Follow us

Δημήτρης Χατζημιχάλης

Aπόψεις και ιστορίες Ξεκίνησε να φτιάχνει κρασί από χόμπι και το 1973 αγόρασε το Κτήμα του στην Αταλάντη. Έβγαλε το πρώτο πειραματικό κρασί του το 1979 και το πρώτο εμφιαλωμένο το 1981, ενώ έξι χρόνια αργότερα αποφάσισε να ασχοληθεί με το κρασί επαγγελματικά. Σήμερα είναι από τους μεγαλύτερους οινοπαραγωγούς στην Ελλάδα, με βασικό χαρακτηριστικό του τον έντονα πολιτισμικό τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται το κρασί. Συναντηθήκαμε στο γραφείο του, όπου χωρίς φόβο και με πολύ πάθος –το πάθος του

Δημήτρης Χατζημιχάλης


Παλαιότερα μου είχατε πει πως ένα από τα κίνητρά σας για να ασχοληθείτε με το κρασί ήταν ότι σας άρεσε ιδιαίτερα η φύση και η επαφή μαζί της...
Ναι, η ιδέα της φύσης... Δηλαδή το πώς, ξεκινώντας από τη γη, από το χώμα, από ένα στοιχείο εντελώς πρωτογενές, φτιάχνεις ένα προϊόν που είναι έτοιμο να καταναλωθεί στο τραπέζι μέσα σε ένα μπουκάλι με μία ετικέτα, δηλαδή από τη γη πας μέχρι το τελικό marketing.

Ποια θεωρείτε ότι είναι η σχέση σας με το κρασί; Μέσα από την πορεία που έχετε διαγράψει στο χώρο όλα αυτά τα χρόνια, το αντιλαμβάνεστε ως αντικείμενο ευζωίας;
Για μένα, το κρασί είναι ένα πολιτισμικό αγαθό, είναι ένα από τα τρία κύρια αγροτικά προϊόντα πάνω στα οποία στήθηκε και εδραιώθηκε ο δυτικός πολιτισμός κι ακόμη πιο συγκεκριμένα ο μεσογειακός. Από το τρίπτυχο «λάδι, σιτάρι, κρασί», το τελευταίο είναι για μένα το κυριότερο αγαθό που έδωσε το στίγμα του στο δυτικό πολιτισμό. Για να γίνω καλύτερα αντιληπτός, εάν επεκτείνουμε αυτή την προσέγγιση στον ασιατικό πολιτισμό, το αντίστοιχο του σιταριού είναι το ρύζι, το αντίστοιχο του λαδιού σχεδόν δεν υπάρχει και το τρίτο και κυριότερο που αντιστοιχεί στο κρασί θα τολμούσα να πω ότι είναι το… όπιο. Εάν πάμε τώρα στην Αμερική, εκεί έχουν το καλαμπόκι, το λάδι από καρπούς (σπορέλαια/αραβοσιτέλαια) και την... κοκαΐνη. Λοιπόν αυτοί είναι οι τρεις βασικοί πολιτισμοί σήμερα στον κόσμο.

Άρα έχουμε βρει έναν πιο υγιεινό τρόπο!
(Γελώντας) Κάπως έτσι! Κάντε τώρα τη σύγκριση του κρασιού με όλα τ άλλα. Η κόκα φύεται στα βουνά του Περού –ας πούμε στο Μάτσου Πίτσου– και την έχουν ανάγκη οι άνθρωποι σε πολύ μικρές ποσότητες, ώστε να λειτουργεί καλύτερα ο οργανισμός στο μεγάλο υψόμετρο και να μπορούν να ανεβοκατεβαίνουν ευκολότερα από τις βουνοπλαγιές. Μέχρι εκεί όλα ωραία και καλά. Η χημική επεξεργασία, όμως, αυτού του προϊόντος μάς δίνει την κοκαΐνη. Λοιπόν, να το αντιπαραβάλουμε αυτό με το κρασί: το κρασί, αν και περιέχει αλκοόλ, είναι ένα φυσικό προϊόν κι έχει, ως εκ τούτου, φυσικό αλκοόλ. Για το λόγο αυτό, εγώ δεν το θεωρώ βλαβερό. Βέβαια, σε μεγάλη ποσότητα όλα τα πράγματα μπορούν να γίνουν βλαβερά. Και μια ασπιρίνη μπορεί να γίνει βλαβερή…

