Στο πάλκο του ελληνικού σινεμά: πώς το λαϊκό τραγούδι εμπνέει την οθόνη

Η κυκλοφορία του «Ουζερί Τσιτσάνης» αυτή την εβδομάδα στις αίθουσες προσφέρει την αφορμή για να σκαλίσουμε την παθιασμένη σχέση του ελληνικού σινεμά με το λαϊκό τραγούδι. Μια μουσική διαδρομή που ξεκινά από τη μεταπολεμική Αθήνα και φτάνει στις μελωδίες του Θέμη Καραμουρατίδη.

Στο πάλκο του ελληνικού σινεμά: πώς το λαϊκό τραγούδι εμπνέει την οθόνη

Η κυκλοφορία του «Ουζερί Τσιτσάνης» αυτή την εβδομάδα στις αίθουσες προσφέρει την αφορμή για να σκαλίσουμε την παθιασμένη σχέση του ελληνικού σινεμά με το λαϊκό τραγούδι. Μια μουσική διαδρομή που ξεκινά από τη μεταπολεμική Αθήνα και φτάνει στις μελωδίες του Θέμη Καραμουρατίδη.

Στο πάλκο του ελληνικού σινεμά: πώς το λαϊκό τραγούδι εμπνέει την οθόνη - εικόνα 1
«Ουζερί Τσιτσάνης»

Στη μεταπολεμική Αθήνα που προσπαθούσε να επουλώσει τις πληγές της από τον Εμφύλιο, δύο ισχυρά πολιτισμικά φαινόμενα βρίσκονται εν εξελίξει. Από τη μια, ο Φιλοποίμην Φίνος αρχίζει να χτίζει μεθοδικά το εμπορικό σινεμά της εποχής και, από την άλλη, ο ερχομός του Βασίλη Τσιτσάνη στην Αθήνα λειτουργεί ως καταλύτης για να γεννηθεί αυτό που, με τη συνδρομή των Γιώργου Μητσάκη, Γιάννη Παπαϊωάννου, Απόστολου Καλδάρα και πολλών ακόμη, ονομάστηκε αργότερα «λαϊκό τραγούδι».

Το ρεμπέτικο, που ξεπήδησε μέσα από την πολυπολιτισμική χύτρα των σμυρναίικων καφέ αμάν στις αρχές του 20ού αιώνα, δίνει τη θέση του σε μελωδίες που έχουν ως μουσική μαγιά το μπουζούκι και κινητήρια στιχουργική δύναμη τον κάματο της εργατιάς. Η συνάντηση των δύο λαοφιλών τεχνών, του ελληνικού σινεμά και του λαϊκού τραγουδιού, τη δεκαετία του ’50 ήταν κάτι παραπάνω από αναπόφευκτη. Ο κινηματογράφος και το πάλκο αποτέλεσαν τους δύο πυλώνες πάνω στους οποίους οικοδομήθηκε η μαζική μεταπολεμική ελληνική κουλτούρα και το ντόπιο σταρ σίστεμ.

Οι δημοφιλείς τραγουδιστές παρουσιάζουν τα νέα τους χιτ στα αφηγηματικά αυθαίρετα μουσικά διαλείμματα των ταινιών –ως πρωτόλεια βιντεοκλίπ–, ενώ οι σταρ της εποχής, από τον Νίκο Ξανθόπουλο μέχρι το λαμπερό ντουέτο Αλίκη Βουγιουκλάκη - Δημήτρης Παπαμιχαήλ, επιβάλλεται να λένε, εκτός από τα λόγια τους, και (τουλάχιστον) ένα τραγούδι.

Η Μελίνα Μερκούρη τραγουδά Χατζιδάκι στην «Στέλλα»

Από τον Τσιτσάνη στον Χατζιδάκι

Τη δεκαετία του ’50 το κινηματογραφικό πανί έχει ήδη μετατραπεί σε αντικείμενο-φετίχ. Η Φίνος Φιλμ δουλεύει ακατάπαυστα για να χορτάσει την ακόρεστη μανία του κοινού για ταινίες, ενώ όλοι οι μεγάλοι συνθέτες της εποχής εμπλέκονται στην κινηματογραφική παραγωγή. Από νωρίς ο Μάνος Χατζιδάκις γράφει τραγούδια, με το «Αγάπη που ’γινες δίκοπο μαχαίρι» να τραγουδιέται από τη Μελίνα Μερκούρη στη «Στέλλα» το 1955. Βέβαια, η διεθνής αναγνώριση του λαϊκού τραγουδιού ήρθε πέντε χρόνια αργότερα με το «Ποτέ την Κυριακή», όπου ένα Όσκαρ και ένα οργιώδες πάρτι στις Κάνες προσέθεσαν τη λέξη «μπουζούκι» στο διεθνές μουσικό λεξικό. Ο Βασίλης Τσιτσάνης υπήρξε από τους μπροστάρηδες της καλλιτεχνικής συνάντησης του λαϊκού τραγουδιού με το σινεμά, με την εμφάνισή του στο «Πιάσαμε την Καλή» το 1955 (στα τραγούδια «Για να σε κάνω άνθρωπο», «Ζαΐρα», «Τα καβουράκια») να παραμένει ένα από τα highlights της δεκαετίας.

