Το κρασί, όπως και κάθε είδος δραστηριότητας, έχει τους πρωτοπόρους του – αυτούς που με τη γνώση, την εμπειρία και τη «μαγνητική» προσωπικότητά τους άνοιξαν διάπλατα τους δρόμους, ώστε το κρασί να αποκτήσει την αίγλη και τη σοβαρότητα που έχει στις μέρες μας. Συχνά, όμως, οι πρωτοπόροι δεν έχουν ούτε την αναγνωρισιμότητα και φυσικά ούτε τη «λατρεία» του κοινού στο ποσοστό που τους αναλογεί. Ίσως γιατί η ισορροπία και η αρμονία που τους διακρίνει δεν τους επιτρέπει να επιβάλουν τον εαυτό τους με το ζόρι ή χρησιμοποιώντας τα gimmicks του σύγχρονου image making.
Ο Steven Spurrier (γεννήθηκε το 1944), από τους πιο διάσημους και σοβαρούς ανθρώπους του κρασιού παγκόσμια, ανήκει ακριβώς σε αυτή την κατηγορία. Εξάλλου και ο ίδιος, παρά τα επιτεύγματά του και τις διακρίσεις κατά τη διάρκεια της σαραντάχρονης καριέρας του, προτιμά να κρατάει μια στάση που θυμίζει την κομψότητα μεγάλου κρασιού. Άλλωστε, όπως έχει γράψει, «Η αρμονία είναι το σημαντικότερο στολίδι των μεγάλων κρασιών. Τα μεγάλα κρασιά του κόσμου δεν επιβάλλουν την πραγματικότητά τους με το ζόρι, ούτε με το βάρος, την ισχύ ή τη συμπύκνωσή τους.
Αντίθετα, σε αφήνουν να σκεφτείς και επιβάλλονται με την παρουσία και τη φινέτσα τους». Σοφή τοποθέτηση, πλήρης αλήθειας, και για το ανθρώπινο είδος. Παρ’ όλα αυτά, γεγονός είναι ότι στο χώρο του metier όχι μόνο είναι γνωστός, αλλά και έχει το σεβασμό και την αναγνώριση της παγκόσμιας οινικής κοινότητας. Και δικαίως, διότι τα όσα έχει κάνει κάθε άλλο παρά λίγα είναι. Ενδεικτικά σταχυολογούμε.
• Ήταν ο πρώτος ξένος, και μάλιστα Άγγλος, σοβαρός οινέμπορος στο Παρίσι. Τόλμησε από το 1970 κιόλας να ανοίξει εκεί τις «Caves de la Madeleine».
• Ίδρυσε (επίσης στο Παρίσι) την «Academie du Vin», η οποία ανέπτυξε τα πρώτα γαλλικά μη κυβερνητικά προγράμματα εκπαίδευσης και επιμόρφωσης στο κρασί.
• Ήταν ο οργανωτής και δημιουργός το 1976 του παγκoσμίως διάσημου «Jugement de Paris» (Αξιολόγηση του Παρισιού), το οποίο έφερε αντιμέτωπα μεγάλα κρασιά του Bordeaux και της Βουργουνδίας με σπουδαίες φιάλες τής Nappa Valley, με αποτέλεσμα η επικράτηση της Καλιφόρνιας να προκαλέσει θύελλα εκρήξεων και απαράδεκτων αντιδράσεων εκ μέρους του γαλλικού κατεστημένου του κρασιού.
• Οργάνωσε στο Λονδίνο τα σεμινάρια κρασιού του οίκου δημοπρασιών Christie’s.
• Ο ρόλος του ως Consultant Editor στο περιοδικό Decanter (ένα από τα πιο σημαντικά έντυπα στο χώρο του κρασιού) είναι καθοριστικός.
• Είναι ο Πρόεδρος, στο ίδιο περιοδικό, των World Wine Awards, η οποία αποτελεί κορυφαία (παγκόσμια) εκδήλωση αξιολόγησης κρασιών.
• Έχει βρει το χρόνο να γράψει αρκετά βιβλία. Το τελευταίο απ’ αυτά, «The Clarke - Spurrier Guide to Fine Wine» (1998), αναθεωρήθηκε τελείως και επανεκδόθηκε το 2001.
• Πέρα από τα παραπάνω, είναι δραστήριο και διακεκριμένο μέλος της Διεθνούς Ακαδημίας Οίνου και μόνιμος κριτής σε όλους σχεδόν τους σημαντικότερους διεθνείς διαγωνισμούς κρασιών του κόσμου.