Όμως, όταν το πάρουμε και το αποστάξουμε και βγάλουμε αλκοολούχα ποτά υψηλόβαθμα –πάνω από 20 και 30 και 40 βαθμούς– για μένα αυτό είναι σαφώς άλλο προϊόν – γι αυτό εκνευρίζομαι πάρα πολύ όταν αντιμετωπίζουμε το κρασί σαν ένα από τα αλκοολούχα προϊόντα. Το κρασί δεν είναι τέτοιο. Για μένα, το κρασί είναι το πολιτιστικό προϊόν της Μεσογείου που έκανε την ειδοποιό διαφορά απ όλα τα άλλα. Και εάν το αναλύσουμε ακόμη πιο πολύ, θα δούμε ότι πάνω σ αυτό βασίστηκαν δύο θρησκείες: η μία είναι η διονυσιακή λατρεία και η άλλη ο χριστιανισμός.

Όλη η φιλοσοφία του χριστιανισμού είναι βασισμένη πάνω στη γέννηση και το θάνατο. Έτσι, κάθε χρόνο, το αμπέλι φτάνει στο θάνατο όταν κλαδεύεται σχεδόν τελείως και μετά ξαναγεννιέται. Και ο Χριστός ο ίδιος ήρθε κι είπε «πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο εστί το αίμα μου». Τι άλλο θέλουμε; Πώς είναι λοιπόν δυνατόν κάποιοι να το χρησιμοποιούν σαν ένα οποιοδήποτε βιομηχανικό προϊόν και να το βλέπουν αποκλειστικά ως μέσο πλουτισμού;

Δημήτρης Χατζημιχάλης


Δηλαδή το βλέπετε συναισθηματικά. Εάν σας έβγαιναν τρεις κουβέντες αυθόρμητα, τι θα λέγατε ότι είναι το κρασί; Κομμάτι της ζωής σας, κομμάτι της κουλτούρας;
Είναι οπωσδήποτε κομμάτι της κουλτούρας μου, αλλά πιστεύω επίσης ότι είναι και κομμάτι του δυτικού πολιτισμού. Εάν δηλαδή ο δυτικός πολιτισμός φύγει από την κουλτούρα του κρασιού, θα πάψει να διαφέρει από τους πολιτισμούς των άλλων περιοχών και κυρίως της Μέσης Ανατολής. Όσο φεύγουμε από τον πολιτισμό του κρασιού απλώς θα χάνουμε την ταυτότητά μας και θα εκμηδενιστούμε.

Αυτό που σας διαφοροποιεί πολύ είναι ότι βλέπετε το κρασί και μέσα από την εκπαίδευσση-ενημέρωση του καταναλωτή, είτε με τις επισκέψεις στα οινοποιεία που οργανώνετε είτε με την εφημερίδα, τις εκδόσεις, τον Οινέα, τα clubs κι όλες αυτές τις «παράπλευρες» δραστηριότητες… Γιατί τα κάνετε όλα αυτά;
Προσπαθώ, μέσω όλης αυτής της διαδικασίας, να υποστηρίξω αυτά τα οποία πρεσβεύω και αναφέραμε προηγουμένως. Προσπαθώ δηλαδή να δείξω ότι το κρασί έχει μια άλλη κουλτούρα. Και μάλιστα πιστεύω το εξής: ότι ο μεγαλύτερος αναστολέας που θα αποτρέψει τη σημερινή νεολαία από τα ναρκωτικά κι όλα τα βλαβερά πράγματα είναι αυτό καθεαυτό το κρασί. Όχι ως ένα ψυχρό προϊόν –«αντί να πιούμε κρασί ας πιούμε ένα σφηνάκι»– αλλά ως «πολιτισμός του κρασιού». Γι αυτό φτιάξαμε κι ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα για μαθητές Ε΄ και ΣΤ΄ Δημοτικού, για να ’ρθουν τα μικρά παιδιά κοντά στο κρασί, βλέποντάς το όχι ως απλό προϊόν, αλλά ως πολιτισμικό προϊόν. Να αλλάξουμε τον τρόπο αντίληψης.