Βασίλης Τσιτσάνης και Μαρίκα Νίνου στην πίστα στο «Πιάσαμε την καλή»

Από την άλλη, η εργατική τάξη έχει στραμμένο το βλέμμα της, εκτός από τον Νίκο Ξανθόπουλο, στον ήρωά της Στέλιο Καζαντζίδη, ο οποίος τραγουδά μπροστά στην κάμερα τα «Ζιγκουάλα» («Κυρία Δήμαρχος», 1960) και «Ποιος δρόμος είναι ανοιχτός» («Αδίστακτοι», 1965). Το ζευγάρι Μανώλης Χιώτης - Μαίρη Λίντα γίνεται το χρυσό ντουέτο του ελληνικού σινεμά στις αρχές της δεκαετίας του ’60 με τα «Με κυνηγούν τα αδέλφια σου» («Ο Ατσίδας», 1962) και «Ας μην ξημερώσει» («Ο Φίλος μου ο Λευτεράκης», 1963) να γίνονται επιτυχίες και εκτός οθόνης.

Στις αίθουσες ακούγεται η ηλεκτρισμένη φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση να τραγουδά το «Βρέχει στη φτωχογειτονιά» («Συνοικία το Όνειρο», 1961) του Μίκη Θεοδωράκη, ενώ ο αξεπέραστος περφόρμερ Γιώργος Ζαμπέτας γίνεται κινηματογραφικός αστέρας με τα «Κόκκινα Φανάρια» (1963). Η λίστα με τους συνθέτες και τους ερμηνευτές και τις ερμηνεύτριες που έγραψαν ιστορία στο ελληνικό σινεμά των ’50s και των ’60s είναι ατελείωτη. Το όνομα, όμως, του Σταύρου Ξαρχάκου είναι σίγουρα αυτό που ξεχωρίζει... Από τα οσκαρικά «Κόκκινα Φανάρια», τη «Λόλα» (1964) μέχρι τη μοναδική επιτυχία των «Διπλοπενιών» (1966), ο Έλληνας συνθέτης έντυσε το ελληνικό σινεμά με κορυφαίες μελωδίες, ενώ σηματοδότησε μετέπειτα και τη νέα, μοντέρνα εκδοχή του, στο «Ρεμπέτικο» του 1983.

Ο Αλέκος Αλεξανδράκης κάνει παραγγελιά το «Βρέχει στη φτωχογειτονιά» στη «Συνοικία το όνειρο» (1961)

Μοντέρνες πενιές

Την ίδια εποχή, η εμφάνιση του μιού­ζικαλ με τις ταινίες του Γιάννη Δαλιανίδη αλλάζει άρδην το σκηνικό στο ελληνικό σινεμά. Η αντιπαροχή έχει ντοπάρει τον μικροαστισμό και η ανάπτυξη έχει γεννήσει μια μεσαία τάξη που έχει αλλεργία στη λέξη «λαϊκό». Οι ηθοποιοί γίνονται ερμηνευτές οι ίδιοι, το μπουζούκι αραιώνει τις εμφανίσεις του και, όταν ο Νέος Ελληνικός Κινηματογράφος φέρνει το «σινεμά του δημιουργού» στη χώρα μας, κουβαλά μαζί του μια νέα αφηγηματική αντίληψη για τη μουσική επένδυση μιας ταινίας. Την ίδια στιγμή που τα τραγούδια-σφήνες μοιάζουν παρωχημένα, γεννιέται η έννοια του soundtrack/score.

Ο Γιώργος Κουτουζής χορεύει το πιο διάσημο ζεϊμπέκικο του ελληνικού σινεμά στην «Ευδοκία»

Η μουσική επένδυση της «Ευδοκίας» (1971) του Αλέξη Δαμιανού από τον Μάνο Λοΐζο είναι το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα. Το αριστοτεχνικά δομημένο soundtrack περιλαμβάνει, μάλιστα, και το «Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας», μια από τις σπουδαιότερες μοντέρνες λαϊκές στιγμές στην οθόνη. Στις αρχές της δεκαετίες του ’80, δύο ταινίες ξαναλανσάρουν το λαϊκό-ρεμπέτικο. Η «Παραγγελιά» (1980) του Παύλου Τάσιου και περισσότερο το «Ρεμπέτικο» (1983) του Κώστα Φέρρη ζωντανεύουν με έναν παλλόμενο κινηματογραφικό ρυθμό τη σχέση σινεμά/λαϊκού τραγουδιού. Μάλιστα, το «Μάνα μου Ελλάς», που περιλαμβάνεται στο soundtrack του δεύτερου, αποτελεί ένα από τα κορυφαία δείγματα κινηματογραφικής σύνθεσης στην ιστορία του ελληνικού σινεμά.

