Μπίλι Γουάιλντερ: Ο άνθρωπος που το έκανε όπως ο Λιούμπιτς

Η οσκαρική «Γκαρσονιέρα» και η σικάτη «Σαμπρίνα» επαναφέρουν στο προσκήνιο έναν από τους σημαντικότερους δημιουργούς του κλασικού αμερικανικού σινεμά.

Μπίλι Γουάιλντερ: Ο άνθρωπος που το έκανε όπως ο Λιούμπιτς

«Θα ήθελα να πιστεύω στον Θεό για να τον ευχαριστήσω, αλλά πιστεύω μόνο στον Μπίλι Γουίλντερ. Σας ευχαριστώ λοιπόν, κύριε Γουάιλντερ». Παραλαμβάνοντας το ξενόγλωσσο Όσκαρ του 1993 για το «Μπελ Επόκ», ο Ισπανός σκηνοθέτης Φερνάντο Τρουέμπα μίλησε εκ μέρους αμέτρητων συναδέλφων του. Όλων εκείνων των κινηματογραφιστών οι οποίοι αναζητούν την ιδανική ισορροπία ανάμεσα στο γέλιο και τη συγκίνηση, τη σεναριακή πρωτοτυπία και τη σκηνοθετική ακρίβεια, τον κυνισμό και την τρυφερότητα, την κοινωνική ματιά και την ψυχολογική προσέγγιση, την εμπορική επιτυχία και την καλλιτεχνική καταξίωση. Επιτεύγματα που έχουν καταφέρει μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού δημιουργοί, ανάμεσά τους κι ο κορυφαίος στιλίστας της κομεντί και του νουάρ Μπίλι Γουάιλντερ, βραβευμένος με έξι Όσκαρ.

«Σκέψου πώς θα το έκανε ο Λιούμπιτς»

Γεννημένος το 1906 σε μια κωμόπολη της σημερινής Πολωνίας από Αυστριακούς εβραϊκής καταγωγής, ο Σάμουελ Γουάιλντερ αναζήτησε την επαγγελματική τύχη του στο Βερολίνο, όπου δούλεψε ως δημοσιογράφος και… ταξιτζής. Από το 1929 αρχίζει να γράφει σενάρια και μόλις οι ναζί καταλαμβάνουν την εξουσία, φτάνει μέσω Παρισιού στο Χόλιγουντ, υπογράφοντας το 1935 συμβόλαιο με την Paramount.

«Το σπουδαιότερο δώρο του Γουάιλντερ στο αμερικανικό σινεμά ήταν η ευφυΐα», έγραψε εύστοχα ένας κριτικός, κάτι που ο Ευρωπαίος auteur θα αποδείξει πολύ γρήγορα, συνεργαζόμενος με τον Τσαρλς Μπράκετ στο σενάριο της κομεντί «Bluebeard’s Eighth Wife», σε σκηνοθεσία Ερνστ Λιούμπιτς. Ενός δημιουργού τον οποίο λάτρευε (στο γραφείο του είχε για χρόνια καδραρισμένο το μότο «σκέψου πώς θα το έκανε ο Λιούμπιτς») και τον οποίο εντυπωσίασε με την κομψότητα και την ευστροφία με την οποία χειρίστηκε μια τυπική σκρούμπολ κωμωδία.

Μπίλι Γουάιλντερ: Ο άνθρωπος που το έκανε όπως ο Λιούμπιτς - εικόνα 1
Ο Μπίλι Γουάιλντερ στα πρώτα χολιγουντιανά χρόνια του