Πώς λειτουργεί αυτό;
Το πάμε στα σχολεία και προσπαθούμε να εξηγήσουμε και στους δασκάλους την κουλτούρα του κρασιού, ώστε να το δουν και τα παιδιά μ ένα άλλο μάτι. Δηλαδή, δεν χρειάζεται να έρθεις σε ευφορία με άλλου είδους πράγματα, όταν μπορείς να το κάνεις ανώδυνα κι υγιεινά μ ένα ποτηράκι κρασί. Ας μην ξεχνάμε ότι όλη η φιλοσοφία των αρχαίων Ελλήνων αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια των συμποσίων. Τα συμπόσια δεν ήταν ένα απλό φαγοπότι, ήταν μία συνειδητοποιημένη χρήση κρασιού σε μικρές ποσότητες, διότι το ζητούμενο δεν ήταν να φάνε και να πιούνε και να περάσουν καλά. Το ζητούμενο ήταν να απελευθερωθεί το πνεύμα και να μπορέσει να κατεβάσει ιδέες και να ξεφύγει από περιορισμούς. Γι αυτό και το νέρωναν. Άλλωστε, η δουλειά του οινοχόου ήταν να βάλει τόσο νερό στο ποτήρι του καθένα όσο θεωρούσε ότι θα χρειαζόταν ούτως ώστε αυτός να μη μεθύσει. Και τα παιχνίδια τους ήταν παιχνίδια ακριβείας, και οι χοροί επίσης, για να αποδεικνύεται ότι δεν είχαν φτάσει σε σημείο μέθης, αλλά ότι βρίσκονταν σε μια κατάσταση ευφορίας. Χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι δεν μεθούσαν ή ότι δεν γινόντουσαν παρατράγουδα. Αλλά αυτοί που είχαν το γνώθι σ αυτόν είχαν και το γνώθι να σταματήσουν εκεί που έπρεπε. Άλλωστε, ο αλκοολισμός στις μεσογειακές χώρες, όπου κατανάλωναν κυρίως κρασί, ήταν σχεδόν ανύπαρκτος, ενώ στις βόρειες χώρες... Αυτά πρεσβεύω κι αυτές είναι οι ιδέες μου για το κρασί.

Συνδέεται το κρασί με την τέχνη με κάποιον τρόπο;
Η παρασκευή κρασιού είναι αυτή καθεαυτήν μία τέχνη. Οπωσδήποτε η χημεία έχει κάνει μεγάλη πρόοδο κι αντιλαμβανόμαστε πλέον σχεδόν πλήρως τι γίνεται, όμως είναι μία τέχνη το να ρυθμίσεις τους αστάθμητους παράγοντες και όλοι μαζί στο τέλος να σου δώσουν ένα προϊόν. Οι παράγοντες αυτοί είναι πάρα πολλοί: από το πού θα φυτεύσεις το αμπέλι, είναι τι προσανατολισμό θα του δώσεις, τι χώμα θα έχεις, τι ποικιλία θα βάλεις, τι υποκείμενο θα βάλεις, η ηλικία του αμπελιού, η χρήση των βαρελιών, πώς θα κάνεις την οινοποίηση... Όλα αυτά είναι διαφορετικά πράγματα, παράμετροι που δεν μπαίνουν σε αυστηρούς, αλλά μάλλον σε ενός ευρύτερου πλαισίου κανόνες. Και σ όλα αυτά έρχεσαι και βάζεις την προσωπική σου σφραγίδα με την ικανότητά σου να το φτιάξεις. Αν αυτό δεν είναι τέχνη, τι είναι;