Το «Μάνα μου Ελλάς» ντύνει την θρυλική σκηνή του «Ρεμπέτικου»

Από την επόμενη δεκαετία μέχρι σήμερα όμως οι συναντήσεις της λαϊκής μουσικής και του ντόπιου κινηματογράφου σπανίζουν. Βέβαια, από το «Χάραμα» (1994) του πρόωρα χαμένου Αλέξη Μπίστικα μέχρι τη θρυλική σκηνή στο σκυλάδικο «Βιετνάμ» του «Όλα Είναι Δρόμος» (1994) του Παντελή Βούλγαρη, το μπουζούκι πάντα βρίσκει τρόπο να τρυπώσει στην οθόνη. Έτσι και τώρα, το «Ουζερί Τσιτσάνης» μας μεταφέρει στη Θεσσαλονίκη της Κατοχής, με το πεντάγραμμο να έχει ρόλο πολιτισμικού ξεναγού.

Ο νεαρός συνθέτης Θέμης Καραμουρατίδης κάνει το κινηματογραφικό ντεμπούτο του, υπογράφοντας τη μουσική επένδυση της ταινίας και πατώντας σε τρεις διαφορετικούς άξονες. Από τη μια, αποδόμησε τη «Συννεφιασμένη Κυριακή», χτίζοντας από την αρχή τη μελωδία της κομμάτι-κομμάτι μέσα στην ταινία, ενώ επιμελήθηκε την επανεκτέλεση τραγουδιών του Τσιτσάνη με τις φωνές των πρωταγωνιστών και έγραψε πρωτότυπη μουσική. «Η πρωτότυπη μουσική ήταν αυτή που με δυσκόλεψε πιο πολύ, γιατί έπρεπε να σταθεί δίπλα στις μελωδίες του Τσιτσάνη χωρίς να τις ανταγωνίζεται ή να τις μιμείται», μας αποκάλυψε ο ίδιος. Οι υπόλοιπες πενιές στην οθόνη...

Περισσότερες πληροφορίες

Ουζερί Τσιτσάνης

1
  • Δραματική
  • 2015
  • Διάρκεια: 116 '
  • Μανούσος Μανουσάκης

Στη γερμανοκρατούμενη Θεσσαλονίκη του 1942 ο Γιώργος δουλεύει μαζί με το γαμπρό του Βασίλη Τσιτσάνη σε ένα δικό τους ουζερί. Θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί την Εστρέα, ο έρωτας μεταξύ ενός χριστιανού και μιας Εβραίας, όμως, είναι απαγορευμένος με κάθε τρόπο. Κι ενώ οι ναζί κλιμακώνουν τις διώξεις τους, οι δυο νέοι θα ζητήσουν τη βοήθεια του διάσημου συνθέτη για να μπορέσουν να ξεφύγουν.

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Σινεμά

Την ίδρυση Κρατικής Σχολής Τεχνικών Κινηματογράφου και Οπτικοακουστικών Μέσων ανακοίνωσε το Υπουργείο Πολιτισμού

Το ΑΠΘ αναλαμβάνει την ανάπτυξη προγραμμάτων σπουδών για το σχεδιασμό του νέου πανεπιστημιακού ιδρύματος.

ΓΡΑΦΕΙ: ΓΙΑΝΝΗς ΚΑΝΤΕΑ-ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟς
23/04/2024

Οι ανησυχίες της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου για τον ενιαίο φορέα

Βρεθήκαμε στη συνέντευξη τύπου της ΕΑΚ όπου ακούστηκαν οι βάσιμες επιφυλάξεις των μελών για το νομοσχέδια που αλλάζει το εγχώριο κινηματογραφικό τοπίο.

Ελληνικό box office: Το "Panda" συνεχίζει να... δέρνει

Ενώ ούτε εμφύλιοι πόλεμοι ούτε τρομακτικά βαμπίρ μπορούν να τα βάλουν με τον ανίκητο Πο, τα animation είναι το μοναδικό είδος ταινιών που συνεχίζει να κινητοποιεί το αδρανές εδώ κι ένα μήνα κινηματογραφικό κοινό.

History Projected "Ιστορία και αρχείο": Κινηματογραφικοί διάλογοι ανάμεσα σε Ελλάδα και Γερμανία στο Ινστιτούτο Γκαίτε

Δείτε το 2ο επεισόδιο που περιλαμβάνει δυο ταινίες για το πολυφωνικό, αναγκαίο παρόν κάθε αρχειακής κατασκευής.

Horrorant Film Festival 2024: Φόβος και τρόμος στο Ελιζέ

Με 58 ταινίες από ολόκληρο τον κόσμο και ξεχωριστούς καλεσμένες η horror διοργάνωση επιστρέφει ξανά στο παραδοσιακό σπίτι της.

Οι ταινίες που έρχονται στις αίθουσες την Πέμπτη 25/4

Η Ζεντάγια, οι Unboxholics κι η Αγγελική Παπούλια προσεχώς στις μαρκίζες των κινηματογράφων.

Όλες οι ταινίες που θα δούμε στα σινεμά το καλοκαίρι του 2024

Ανακαλύψτε τους τίτλους που πρόκειται να βρεθούν στις μαρκίζες των θερινών κινηματογράφων τους επόμενους μήνες.