• Είναι επίσης Πρόεδρος του Japan Wine Challenge, του σημαντικότερου διαγωνισμού κρασιών στην Ασία.
Για να μη μακρηγορούμε, δεν θα ήταν καθόλου «τραβηγμένο» να ισχυριστούμε ότι ο Steven Spurrier είναι ένα από τα ελάχιστα ιερά τέρατα στο χώρο του κρασιού. Τουλάχιστον αυτή είναι η δική μας εκτίμηση μετά από χρόνια προσωπικής γνωριμίας, η οποία άλλωστε έπαιξε και αυτή το ρόλο της, όταν του ζητήσαμε να μας μιλήσει για τη σύγχρονη πραγματικότητα και τις τάσεις στο χώρο του κρασιού. Ιδού οι απαντήσεις στα ερωτήματα που του θέσαμε.
Ποια είναι η διαφορά μεταξύ αυτού που γινόταν στο παρελθόν και των σημερινών δεδομένων;
Η ατμόσφαιρα είναι τελείως διαφορετική. Τότε, ο Νέος Κόσμος πρακτικά δεν υπήρχε και η Γαλλία ήταν ο απόλυτος κυρίαρχος. Τα ιταλικά κρασιά ήταν ιστορικά, αλλά «φτωχά», κάτι που συνέβαινε ακριβώς και με τα ισπανικά. Στην Πορτογαλία δεν υπήρχε παρά μόνο το Port και το Mateus, ενώ η Γερμανία έπαιρνε την κάτω βόλτα που θα την οδηγούσε στο Liebfraumilch. Η Αυστρία μόλις άρχιζε, αλλά πολύ γρήγορα (αρχές των ‘80s) συγκλονίστηκε από το γνωστό σκάνδαλο. Δεν υπήρχε η παραμικρή επένδυση, γενικώς, ούτε στο αμπέλι ούτε στο οινοποιείο. Κι όμως, τα «φτωχά» κρασιά ήταν τελείως αποδεκτά. Σήμερα έχουν αλλάξει ΤΑ ΠΑΝΤΑ. Υπάρχουν απίστευτα μεγάλες επενδύσεις και εξίσου απίστευτα μεγάλες δυνατότητες στα σύγχρονα καλά κρασιά. Τo καταναλωτικό κοινό έχει μπροστά του όλο και καλύτερα κρασιά, ακόμα και σε πολύ χαμηλές τιμές. Επιπλέον, ο ανταγωνισμός από όλη την υφήλιο βάζει τον καθένα μπροστά σε πολύ μεγάλες προκλήσεις
Ποια είναι, κατά τη γνώμη σας, η σημαντικότερη στροφή των ημερών μας; Προς τα ποικιλιακά κρασιά, προς τα κρασιά μάρκας ή προς τα κρασιά terroir;
Τα ποικιλιακά κρασιά ήρθαν και θα παραμείνουν εδώ για τα καλά, δεδομένου ότι οι σημαντικότερες ποικιλίες έχουν πλέον φυτευτεί απανταχού της υφηλίου, ενώ οι λιγότερο γνωστές, αλλά εξίσου αξιόλογες, προκαλούν όλο και περισσότερο ενδιαφέρον και αποδοχή. Το ίδιο συμβαίνει και με τα ΠΟΙΚΙΛΙΑΚΑ χαρμάνια. Δείτε, π.χ., την επιτυχία του Sauvignon-Semillon ή της διεθνούς διάδοσης των χαρμανιών από ποικιλίες του νότιου Ροδανού. Νομίζω, όμως, ότι και τα κρασιά μάρκας ήρθαν για να μείνουν, καθώς ο καταναλωτής τα αγοράζει με εμπιστοσύνη, λόγω της αναγνωρισιμότητάς τους. Αφήστε που είναι ακριβώς στα κρασιά μάρκας που τα περισσότερα σουπερμάρκετ κάνουν τις μεγαλύτερες εκπτώσεις. Το τοπίο, όμως, γίνεται ακόμα πιο σύνθετο και πολύμορφο, αφού τόσο πολλές χώρες του Νέου Κόσμου στρέφονται με εντονότερους ρυθμούς προς τα κρασιά terroir. Ανακεφαλαιώνοντας, τα κρασιά μάρκας αποτελούν την πιο «λογική» στροφή, τα ποικιλιακά την πιο «φιλική» προς τον καταναλωτή και τα κρασιά terroir την πιο «αισιόδοξη» και «χαροποιό» στροφή.