Πιστεύετε ότι οι Έλληνες ξέρουν να πίνουν σωστά κρασί; Ποια είναι η άποψή σας;
Εγώ πιστεύω ότι ο Έλληνας ξέρει. Μπορεί ενδεχομένως να μην ξέρει να κάνει σωστή χρήση της «γαλλικής», ας πούμε, κουλτούρας. Όμως, ξέρει να το ευχαριστιέται το κρασί και ξέρει να πίνει. Από εκεί και πέρα, τι του αρέσει και τι δεν του αρέσει είναι θέμα σχετικό και είναι ανάλογο με το τι άλλο έχει δοκιμάσει. Είναι το κλασικό: το βαρελάκι του, το αμπελάκι του, το οποίο το φτιάχνει όπως θέλει εκείνος – κι όντως το φτιάχνει όπως θέλει εκείνος. Έτσι έχει τα αποτελέσματα που θέλει – ή τουλάχιστον τα είχαν μέχρι τώρα όσοι είναι στα χωριά κι ασχολούνται με την παρασκευή κρασιού. Δεν μπορεί βεβαίως να διακρίνει κάποια άλλα πράγματα που μπορούν να διακρίνουν οι εξπέρ, οι γευσιγνώστες, οι άνθρωποι εκείνοι που έχουν εκπαιδευτεί και αυτο-εκπαιδευτεί – δηλαδή να διακρίνει τα αρώματα κ.λπ. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ξέρει.

Για την κατανάλωση του χύμα κρασιού, η οποία είναι ακόμη σημαντική στην Ελλάδα, ποια είναι η γνώμη σας;
Αυτό που λέτε είναι ακόμη μία απόδειξη των όσων αναφέραμε: δηλαδή ο Έλληνας θεωρεί το κρασί ένα αγροτικό προϊόν, ή μάλλον ένα σπιτικό προϊόν, δεν το αντιλαμβάνεται ως κάτι το εκβιομηχανισμένο και γι αυτό πάει στο χύμα. Βεβαίως, με την αστυφιλία και τη μετακίνηση του αγροτικού πληθυσμού προς τα κέντρα, αυτό διαρκώς μειώνεται και γι αυτό προσπαθεί να αναζητήσει το υποκατάστατο. Κι αυτό –όχι τυχαία– σχετίζεται με το Κτήμα Χατζημιχάλη.

Δηλαδή; Με ποιον τρόπο;
Η απάντηση σ αυτό το ερώτημα μας γυρίζει περίπου τριάντα χρόνια πίσω... Όταν ξεκίνησα να φτιάχνω κρασιά, δεν έφτιαξα ένα τυποποιημένο, ένα εκβιομηχανισμένο κρασί. Απλώς έβαλα μέσα σ ένα μπουκάλι το προϊόν ενός συγκεκριμένου κτήματος. Ήμουν ο πρώτος στην Ελλάδα που βγήκα με την έννοια του «Κτήματος». Το τι διάλεξα για να το κάνω αυτό, ποια περιοχή πήρα, αυτά ήρθαν μετά. Αλλά το βασικό ήταν αυτό: ότι πρόσφερα στον Έλληνα ένα προϊόν πολύ κοντά σ αυτά τα οποία ήξερε και πίστευε ότι αντιπροσωπεύουν το καλό και το αγνό. Κι αυτό εξακολουθώ να κάνω και τώρα, ασχέτως εάν έχουν διαμορφωθεί άλλες συνθήκες κι αλλάζει η αγορά. Βέβαια, εμείς αρνούμαστε ακόμα να βγάλουμε πολύ αρωματικά κρασιά. Όχι ότι τα κρασιά μας δεν είναι αρωματικά, αλλά δεν προσπαθούμε το άρωμα να είναι το κύριο χαρακτηριστικό. Για μας, το κρασί παραμένει ένα πολιτισμικό προϊόν, το οποίο είναι φτιαγμένο για να συνοδεύσει ένα φαγητό – να γίνει το πάντρεμα με το φαγητό και να μην υπερκαλύψει το ένα το άλλο. απλώς να κάνει το φαγητό πιο ευχάριστο. Το φαγητό να βοηθήσει το κρασί και το κρασί το φαγητό.