Η συνεργασία του Γουάιλντερ με τον αντίθετο ως χαρακτήρα και συντηρητικότερο ως άνθρωπο Τσαρλς Μπράκετ θα αποδειχτεί μια από τις πλέον καρποφόρες του χολιγουντιανού σινεμά. Μια δημιουργική συνύπαρξη με πολλές εντάσεις, κάτι που ο Γουάιλντερ προτιμούσε από την απόλυτη συμφωνία δύο σεναριογράφων που δεν αμφισβητεί ο ένας τις ιδέες του άλλου. Από το 1939 έως το 1941 το παραγωγικό δίδυμο θα συνυπογράψει άλλα έξι σενάρια, ανάμεσά τους και τις τρεις πρώτες οσκαρικές υποψηφιότητες του Γουάιλντερ: την «Νινότσκα» του Λιούμπιτς, παρθενική κωμωδία της Γκρέτα Γκάρμπο, το ερωτικό δράμα «Hold Back the Down» και την απολαυστική σκρούμπολ κωμωδία «Ball of Fire» του Χάουαρντ Χοκς, με τους Μπάρμπαρα Στάνγουικ και Γκάρι Κούπερ.

Πίσω από την κάμερα

Η σκηνοθετική καριέρα του Γουάιλντερ θα ξεκινήσει με την κωμωδία παρεξηγήσεων «The Major And the Minor» (1942), ένα διασκεδαστικότατο ερωτικό παιχνίδι μεταμφιέσεων (αγαπημένο του μοτίβο), εξαπάτησης και αλληγορικής ενηλικίωσης με τους Τζίντζερ Ρότζερς και Ρέι Μίλαρντ. Οι μεταμφιέσεις και οι πλαστές ταυτότητες θα αποκτήσουν όμως δραματική χροιά στο «Five Graves to Cairo» (1943), μια σκηνοθετημένη με ένταση και σασπένς πολεμική περιπέτεια, όπου ο Έριχ φον Στροχάιμ κερδίζει τις ερμηνευτικές εντυπώσεις ως στρατάρχης Ρόμελ.

Μπίλι Γουάιλντερ: Ο άνθρωπος που το έκανε όπως ο Λιούμπιτς - εικόνα 2
Η Όντρεϊ Χέπμπορν ως «Σαμπρίνα», μήλο της έριδος ανάμεσα στους Γουίλιαμ Χόλντεν και Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ

Η ταινία θα αποσπάσει τρεις υποψηφιότητες για Όσκαρ και ο Γουάιλντερ νιώθει πλέον έτοιμος να αναμετρηθεί με ένα απαιτητικό υλικό όπως το «Με Διπλή Ταυτότητα» (1944). Ένα μυθιστόρημα του Τζέιμς Κέιν, το οποίο λόγω του πουριτανικού κώδικα Χέιζ θεωρείτο μη κινηματογραφήσιμο. Ακόμα και ο Μπράκετ φοβήθηκε να εμπλακεί στη διασκευή του, για την οποία ο Γουάιλντερ κατέφυγε στον Ρέιμοντ Τσάντλερ. Η συνεργασία τους ήταν άκρως επεισοδιακή, αλλά εκείνος κατάφερε να αξιοποιήσει δημιουργικά τον δύστροπο, αλκοολικό συγγραφέα, συνυπογράφοντας ένα από τα σκοτεινότερα, κυνικότερα, ψυχολογικά και κοινωνικά διεισδυτικότερα φιλμ νουάρ της κινηματογραφικής ιστορίας. Με την Μπάρμπαρα Στάνγουικ ως αρχετυπική femme fatale και σκηνοθετημένο με ένα στιλ επηρεασμένο από τον γερμανικό εξπρεσιονισμό (αιχμηρά κοντράστα, έντονες φωτοσκιάσεις, βενετσιάνικες περσίδες), όπου, όπως σοφά επισημάνθηκε, «το «Γεράκι της Μάλτας» συναντά τον «Πολίτη Κέιν».

Η «Γκαρσονιέρα» (1960) είναι η πλέον ισορροπημένη ταινία του σκηνοθέτη ανάμεσα σε χιουμοριστικούς και δραματικούς τόνους, με απόλυτα μοντέρνα περιγραφή χαρακτήρων, ιδιοφυείς ψυχολογικές παρατηρήσεις και μια πικρή κριτική στη διφορούμενη ηθική στάση του πρωταγωνιστή του.