Γιατί το στιλ τόσων ευρωπαϊκών κρασιών έχει αλλάξει τόσο δραματικά;
Τόσο λόγω της σοβαρότερης δουλειάς στο αμπέλι και στο οινοποιείο, όσο όμως και εξαιτίας της συνειδητοποίησης του γεγονότος ότι ο σύγχρονος καταναλωτής θέλει περισσότερα φρουτώδη χαρακτηριστικά στο κρασί του. Επιπλέον, ο «διεθνής» καταναλωτής (αυτός που προέρχεται από μη οινοπαραγωγό χώρα) αδιαφορεί για την προέλευση του φρούτου.
Ποιες είναι οι πραγματικές διαφορές μεταξύ Παλαιού και Νέου Κόσμου;
Η σημαντική διαφορά είναι ότι τα κρασιά του Νέου Κόσμου είναι «εξωστρεφή» και φρουτώδη, ενώ εκείνα από τη Γηραιά Ευρώπη είναι περισσότερο προσηλωμένα στο αμπέλι. Κι όμως, χιλιάδες παραδείγματα μπορούν να ανατρέψουν αυτό που σας λέω.
Ποια είναι η λογική και η κατεύθυνση που έχει πάρει το κρασί σε παγκόσμιο επίπεδο;
Η λογική πρέπει να παραμείνει η επιθυμία να φτιάξεις κρασί και μάλιστα καλό. Αυτό «μεταφράζεται», αφενός, σε οικογενειακή ιδιοκτησία του αμπελώνα και του οινοποιείου και, αφετέρου, στο μεγαλομανές «ταξίδι» του βαθύπλουτου, ο οποίος θέλει να δει το όνομά του σε μια φιάλη κρασιού. Εκτός από τη λογική του βαθύπλουτου όμως, το κρασί πρέπει να συνεχίσει να πουλιέται, γιατί αλλιώς δεν θα μπορεί πλέον να παραχθεί.
Υπάρχει σήμερα μέλλον για τα ευρωπαϊκά κρασιά;
Τεράστιο, ιδίως μάλιστα σε ό,τι αφορά τα γαλλικά και ιταλικά κρασιά. Ο λόγος είναι απλός: το άνοιγμα των νέων αγορών της Ασίας (Κίνα και Ινδία), αλλά και των πρώην κομμουνιστικών χωρών της ανατολικής Ευρώπης. Σε αυτές τις νέες αγορές με τις τεράστιες δυνατότητες, η φήμη των γαλλικών και των ιταλικών κρασιών είναι απίστευτη.
Ποιες είναι οι προσωπικές σας προτιμήσεις, τι κρασιά σας αρέσει να πίνετε στα γεύματά σας;
Σαφέστατα προτιμώ τα ευρωπαϊκά κρασιά. Γιατί θεωρώ ότι, λόγω χαμηλότερου αλκοόλ και μεγαλύτερης οξύτητας, τα ευρωπαϊκά κρασιά είναι εκείνα που κατεξοχήν ταιριάζουν με φαγητό. Από την άλλη, όμως, όταν είμαι με φιλική συντροφιά, μου φτάνει το κρασί που πίνω να είναι πολύ απλό, τίμιο και καλοφτιαγμένο. Στο σπίτι μου, εντούτοις, πίνω μόνο κρασιά με προσωπικότητα και ωριμότητα.
Ποια νομίζετε ότι θα πρέπει να είναι η κατεύθυνση που οφείλει να ακολουθήσει το ελληνικό κρασί, τόσο ποιοτικά όσο και σε επίπεδο στρατηγικής για το μέλλον;
Μου αρέσει η «ελληνικότητα» των καλών κρασιών σας και θα ήθελα όλο και περισσότερα ελληνικά κρασιά να τους μοιάσουν. Νομίζω ότι αυτή η «ελληνικότητα» είναι το όπλο που θα τους επιτρέψει να κατακτήσουν μια θέση στη διεθνή αγορά.
Θα μπορούσε η «Αξιολόγηση του Παρισιού» του 1976 να είναι χρήσιμη και στις μέρες μας;
Ναι, ασφαλώς και μπορεί! Αρκεί το «πνεύμα» της να παραμείνει το ίδιο, δηλαδή η σύγκριση ΚΑΛΩΝ, όχι ιδιαίτερα γνωστών κρασιών, με ΚΑΛΑ αλλά διάσημα κρασιά. Αυτές οι γευσιγνωσίες είναι ιδιαίτερα χρήσιμες, διότι, εφόσον είναι τίμια οργανωμένες, επιτρέπουν στα «άσημα» κρασιά να κερδίσουν με την ποιότητα τους την αναγνώριση που δικαιούνται.