Αυτό που αναφέρατε σχετικά με τα αρώματα παραπέμπει σ ένα φαινόμενο παγκόσμιο: Οι Νέες Χώρες έχουν γεμίσει κρασιά με έντονα αρώματα. Τελικά, πιστεύετε ότι με την παγκοσμιοποίηση το κρασί χάνει ή κερδίζει; Απ’ τη μία φαίνεται να κερδίζει κόσμο, από την άλλη να χάνει σε «άποψη». Ποια είναι η γνώμη σας;
Η άποψή μου είναι ότι το κρασί, όπως εξελίσσεται τώρα με την παγκοσμιοποίηση, χάνει. Χάνει διότι πιέζεται ο κόσμος από τα ΜΜΕ, τα οποία προωθούν –διαφημιστικά– προϊόντα του ανταγωνισμού (κι όταν λέω του ανταγωνισμού εννοώ άλλων ποτών), επειδή θέλουν να αφαιρέσουν από το κρασί το glamour του και να το κάνουν ένα με τα άλλα. Ταυτόχρονα, έρχονται αρωματικά ή αρωματισμένα κρασιά έξω από την ΕΕ που έχουν πολύ μικρότερο κόστος, ενώ έχουν τα στοιχεία του κρασιού. Τώρα, το πώς είναι φτιαγμένα, τι ζάχαρες χρησιμοποιήθηκαν, πώς έγιναν οι διάφορες επεξεργασίες για να γίνουν τόσο αρωματικά, αυτά δεν τα εξετάζει κανείς. Κι από τη στιγμή που η άποψη είναι «δεν με ενδιαφέρει πώς το έφτιαξες αλλά με ενδιαφέρει αυτό που πίνω να με ευχαριστεί», μετά έρχεται η ισοπέδωση του κρασιού. Πώς να σταθεί στην παγκόσμια αγορά το κρασί μη παγκοσμιοποιημένο; Πώς θα μπορέσει δηλαδή ο μικρός παραγωγός από τη Βουργουνδία να συναγωνιστεί σε πωλήσεις το ουίσκι που βομβαρδίζει τους καταναλωτές; Έρχεται στο Κτήμα ο μπολιαστής και την ώρα που μπολιάζει πίνει ουίσκι. Και του λέω: «Βρε παιδί μου, εσύ ζεις από το αμπέλι. Και πίνεις ουίσκι την ώρα που δουλεύεις;» Έτσι, τελικά, το κρασί δεν μπορεί να διατηρηθεί διαφορετικά παρά μόνο μέσω της παγκοσμιοποίησης και της ένταξής του σε αυτή. Αλλά, βέβαια, θα είναι ένα άλλο βιομηχανικό προϊόν και σίγουρα όχι αυτό που ονειρεύομαι.

Υπάρχει τελειότητα στο κρασί;
Υπάρχει τελειότητα στο βασίλειο της γης; Γιατί να υπάρχει τελειότητα στο κρασί; Μην ξεχνάμε ότι το κρασί είναι ένα ατελές προϊόν του ξιδιού… Δηλαδή, εάν αφήσουμε το κρασί να εξελιχθεί και δεν επέμβει ο θεός Διόνυσος ή ο άνθρωπος, θα γίνει ξίδι. Συνεπώς, το τέλειο είναι το ξίδι. Άρα το κρασί είναι εξ ορισμού ατελές, κι αυτή είναι η ομορφιά του.

Πολλές φορές τα κρασιά παίρνουν τα χαρακτηριστικά του οινοπαραγωγού. Με ποιον τρόπο τα κρασιά σας μοιάζουν στις αντιλήψεις σας;
Δεν έχω κάνει αυτή την ψυχο-οινο-ανάλυση. Αλλά, σκεπτόμενος φωναχτά, θα έλεγα ότι τελικά γίνεται από μόνο του. Όσα σας έχω αναφέρει μέχρι τώρα (αναφορικά με τις απόψεις και τις μεθόδους) είναι ειλικρινείς σκέψεις. Και θα έλεγα ότι τελικά αυτό είναι το δικό μου το κρασί: ένα ειλικρινές προϊόν – δεν είναι μασκαρεμένο και νομίζω ότι αυτό βγαίνει.