Ο καλλιτεχνικός θρίαμβός του θα σπρώξει τον Αυστριακό εμιγκρέ σε μια εξίσου τολμηρή ταινία κοινωνικού ρεαλισμού και την πρώτη χολιγουντιανή παραγωγή που διαπραγματεύεται ανοιχτά το θέμα του εθισμού. Η κινηματογραφική ειλικρίνεια του «Χαμένου Σαββατοκύριακου» (1945) αιφνιδίασε με τον ντοκιμαντερίστικο νατουραλισμό της και με τη δραματική ωριμότητα με την οποία αντιμετωπίζει το αυτοκαταστροφικό πάθος του αλκοολικού ήρωά της (Ρέι Μίλαρντ), παρά το συμβιβαστικό φινάλε που επιλέγει. Αποδείχτηκε εμπορική επιτυχία, κερδίζοντας το Μεγάλο Βραβείο των Κανών και Όσκαρ καλύτερης ταινίας, διασκευασμένου σεναρίου, σκηνοθεσίας και α΄ αντρικού ρόλου.

Μπίλι Γουάιλντερ: Ο άνθρωπος που το έκανε όπως ο Λιούμπιτς - εικόνα 3
Η Νόρμα Ντέσμοντ (Γκλόρια Σουάνσον) είναι έτοιμη για το κλόουζ απ της στη «Λεωφόρο της Δύσης»

Ο Γουάιλντερ έχει πλέον καταξιωθεί ως ένας εκ των κορυφαίων χολιγουντιανών δημιουργών, η φιλμογραφία του οποίου θα εναλλάσσει στο εξής ανάλαφρες, κωμικές και πικρά δραματικές, κυνικότατες ματιές πάνω σ’ έναν κόσμο χωρίς ηθικές αξίες και (ουμανιστική) ιδεολογία. Οι κομεντί του, από το πικάντικο και πολιτικά αιχμηρό «A Foreign Affair» (1948) με τη Μάρλεν Ντίτριχ και το «Εφτά Χρόνια Φαγούρα» (1955), το οποίο μετέτρεψε το άσπρο φόρεμα της Μέριλιν Μονρόε σε κομμάτι της ποπ κουλτούρας, έως τα ρομαντικά «Σαμπρίνα» (1954) και «Έρωτας το Απόγευμα» (1957), όπου η Όντρεϊ Χέπμπορν ερωτεύεται τους Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ και Γκάρι Κούπερ, αντίστοιχα, επιτίθενται με σικάτη ειρωνεία στην επικρατούσα μικροαστική ηθική, διαστρέφοντας, αντιστρέφοντας κι υπονομεύοντας διαρκώς τους κοινωνικά κατεστημένους ρόλους στο ερωτικό παιχνίδι.

Από την άλλη, σκοτεινές και βιτριολικές, οι δραματικές δημιουργίες του θα σοκάρουν το αμερικανικό σινεμά, με πρώτη και καλύτερη τη «Λεωφόρο της Δύσης» (1950), την πιο ειλικρινή, σαρκαστική και νοσταλγική ματιά στα παρασκήνια της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Με αφηγηματικό οδηγό έναν… νεκρό (Γουίλιαμ Χόλντεν), ένα ευφυές και πρωτόφαντο για την εποχή εύρημα, ο Γουάιλντερ θα στήσει ένα περίτεχνο θρίλερ πάνω στους ψυχολογικούς μηχανισμούς της ψευδαίσθησης. Ατομικής, αλλά και μαζικής, αποκαλύπτοντας την πίσω όψη, την ανθρωποφάγα λογική και την εφήμερη λάμψη του λαμπερού χολιγουντιανού παραμυθιού (και του αμερικανικού ονείρου). «I am big! It’s the pictures that got small», δηλώνει πεισματικά η σταρ του βωβού Νόρμα Ντέσμοντ (Γκλόρια Σουάνσον) και το Χόλιγουντ υποκλίνεται στη μεγαλοφυή δεξιοτεχνία του Γουάιλντερ, τιμώντας την με τέσσερις Χρυσές Σφαίρες και τρία Όσκαρ (σεναρίου, σκηνικών, μουσικής για τον Φραντς Γουάξμαν).

