Η ιδέα ακούγεται -και ενίοτε είναι- ενδιαφέρουσα. Για να λειτουργήσει, όμως, και να έχει αξία, υπάρχουν ορισμένες προϋποθέσεις οι οποίες, έχοντας επίγνωση των δυνατοτήτων των περισσοτέρων χώρων εστίασης, σπάνια ικανοποιούνται. Είναι προφανές, ότι πρώτη προϋπόθεση για να λειτουργήσει το project είναι η ύπαρξη ενός πολύ καλού sommelier. Ο εν λόγω ειδικός, οφείλει να γνωρίζει εις βάθος τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά (άρωμα, γεύση) όχι μόνο ενός εξαιρετικά μεγάλου αριθμού κρασιών, αλλά και μπύρας ή cocktails, τα οποία συχνά πλέον παρεισφρύουν σε προτάσεις αυτού του τύπου. Η δεύτερη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη ενός έμπειρου δοκιμαστή – γευσιγνώστη, ο οποίος, σε επίπεδο συνολικής γευστικής αξιολόγησης (φαγητό και κρασί) είναι ο κατ’ εξοχήν ειδικός, σε ό,τι αφορά την επιτυχία του συνδυασμού. Η τρίτη προϋπόθεση, για να αξίζει τον κόπο η δοκιμή (και τα χρήματα, εξυπακούεται), είναι ο ιδιαίτερος χαρακτήρας και η μοναδικότητα των χαρακτηριστικών των κρασιών ή των άλλων αλκοόλ, που κάνουν τον συνδυασμό ενδιαφέροντα.
Αυτό, φυσικά, σημαίνει ότι και τα πιάτα έχουν το ανάλογο επίπεδο. Με βάση όλα αυτά, το συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα: η πρώτη και η τρίτη προϋπόθεση ανταποκρίνονται στο βεληνεκές ελάχιστων εστιατορίων. Όσο για τη δεύτερη, εκεί τα πράγματα δυσκολεύουν ακόμα περισσότερο. Αν λοιπόν σας ενδιαφέρει να ζήσετε μια πραγματική εμπειρία, καλό θα είναι αφ’ ενός μεν να κοιτάξετε ψηλά, προς την κορυφή της εστιατορικής πυραμίδας, και αφ’ ετέρου να κάνετε μια μικρή έρευνα (π.χ. μέσω Internet) σχετική με το prestige και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των κρασιών, που θα γεμίσουν το ποτήρι σας. Στη συνέχεια, συμβουλευθείτε την τσέπη σας ή ακολουθήστε τη φωνή της καρδιάς σας.