Τα τελευταία χρόνια αρχίσατε να φτιάχνετε κρασιά από αμπελοτόπια. Ήταν για να τονίσετε τη σπουδαιότητα του αμπελοτοπιού;
Ανέκαθεν κάναμε κρασιά από αμπελοτόπια. Το θέμα είναι ότι τώρα τα φτιάχνουμε πιο συστηματοποιημένα. Δηλαδή, τι εννοώ: ένα κρασί έχει μία πολυπλοκότητα. Ο πιο κοινός τρόπος για να πάρεις αυτή την πολυπλοκότητα είναι συνδυάζοντας διάφορες ποικιλίες. Μπορείς, όμως, να το κάνεις και χρησιμοποιώντας διαφορετικά αμπελοτόπια. Άλλο κρασί θα δώσει ένα αμπελοτόπι με Χ προσανατολισμό, χαμηλό υψόμετρο και συγκεκριμένη καλλιεργητική φροντίδα κι άλλο ένα αμπελοτόπι με άλλο προσανατολισμό και υψόμετρο. Εμείς τα λαμβάνουμε όλα αυτά υπόψη και φτιάχνουμε είτε μεμονωμένα κρασιά είτε μείγματα.

Τεχνικά, το Κτήμα Χατζιμηχάλη πόσα στρέμματα έχει και σε πόσες περιοχές;
Στην Αταλάντη, στη Λοκρίδα και στην κοιλάδα της Αταλάντης (δηλαδή στο γεωγραφικό κομμάτι που σχηματίζεται από το όρος Χλωμό, το όρος Κνημίδα, τον Παρνασσό και τη θάλασσα) έχει περίπου 2.200 στρέμματα, όλα ιδιόκτητα και με αρκετές ποικιλίες: όλες τις επιτρεπόμενες, οι οποίες είναι περίπου 20 στην περιοχή, καθώς και ορισμένες πειραματικές.

Έχετε κάποια σχέδια για καινούργια κρασιά;
Ναι, έχουμε εδώ και τρία χρόνια συνεργασία με τον Κυριάκο Κυνηγόπουλο, ο οποίος είναι διεθνώς καταξιωμένος οινολόγος με διακρίσεις σε Ευρώπη και παγκοσμίως, και περιμένουμε τα πρώτα κρασιά αυτής της συνεργασίας να βγουν το 2008. Ορισμένα θα είναι καινούργια, με νέες ετικέτες, ορισμένα θα είναι υπάρχοντα που θα έχουν κάποιες αλλαγές κι ορισμένα δεν θα τα πειράξουμε καθόλου. Πάντως, αποτέλεσμα της συνεργασίας Κυνηγόπουλου θα αρχίσει να φαίνεται με τα κρασιά του τρύγου του 2005 που θα κυκλοφορήσουν μέσα στο 2008, ενώ τα πιο αντιπροσωπευτικά θα έρθουν μετά από 2-3 χρόνια ακόμη.

