Μετά τον πολυβραβευμένο «Προφήτη» ο Γάλλος δυναμικός σκηνοθέτης επιστρέφει με το «Σώμα με Σώμα», μια σκληρή, ρεαλιστική ερωτική ιστορία που δίχασε το Φεστιβάλ Κανών κι ετοιμάζεται να χαρίσει στη Μαριόν Κοτιγιάρ ακόμη μία οσκαρική υποψηφιότητα.
Τι σας τράβηξε στο διήγημα του Κρεγκ Ντέιβιντσον, το οποίο διασκευάσατε;
Η ατμόσφαιρα και οι «κατεστραμμένοι» χαρακτήρες του. Μια γυναίκα που βλέπει να καταστρέφεται η ζωή της από ένα ατύχημα κι ένας loser που ξεκινάει από το μηδέν. Η ερωτική ιστορία δεν υπάρχει στο βιβλίο, την πλοκή του οποίου αλλάξαμε αρκετά. Αν και η διασκευή που επιχειρήσαμε με τον Τόμας Μπάιντεγκεν («Προφήτης») είναι εντελώς ελεύθερη, νομίζω ότι κατά βάθος παραμείναμε πιστοί στο πνεύμα του Ντέιβιντσον. Αυτό που θέλαμε, πάντως, ήταν να αναδείξουμε την ιδιαίτερη σχέση του Αλί και της Στεφανί σε πραγματικό πρωταγωνιστή του φιλμ.
Η ατμόσφαιρα της ταινίας είναι έντονα ρεαλιστική, η σχέση τους όμως έχει πολλά μελοδραματικά στοιχεία.
Ήθελα να συνδυάσω ακριβώς αυτές τις δύο αντίθετες κινηματογραφικές αισθήσεις για να τονίσω το απρόοπτο και να μην αφήσω τον θεατή εφησυχάσει. Ο καθαρός ρεαλισμός και το απλό μελόδραμα είναι συχνά προβλέψιμα στην εξέλιξή τους είδη, ενώ εγώ ήθελα να υπάρχει αγωνία, εκκρεμότητα. Είχα στο νου μου τις παλιές ταινίες του Τοντ Μπράουνινγκ, τον Τσαρλς Λότον, το «Gun Crazy»… Ταινίες που φλερτάρουν με το μελόδραμα, αλλά έχουν μεγάλη εσωτερική δύναμη και μιλούν για τον έρωτα στα όρια της τρέλας…
Η αλήθεια είναι πως η ερωτική σχέση του Αλί με τη Στεφανί μας παρασύρει, αν και οι δυο τους δεν είναι καθόλου συμπαθείς ως χαρακτήρες.
Είναι άνθρωποι κλεισμένοι στον εαυτό τους, αυτοκαταστροφικοί. Ακόμη κι αν είναι αντιπαθείς, γίνονται συμπαθείς εξαιτίας αυτών που τους συμβαίνουν. Οι ατυχίες τους κάνουν το κοινό να τους δει διαφορετικά και να τους πλησιάσει. Το να ήταν συμπαθείς εξ ορισμού νομίζω ότι είναι βαρετό και μπανάλ. Σε έναν κόσμο γεμάτο αντιθέσεις με ενδιαφέρουν οι άνθρωποι που ζουν στα όρια. Αν κάποιος βγάζει 1 εκατ. ευρώ και θέλει να βγάλει 2, δεν με αφορά. Θέλω να ασχοληθώ με κάποιον που θα δοκιμαστεί πραγματικά σε ένα ταξίδι ζωής, σε μια ψυχολογική οδύσσεια.
Ποιος από τους δύο χαρακτήρες της ταινίας σάς φαίνεται πιο γοητευτικός κινηματογραφικά;
Εννοείται ότι και οι δύο είναι εξίσου σημαντικοί, και οι δύο έχουν μεγάλο δραματικό ενδιαφέρον. Κατά τη γνώμη μου, ο Αλί είναι αυτός που κρατά την κεντρική θέση στην ιστορία, αυτός που είναι ο πιο δυνατός και ταυτόχρονα ο πιο απρόβλεπτος χαρακτήρας. Ξεκινά από τον πάτο – δεν έχει απολύτως τίποτα, είναι ένας αλήτης. Η πορεία του «προς τα πάνω» τον φέρνει πιο κοντά στους άλλους ανθρώπους αλλά και στον ίδιο του τον εαυτό και νομίζω πως είναι δραματικά συναρπαστική. Αυτού του είδους οι τραυματισμένοι ήρωες, οι φαινομενικά νικημένοι, που αντιμετωπίζουν την πρόκληση να αναμετρηθούν με τον εαυτό τους με ενδιαφέρουν πολύ.
Σημαντικό στοιχείο για την επιτυχία της ταινίας είναι η χημεία μεταξύ του Ματίας Σένερτς και της Μαριόν Κοτιγιάρ.
Αποδείχτηκαν ένα απόλυτα ταιριαστό δίδυμο, το οποίο δούλεψε πολύ κατά τη διάρκεια του γυρίσματος. Δεν είχαμε χρόνο να κάνουμε πρόβες και τεχνικά δεν μπορούσαμε να επαναλάβουμε πολλές σκηνές γιατί απαιτούσαν –λόγω των ειδικών εφέ που θα έμπαιναν στη συνέχεια– ειδικό, πολύπλοκο χειρισμό. Παρόλα αυτά έκαναν και οι δύο εξαιρετική δουλειά σε κάθε επίπεδο^ από τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποίησαν ερμηνευτικά το σώμα τους, κάτι που με ενδιαφέρει σε κάθε ρόλο, μέχρι τις απλές χειρονομίες, τα βλέμματα και τις σιωπές τους.