Κι όμως... Οι Γερμανοί άργησαν (από το 2008 είχαν να δουν ταινία στο διαγωνιστικό πρόγραμμα), αλλά επανήλθαν με μια πικρή και βαθιά ανθρώπινη κομεντί που ξεσήκωσε την Κρουαζέτ.
Μετά τη μουδιασμένη γαλλόφωνη αρχή («Rester Vertical», «Ma Loute»/«Slack Bay»), το φεστιβάλ ανέβασε ταχύτητα με μερικές πολύ ενδιαφέρουσες και πολύ διαφορετικές μεταξύ τους επιλογές. Όπως το γυρισμένο στις ΗΠΑ «American Honey» της Βρετανίδας Άντρεα Άρνολντ («Red Road», «Fish Tank»), ένα μεγάλο σε διάρκεια και κάπως ασυμμάζευτο road movie, με πολύ ιδιαίτερη προσέγγιση στο αμερικανικό τοπίο, πρωτότυπη κριτική στην κουλτούρα της επιχειρηματικής επιτυχίας (ένα μάτσο μεταχίπις losers δουλεύουν ως πλασιέ περιοδικών) και άπαιχτο χιπ χοπ – ροκ – dance σάουντρακ. Κατόπιν η «Υπηρέτρια» («Agassi»), ένα ερωτικό θρίλερ εποχής που σηματοδοτεί την επιστροφή του Κορεάτη Παρ ΤσανΓουκ («Oldboy») στην παλιά του φόρμα, όπου χιούμορ, βία και καυτό σεξ ισορροπούν με διασκεδαστική δεξιοτεχνία πάνω σε ένα καλογραμμένο, παιχνιδιάρικο σενάριο.
Και τέλος το «Toni Erdman» της Μάρεν Άντε, το χρονικό της σχέσης ενός παλιμπαιδίζοντα πατέρα 60 χρονών με την καριερίστα κόρη του, η οποία δουλεύει ως υψηλό στέλεχος μιας πολυεθνικής στο Βουκουρέστι. Με οξυδέρκεια, κοφτερό σαρκασμό και αποφυγή κάθε αναγνωρίσιμου κλισέ στην ψυχολογική περιγραφή των χαρακτήρων, η Γερμανίδα σκηνοθέτιδα ανατρέπει όλα τα εύκολα κινηματογραφικά δεδομένα που κουβαλά ένα φεστιβαλικό κοινωνικό δράμα.
Δυο γενιές, δυο στάσεις ζωής και δυο ολόκληροι κόσμοι έρχονται σε γλυκιά αντιπαράθεση και καταλήγουν σε πικρή σύμπλευση, μέσα από μια ταινία – έκπληξη που έπιασε απροετοίμαστους κοινό και κριτικούς, «αναγκάζοντας» τους τελευταίους να χειροκροτήσουν αυθόρμητα δυο φορές κατά τη διάρκεια και παρατεταμένα στο τέλος της δημοσιογραφικής προβολής. Προσωρινό φαβορί για το Χρυσό Φοίνικα, το «Toni Erdman» διόλου τυχαία προηγείται στη μέχρι στιγμής βαθμολογία των κριτικών που δημοσιεύει τόσο το ημερήσιο αγγλόφωνο «Screen International» (με 3,8/4, μπροστά από το «Sieranevada» του Κρίστι Πουίου), όσο και το γαλλόφωνο «Film Francais» (ακολουθούν το «Ma Loute» του Μπρουνό Ντιμόν και το «Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ» του Κεν Λόουτς).
Εκτός διαγωνιστικού, η μεγάλη ταινία των παραλλήλων τμημάτων είναι αναμφίβολα το «Neruda» του Πάμπλο Λαραΐν. Μια εξαιρετικά ανατρεπτική και πολυεπίπεδη βιογραφία του νομπελίστα Χιλιανού ποιητή από το σκηνοθέτη του «No», ο οποίος μας δήλωσε πας «αντί για μια ταινία για τον Νερούδα, προτίμησα να κάνω μια ταινία στο πνεύμα του Νερούδα (a neroudian film)». Και γιατί δεν βρίσκεται στο διαγωνιστικό τμήμα, τον ρωτήσαμε. «Εμείς κάνουμε ταινίες, άλλοι κάνουν την επιλογή», απάντησε χαμογελώντας. Στο «Ένα Κάποιο Βλέμμα» και στο «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών», αντίστοιχα, προβλήθηκαν δυο μικρού βεληνεκούς, αλλά ιδιαίτερου ενδιαφέροντος φιλμ πάνω στους πολύπαθους σύγχρονους οικογενειακούς δεσμούς. Πρόκειται για το ανατολίτικων ρυθμών και υπόγειας ανησυχίας «Harmonium» του Γιαπωνέζου Κότζι Φουκάντα και το καθαρά δραματικό, εσωτερικών χώρων «Οικονομία Ενός Ζευγαριού» του Βέλγου Γιοακίμ Λαφός («Μετά τη Λογική»), με την Μπερενίς Μπεζό και τον – εξαιρετικό – Σεντρίκ Καν.
Η μεγάλη ατραξιόν του Σαββατοκύριακου, πάντως, αποδείχτηκε τελικά κατώτερη των περιστάσεων, αν και το κοινό της επίσημης βραδινής προβολής επεφύλασσε στον ακριβοθώρητο Στίβεν Σπίλμπεργκ μια πεντάλεπτη standing ovation υποδοχή. Το βασισμένο σε βιβλίο του Ρόαλντ Νταλ «The BFG» του, όμως, διατηρεί ελάχιστη από την αφηγηματική μαγεία του μεγάλου κινηματογραφικού παραμυθά, εμφανώς επηρεασμένο από τη διάθεση της παραγωγού Disney να στρογγυλέψει κάθε αιχμή, να γλυκάνει κάθε συναίσθημα και να φωτίσει κάθε σκοτεινή γωνία μιας λίγο παλιομοδίτικης (η καλόκαρδη, συμπονετική βασίλισσα της Αγγλίας και ο γενναίος στρατός της κατατροπώνουν τους ανθρωποφάγους γίγαντες), αλλά συγκινητικής αλληγορίας.