Εάν μιλούσαμε για το θέμα της παρουσίας του ελληνικού κρασιού στο εξωτερικό, σε ποιο σημείο βρισκόμαστε;
Βρισκόμαστε σ ένα προβληματικό σταυροδρόμι στο οποίο δεν μπορούμε να αποφασίσουμε τι θα κάνουμε. Τα δεδομένα είναι: τα κρασιά του Νέου Κόσμου, η τεχνολογία του Νέου Κόσμου, η Ευρώπη με τις 3-4 χώρες (Γαλλία, Ισπανία, Ιταλία, Πορτογαλία) που έχουν βρει το δρόμο τους, και εμάς που ακόμη τον ψάχνουμε και δεν ξέρω εάν θα μπορέσουμε να τον βρούμε… Γιατί, και να γίνει κάποια πρόταση, όπως η προσπάθεια που γίνεται τώρα μέσω του ΣΕΟ και της Διαεπαγγελματικής για ένα ενιαίο σχέδιο στρατηγικής, δεν χρειάζεται να πειστούν μόνο οι οινοποιοί να το ακολουθήσουν. Πρέπει και οι αμπελουργοί να πειστούν για το τι ποικιλίες να φυτεύουν. Το θέμα όμως είναι ότι εκείνοι ζουν με το μεροκάματο του αμπελιού, δεν μπορούν δηλαδή να κάνουν τέτοιες αλλαγές στα αμπέλια τους, οι οποίες να είναι πειραματικές, διακινδυνεύοντας το πώς θα θρέψουν τις οικογένειές τους. Και, βεβαίως, πρέπει να αλλάξει και η νοοτροπία των δημόσιων υπηρεσιών. Εάν αυτοί οι τρεις παράγοντες, καθώς επίσης κι οι εξωγενείς, όσοι δηλαδή δεν έχουν άμεση σχέση με την παραγωγή, δηλαδή οι σομελιέ και οι δημοσιογράφοι, δεν συμφωνήσουν με αυτό και δεν το πιστέψουν, τότε, όπως αντιλαμβάνεστε, δεν μπορεί να γίνει κάτι.

Δηλαδή για να βγει η Ελλάδα στο εξωτερικό…
…θα πρέπει να έχουμε μία κοινή πολιτική και κάποιο διαφοροποιό στοιχείο πάνω στο οποίο μπορεί να βασιστεί το ελληνικό κρασί και να πει ότι «εγώ διαφέρω από τους άλλους, διότι έχω αυτό». Κι αυτό δεν υπάρχει.

Ούτε οι αμιγώς ελληνικές ποικιλίες;
Αυτό είναι αστείο, δεν το πιστεύω καθόλου αυτό. Δηλαδή ποικιλίες που έχουν αποδεδειγμένα αποτύχει στο εξωτερικό τα τελευταία πενήντα χρόνια πώς να τις αναστήσεις; Κι αν πάει να μπει μία καινούργια ποικιλία, θα κανιβαλιστεί από τους ίδιους που τη βγάλανε. Όπως έγινε με το Μοσχοφίλερο. Και εάν υπάρχει ποικιλία με την οποία θα μπορούσε κάτι να γίνει, θα την «κλειδώσουν», όπως γίνεται με τη Ρομπόλα.

Πριν από χρόνια, η Louis Vuitton επένδυσε στο Chateau d’ Yquem. Πιστεύετε ότι τέτοια παντρέματα ευνοούν το κρασί;
Η Louis Vuitton είχε κάνει επενδύσεις εδώ και 12 χρόνια και στην Αργεντινή, σε μια περίοδο όπου η αμπελοκαλλιέργεια εκεί ήταν στα σπάργανα και η παραγωγή κρασιού αγέννητη. Πριν από λίγες ημέρες ξαναβρέθηκα εκεί, στη Mendoza, και συνειδητοποίησα ότι εκεί που εκτιμούσα ότι η Αργεντινή θα χρειαζόταν μία εικοσαετία για να μας φτάσει, τώρα θεωρώ ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί καμιά δεκαετία για να φτάσει την Αργεντινή. Πώς συνέβη αυτό; Επειδή πήγαν οι ξένοι και επένδυσαν. Και ξέρετε γιατί επένδυσαν; Διότι βρήκαν το διαφοροποιό στοιχείο που θα αναδείξει τα κρασιά της Αργεντινής. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει κανένας να αναδείξει το δικό μας. Παρότι συπάρχει.

