Εάν ρωτήσετε τους ασχολούμενους επαγγελματικά με το κρασί, τι άποψη έχουν για την επιστημονική οινολογική έρευνα, θα διαπιστώστε άγνοια. Ορισμένοι μάλιστα δεν φαντάζονται καν’ την ύπαρξη της. Οι μόνοι που γνωρίζουν κάτι γι’ αυτήν είναι οι εκπαιδευτικοί των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, Πανεπιστήμιων και ΤΕΙ, στα οποία διδάσκονται αντίστοιχα μαθήματα. Πρόκειται τελικά (στο μέτρο της ύπαρξης της) για μία γνώση απροσπέλαστη στο ευρύ κοινό και επομένως εκ πρώτης όψεως άχρηστη.
Για να γίνει κατανοητή αυτή η αυστηρή εισαγωγή ας κάνουμε μια μικρή ξενάγηση στον άγνωστο αυτό κόσμο. Όταν λέμε επιστημονική οινολογική έρευνα άρα επιστημονικές δημοσιεύσεις εννοούμε αυτές που γίνονται σε ειδικευμένα διεθνή περιοδικά (ηλεκτρονικά πλέον). Τέτοια υπάρχουν μερικές χιλιάδες και είναι εξειδικευμένα ανά θέμα όπως μπορείτε να διαπιστώστε στη διεύθυνση (http://www.scribd.com/doc/22364684/Impact-Factor-of-Scientific-Magazines).
Για το κρασί αποκλειστικά υπάρχουν μόνον τέσσερα, αν και οι περισσότερες σχετικές με το κρασί και τα αποστάγματα δημοσιεύσεις για επιστημονικές έρευνες γίνονται σε παρεμφερή περιοδικά ή sites μικροβιολογίας, τροφίμων, βιοχημείας ή χημείας. Η ομάδα των ερευνητών που πραγματοποιεί μία έρευνα στέλνει προς δημοσίευση την εργασία της σε κάποιο από αυτά τα περιοδικά με την προσδοκία να γίνει αποδεκτή και να δημοσιευτεί.. Τα περιοδικά αυτά με βάση κάποια ποιοτικά και ποσοτικά κριτήρια, όπως ο αριθμός των δημοσιεύσεων τους που αναφέρονται από άλλους ερευνητές, αποκτούν ένα συντελεστή βαρύτητας, τον περίφημο inpact factor - φετίχ μεταξύ των ερευνητών. Από τον αριθμό και την βαρύτητα των δημοσιεύσεων του κάθε καθηγητή ερευνητή (και όχι από το διδακτικό έργο) εξαρτάται η εξέλιξη και σε ένα βαθμό η χρηματοδότηση του.
Οι κοινοί θνητοί π.χ. οινολόγοι και οινοποιοί που κατά τεκμήριο θα έπρεπε να είναι οι αποδεκτές αυτών των πονημάτων δεν έχουν ελεύθερη πρόσβαση σε αυτές τις δημοσιεύσεις. Πρέπει να τις αγοράσουν με το κομμάτι. Αντίθετα το προσωπικό και οι φοιτητές των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων έχουν πρόσβαση σε ένα μεγάλο μέρος με χρέωση των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Για του λόγου το αληθές επισκεφθείτε την ακόλουθη διεύθυνση (http://www.sciencedirect.com/) πληκτρολογήστε search και αναζητήστε άρθρα με θέμα “wine”. Το αποτέλεσμα θα είναι εντυπωσιακό. Το ερώτημα που προκύπτει είναι εάν οι εν λόγω δημοσιεύσεις έχουν κάποια χρησιμότητα για τους οινολόγους/οινοποιούς για να αποκτήσουν περισσότερες γνώσεις και να κάνουν καλύτερα και περισσότερο ποιοτικά κρασιά. Δυστυχώς στη μορφή που εμφανίζονται στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι κατανοητές μόνον από τους πολύ ειδικούς και μάλιστα του συγκεκριμένου τομέα. Εκ πρώτης όψεως δίνουν την εντύπωση μιας αυτοτροφοδοτούμενης γνώσης που μικρή επίδραση μπορεί να έχει στην πράξη. Στην πραγματικότητα όμως όλη η οινολογική (όπως και η ιατρική) πρόοδος έχει προέλθει από τέτοιου του είδους έρευνα. Η θεματολογία τους δεν αφορά συνήθως τρέχοντα οινολογικά προβλήματα και μόνον σε βάθος χρόνου προκύπτουν δεδομένα που μπορούν να εφαρμοστούν πρακτικά. Για να γίνουν πράξη και να φτάσουν στους οινολόγους/οινοποιούς ακολουθούν το δρόμο που περνάει από τις εταιρείες παραγωγής μηχανημάτων και οινολογικών ουσιών και μέσω αυτών και των προτεινόμενων πρακτικών εφαρμογών μετατρέπονται σε χρήσιμο εργαλείο παραγωγής ποιότητας από τους οινοποιούς.