Μπίλι Γουάιλντερ: Ο άνθρωπος που το έκανε όπως ο Λιούμπιτς - εικόνα 4
Ο Κερκ Ντάγκλας στο βαθιά υποτιμημένο «Τελευταίο Ατού»

Ασυμβίβαστα πικρή καταγγελία του κιτρινισμού στον Τύπο, το «Τελευταίο Ατού» (1951) που ακολουθεί «ακτινογραφεί» μια κοινωνική πραγματικότητα η οποία από την κορφή (τους opinion leaders) ως τον πάτο (η ψυχολογία του όχλου) είναι κατειλημμένη από απληστία, αμοραλισμό και υποκρισία – διόλου τυχαία η πρώτη εμπορική αποτυχία του Γουάιλντερ. Αντίθετα, το πολεμικό δράμα «Ο Καταδότης του Θαλάμου 17» (1953), όπου η ρεαλιστική απεικόνιση της καθημερινότητας ενός γερμανικού στρατοπέδου αιχμαλώτων συνδυάζεται με χιουμοριστικές πινελιές, θα τον επαναφέρει στο δρόμο των box office hits, κάτι που θα επιβεβαιώσει και το δικαστικό θρίλερ «Μάρτυρας Κατηγορίας» (1957).

The Diamond years

Με καινούργιο σεναριακό συνεργάτη τον ρουμανικής καταγωγής Άι Έι Ελ Ντάιμοντ, ο Γουάιλντερ θα αγγίξει την κωμική τελειότητα πρώτα με το «Μερικοί το Προτιμούν Καυτό» (1959). Ένα περιπετειώδες, ανατρεπτικό, αστείο και απολαυστικό παιχνίδι αντιστροφής των ρόλων αρσενικού και θηλυκού, στηριγμένο στις πολλαπλές έννοιες της μεταμφίεσης που συγκαλύπτει και συγχρόνως απελευθερώνει ένστικτα και επιθυμίες. Στο τέλος, η θρυλική ατάκα «nobody’s perfect» (το κορυφαίο κινηματογραφικό punchline) ολοκληρώνει το απίθανο μπέρδεμα συναισθημάτων και πόθων με τον ευφυέστερο τρόπο, αποκαλύπτοντας αφοπλιστικά όλες τις απρόοπτες διαδρομές της ερωτικής παρόρμησης.

Μπίλι Γουάιλντερ: Ο άνθρωπος που το έκανε όπως ο Λιούμπιτς - εικόνα 5
Η Σούγκαρ και τα... κορίτσια της στο «Μερικοί το Προτιμούν Καυτό»

Ενθουσιασμένος από τη συνεργασία του με τον Τζακ Λέμον (γύρισαν μαζί άλλες έξι ταινίες), ο Γουάιλντερ θα τον ζευγαρώσει πρωταγωνιστικά με την Σίρλεϊ ΜακΛέιν σε μια γλυκόπικρα σοφιστικέ κομεντί όπου ένας υπάλληλος ασφαλιστικής εταιρείας παραχωρεί το διαμέρισμά του για τα ερωτικά ραντεβού των προϊσταμένων. Η «Γκαρσονιέρα» (1960) είναι η πλέον ισορροπημένη ταινία του σκηνοθέτη ανάμεσα σε χιουμοριστικούς και δραματικούς τόνους, με απόλυτα μοντέρνα περιγραφή χαρακτήρων, ιδιοφυείς ψυχολογικές παρατηρήσεις και μια πικρή κριτική στη διφορούμενη ηθική στάση του πρωταγωνιστή του – οπορτουνιστής και θύμα ταυτόχρονα. Παραμένει δε μια από τις ελάχιστες κωμωδίες που έχουν κερδίσει το πολυπόθητο χρυσό αγαλματάκι καλύτερης ταινίας, μαζί με εκείνα της σκηνοθεσίας, του σεναρίου, του μοντάζ και των σκηνικών.