Ποιο είναι;
Εγώ δεν το λέω. Δεν έχει και νόημα. Στην Ελλάδα, αντί να ψάξουμε να βρούμε τα στοιχεία, να αναδείξουμε τα κρασιά μας και να φέρουμε τους ξένους εδώ, ώστε να έχουμε την έξωθεν καλή μαρτυρία, καθιστώντας σαφές ότι η Ελλάδα είναι καλός τόπος για να φτιάχνεις κρασί, πάμε να αποδείξουμε ότι ο α, β, γ οινολόγος είναι καλός στο να φτιάχνει κρασί τόσο στην Ελλάδα όσο και αλλού. Αυτό θα είναι η καταστροφή του ελληνικού κρασιού. Αυτή η «ελληνοποίηση». Γιατί, εάν οι επώνυμοι διατείνονται ότι μπορούν έξω να κάνουν εφάμιλλα ή και καλύτερα «ελληνικά» κρασιά (και μάλλον καλύτερα, γιατί εάν ήταν εφάμιλλα δεν θα πήγαιναν), τότε αυτό θα είναι το τέλος του ελληνικού κρασιού, κι ας με κατηγορήσουν για Κασσάνδρα. Κι όσο πιο επώνυμοι είναι τόσο μεγαλύτερη ζημιά κάνουν. Εγώ προσπαθώ να κάνω το αντίθετο: να πείσω κάποιον ξένο να έρθει να οινοποιήσει στην Ελλάδα.

Επίσης...

Κρασί και BBQ: συνδυασμός φωτιά

Όταν σκεφτόμαστε barbeque, το μυαλό μπορεί αυτομάτως να ταιριάζει τα ζουμερά κρεατικά με την εικόνα μιας παγωμένης μπύρας να ιδρώνει πλάι τους. Στην πραγματικότητα, όμως, το βουτυράτο καραμέλωμα με το οποίο προικίζεται το κρέας απ’ το λίπος του κι η μυρωδάτη κάπνα που παίρνει μαζί του απ’ τα κάρβουνα, στήνουν ιδανικό καμβά για πεντανόστιμα οινικά παντρέματα, που μπορούν να ξεκλειδώσουν νέους γευστικούς ορίζοντες. Αρκεί να βρούμε τα σωστά κλειδιά!

Περισσότερα από

Κρασί

Τα οινικά αστέρια των Χρυσών Σκούφων 2022

Tο Κτήμα Γεροβασιλείου έφερε αρωματική και γευστική φινέτσα στο dinner de gala, με τις πιο εκλεκτές ετικέτες του να συμπληρώνουν τις σπουδαίες γεύσεις της μοναδικής βραδιάς.

Πάστα και κρασί: μια σχέση αγάπης

Από τη μακαρονάδα «της στιγμής» στο σπίτι, ως τις «γευστικές-creatίοns» των καλών ιταλικών εστιατορίων, η καρδιά και ο ουρανίσκος των Ελλήνων συγκινείται πάντοτε στη θέα, την οσμή, την ιδέα της πάστα. Και τι καλύτερο, τι πιο γαργαλιστικό για να την συνοδεύσει, από ένα καλό μπουκάλι κρασί; Ιδίως αν είναι, βέβαια, το σωστό μπουκάλι κρασί.

Κέικ Κρασιού

Πώς θα φτιάξεις κέικ κρασιού.

Σουπιές Κρασάτες στο Φούρνο

Η συνταγή για σουπιές κρασάτες στο φούρνο.

Το Peloponnese Wine Festival δηλώνει παρουσία στις 21/2

Το οινικό event, που συγκεντρώνει εκατοντάδες οινόφιλους, θα διεξαχθεί στο ξενοδοχείο Royal Olympic της Αθήνας, τη Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου…

Η οινική εκπαίδευση συναντά τη φιλοξενία

Τα κορυφαία προγράμματα σπουδών του «Le Monde» εμπλουτίζονται εγκαινιάζοντας τη νέα συνεργασία του κορυφαίου εκπαιδευτικού ομίλου με τον παγκόσμιο πρωτοπόρο της εκπαίδευσης οίνων και αποσταγμάτων WSET.

My Xmas Pairings: Tα αγαπημένα μας κρασιά συμπληρώνουν τις γεύσεις των γιορτινών μας πιάτων

Μαζί με τα My market, σας βοηθάμε με την οργάνωσή του, ετοιμάζοντας ένα πλήρες μενού για το εορταστικό τραπέζι.