
Κάνουμε #cinematherapy βλέποντας ταινίες που χαλαρώνουν, φτιάχνουν το κέφι και πάνε κόντρα στην κλειστοφοβική διάθεση.
Παρόν στις περισσότερες λίστες με τις καλύτερες βρετανικές κωμωδίες του 21ου αιώνα, το βραβευμένο με BAFTA σκηνοθετικό ντεμπούτο του Κρις Μόρις «Four Lions» (2010) δεν έφτασε παραδόξως ποτέ ως τις ελληνικές αίθουσες. Αντιθέτως, πολύ λογικά δεν έκανε πρεμιέρα στις περισσότερες μουσουλμανικές χώρες του κόσμου, καθώς επιχειρεί μια μετωπική επίθεση στον ισλαμικό φονταμενταλισμό, αλλά και κάθε είδους φανατισμό που εμποδίζει τους ανθρώπους να συνδιαλλαγούν πολιτισμένα και να συνυπάρξουν ειρηνικά.

Η βασική κωμική πηγή έμπνευσης της ταινίας είναι οι τέσσερις πρωταγωνιστικοί χαρακτήρες της, οι οποίοι σχεδιάζουν ένα τρομοκρατικό χτύπημα στο έδαφος της Μεγάλης Βρετανίας. Σαν να έχει όμως αποδράσει από ταινία των αδελφών Κοέν, αυτό το βλακώδες κουαρτέτο δεν μπορεί να οργανώσει ούτε τα τζιχαντιστικά στοιχειώδη, ξεπερνώντας σε (επαναστατική) αφέλεια και τον Φόρεστ Γκαμπ. Η εναρκτήρια σκηνή, όπου η πρόβα για το βιντεογραφημένο μήνυμα της επίθεσης διακόπτεται διαρκώς από αυτοσχέδιες γκάφες και ηλίθιους αυτοσχεδιασμούς, είναι απλά η αρχή.
Θα ακολουθήσει μια ατέλειωτη σειρά από προσπάθειες – και ισάριθμα ξεκαρδιστικά γκαγκς – να μπει σε τάξη η τρομοκρατική διαδικασία, αλλά τόσο το ταξίδι εκπαίδευσης δυο μελών στο Πακιστάν όσο και η κατασκευή της βόμβας θα στεφτούν με παταγώδη αποτυχία, ενώ σκληρή διαφωνία υπάρχει για την επιλογή του στόχου, όπου ανάμεσα στις ισχυρότερες υποψηφιότητες προς ανατίναξη είναι το ίντερνετ(!) και ένα… τζαμί.
Κωμικός ηθοποιός, σεναριογράφος και σκηνοθέτης της τηλεόρασης («Black mirror», «The day today», «Bras eye»), ο Κρις Μόρις υποστηρίζει μια έντονα πολιτικοκοινωνική σάτιρα, βάζοντας εδώ στο στόχαστρό του το θεοκρατικό δογματισμό και τη βρετανική αποικιοκρατική νοοτροπία. Σαρκάζει την ανικανότητα των δυο κόσμων να αλληλοκατανοηθούν, ειρωνεύεται τη γοητεία της βιντεογκεϊμ-ίστικης βίας, θολώνει τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σ’ έναν αθεράπευτα ανόητο κι έναν ηρωικό μάρτυρα.
Αν και πατάει διαρκώς στην ίδια κωμική νότα, ανακυκλώνοντας την απύθμενη ανικανότητα των πρωταγωνιστών του, οι ιδέες του αποδεικνύονται ανεξάντλητες. Χαρίζοντας δε τον τελευταίο λόγο στον πλέον λογικό και ρομαντικό της παρέας (ο πρώτος μεγάλος ρόλος του Ριζ Αχμέντ), κορυφώνει το αγωνιώδες φινάλε της πρωτότυπης τρομο-κωμωδίας του με πικρή μελαγχολία και υπογραμμίζει το πλήρες αδιέξοδο όλων των ανάλογων πολιτικών πρακτικών.
Βρείτε όλες τις must see ταινίες για την καραντίνα εδώ.