Είναι επίσης και το τελευταίο αριστούργημα του Γουάιλντερ, ο οποίος δυσκολευόταν όλο και περισσότερο να προσαρμοστεί στις ραγδαίες αλλαγές της δεκαετίας του ’60. Αν και πάντα μπροστά από την εποχή του, παρέμεινε εφεξής αφηγηματικά ακαδημαϊκός, παραδίδοντας μια σειρά κομψών κωμωδιών γεμάτες σεναριακές ιδέες («Ένα Δύο Τρία», «Φίλησέ με, Κουτέ», «Τροτέζα», «Ένας Υπέροχος Απατεώνας», «Αβάντι», «Η Πρώτη Σελίδα»), από τις οποίες δεν απουσιάζει ποτέ η κοινωνικά αιχμηρή κριτική.

Μετά την ψυχρή υποδοχή των «Fedora» (1978) και «Τα Φιλαράκια» (1981), όμως, αποφάσισε να αποσυρθεί από τον κινηματογράφο στα 75 του χρόνια. Πριν αφήσει την τελευταία του πνοή στο Λος Άντζελες το 2002, σε ηλικία 96 ετών, πούλησε ένα μεγάλο μέρος της συλλογής του από έργα τέχνης έναντι 32 εκατομμυρίων δολαρίων, είδε τη «Λεωφόρο της Δύσης» να γίνεται μιούζικαλ στο Μπρόντγουεϊ και ενδιαφέρθηκε έντονα για τη μεταφορά της «Λίστας του Σίντλερ» στην οθόνη, γράφοντας ένα συγχαρητήριο γράμμα στον Σπίλμπεργκ όταν είδε την ταινία.

Περισσότερες πληροφορίες

Η Γκαρσονιέρα

The Apartment
5
  • Κωμωδία
  • 1960
  • Διάρκεια: 125 '
  • Μπίλι Γουάιλντερ

Ο Μπαντ Μπάξτερ, υπάλληλος σε μια μεγάλη ασφαλιστική εταιρία, καλοπιάνει τους ανωτέρους του δανείζοντάς τους το διαμέρισμά του για τις «διακριτικές» ερωτικές στιγμές τους. Τα πράγματα όμως θα περιπλακούν όταν συναντήσει τη Φραν, την ερωμένη του μεγάλου αφεντικού, την οποία ερωτεύεται.

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Σινεμά

Οι Αντίπαλοι

Σεναριακό υπόδειγμα αθλητικού (μελο)δράματος πάνω στις απρόβλεπτες διαδρομές των ανθρώπινων επιθυμιών. "Χορογραφημένο" με ερωτική ένταση και σκηνοθετημένο με φλασάτη, βιντεοκλιπίστικη αυταρέσκεια.

ΓΡΑΦΕΙ: ΧΡΗΣΤΟς ΜΗΤΣΗς
25/04/2024

Ζωντανό Πνεύμα

Δύο κόσμοι και τρεις γενιές συγκρούονται σε ένα δράμα ενηλικίωσης με στοιχεία μαγικού ρεαλισμού, κωμωδίας και θρίλερ, το οποίο, όμως, ασθμαίνει για να βρει την ιδανική ισορροπία.

Ο Τελευταίος Ήρωας

Κουστουριτσική, ξέφρενη και βιτριολική σάτιρα, η οποία βγαίνει απ’ τα νερά της όταν προσπαθεί, αδίκως, να σοβαρευτεί και να περάσει "μηνύματα".

Σούπερ Μάγκι

Σίκουελ ενός διεκπεραιωτικά στημένου αυστραλέζικου animation, το οποίο καταγγέλλει απλοϊκά τους κινδύνους της υπνωτιστικά γοητευτικής νέας εικονικής πραγματικότητας.

Ο Μύλος και ο Σταυρός

Με κάδρα που παραπέμπουν σε πίνακες της φλαμανδικής και της ολλανδικής σχολής, ο Μαγιέφσκι στήνει μια οπτικά μεγαλοπρεπή αλληγορία πάνω στην τέχνη, την αληθινή ζωή και την ανθρώπινη μισαλλοδοξία.