνικό τρόπο που δένει τις σκηνές, τον Hans Zimmer, που με τη μουσική του και τους ήχους του σου δημιουργεί όλη την ένταση (γι'αυτό προτείνω να δείτε την ταινία σε χειμερινούς κινηματογράφους με καλό σύστημα ήχου) και τέλος στα πρόσωπα των πρωταγωνιστών που καταφέρνουν με τις εκφράσεις των ματιών και του προσώπου τους να σου μεταφέρουν αυτό που θέλουν.
Κλείνοντας λοιπόν, πιστεύω ότι ο Nolan, αυτό που ήθελε να πετύχει το πέτυχε. Εστίασε στο ιστορικό γεγονός, με ορισμένες αλλαγές και όχι στο "ψυχογράφημα" των ηρώων. Όποιος λοιπόν θέλει να νοιώσει αυτήν την εμπειρία (κάτι που συστήνω σε όλους όσους αγαπάνε το cinema), ας τρέξει να προλάβει αυτό το αριστούργημα. Όποιος θέλει να δει δακρύβρεχτες ερμηνείες και έρωτες στα χρόνια του πολέμου, ας ψάξει να δει κάποιο άλλο κινηματογραφικό ή και μη έργο. Η δικιά μου ετυμηγορία είναι ότι η ταινία πετυχαίνει το στόχο της τέλεια, αν όχι κάτι παραπάνω από τέλεια.