Ένα επί πλέον εμπόδιο για τους Έλληνες αναγνώστες είναι η αγγλική γλώσσα που ακόμη και αν τη γνωρίζουν άριστα δεν θα μπορέσουν να κατανοήσουν το περιεχόμενο αυτών των δημοσιεύσεων γιατί λείπουν γνώσεις όπως για παράδειγμα η ανάλυση δεδομένων και η κατανόηση των σύγχρονων αναλυτικών μεθόδων. O αριθμός των Ελλήνων καθηγητών που κάνουν και δημοσιεύουν έρευνες, είναι αρκετά μεγάλος και υπάρχουν περισσότερες από 200 τέτοιες δημοσιεύσεις τα τελευταία 20 χρόνια οι οποίες αναφέρονται στον τομέα του κρασιού και του αμπελιού. Όμως είναι εξ ίσου εντυπωσιακό το πως η έρευνα αυτή είναι απομακρυσμένη από θέματα που αφορούν τον ελληνικό αμπελώνα, όπως η προσαρμογή των ελληνικών ποικιλιών, οι διαφορές και η συμπεριφορά των ποικιλιών ανάλογα με την περιοχή στην οποία καλλιεργούνται, η επίδραση της διαδικασίας στα αποτελέσματα της οινοποίησης κ.λ.π. Ευτυχώς υπάρχουν (λιγοστά δυστυχώς) διδακτορικά με παρόμοια θέματα. Έχουμε δει για παράδειγμα επιστημονικές δημοσιεύσεις για τα αρωματικά χαρακτηριστικά του Σοβινιόν αλλά δεν υπάρχει τίποτα αντίστοιχο για τη σημαντικότερη ελληνική ποικιλία, το Σαββατιανό. Αντίθετα οι Αυστραλοί έχουν μελετήσει σε βάθος το υδατικό σοκ και οι Γιαπωνέζοι τις επιπτώσεις από τις υπερβολικές βροχοπτώσεις στα αμπέλια τους.
Πρέπει πάντως να αναγνωρίσουμε ότι η στροφή των Ελλήνων ερευνητών σε θέματα Ελληνικού ενδιαφέροντος θα είχε μεγάλο προσωπικό κόστος γιατί η δημοσιευσιμότητα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης εξαρτάται σημαντικά από τη νεοτερικότητα του θέματος και όχι από το τοπικό ενδιαφέρον. Τα κίνητρα (χρηματοδότηση) θα μπορούσαν να τα δώσουν οι ίδιοι οι Έλληνες παραγωγοί , αλλά φαίνεται ότι κάτι τέτοιο είναι μακριά από τις προθέσεις τους. Από την άλλη μεριά η καθοδήγηση εκ των άνω της έρευνας που θα προέκυπτε εξ αυτού είναι κόκκινη γραμμή (και καλώς) για τους καθηγητές γιατί αποτελεί την πεμπτουσία της ακαδημαϊκή ελευθερίας που προστατεύεται από το νόμο. Τουλάχιστον έπρεπε να υπάρχει η πρόβλεψη, υποχρέωση, να δημοσιεύονται (προφανώς ηλεκτρονικά σε ένα site) και στην ελληνική γλώσσα οι οποίες δημοσιεύσεις θα μπορούσαν να προσφέρουν κάτι στους ενδιαφερόμενους κάθε πλευράς. Κάτι τέτοιο (αν και δεν γίνεται πουθενά αλλού στον κόσμο) θα δημιουργούσε αφ’ ενός μεν την νέα επιστημονική ελληνική γλώσσα και αφ’ ετέρου ένα πολύτιμο αρχείο ή χρησιμοποίηση του οποίου θα μπορούσε να έχει θετικά και ίσως θεαματικά αποτελέσματα για το Ελληνικό κρασί. Ας μην ονειρευόμαστε όμως. Στην Ελλάδα ζούμε.