Για τους σκληροπυρηνικούς πότες, οι οποίοι ως ποτό θεωρούν μόνο ό,τι είναι καφέ –άντε, σκούρο κίτρινο–, το άκουσμα και μόνο ενός τζιν που, εκτός από τα συνηθισμένα βότανα, είναι αρωματισμένο με ροδοπέταλα από τη Βουλγαρία και αγγούρι, μάλλον θα τους κάνει να μειδιάσουν κάτω από τα μουστάκια τους. Όταν όμως πιάσεις στα χέρια σου ένα Hendrick’s, καταλαβαίνεις ότι έχεις να κάνεις με κάτι το διαφορετικό. Το μπουκάλι θυμίζει μποτίλια φαρμακείου της βικτοριανής εποχής. Το φυλλάδιο που το συνοδεύει είναι τόσο αγγλικό, που θυμίζει διαφήμιση ταινίας των Monty Python: εγκέφαλοι, αγγούρια και διάφορα εξόχως βρετανικά σχόλια, όπως ότι το Hendrick’s το πίνει μόνο ένας στους χίλιους πότες τζιν.
Το σκούρο μπουκάλι ανοίγει (με φελλό, παρακαλώ, και όχι ξενέρωτο βιδωτό πώμα) και από την πρώτη μυρωδιά καταλαβαίνεις ότι κάτι συμβαίνει. Το άρωμα του κέδρου είναι τόσο φρέσκο και φυσικό, που ξεχνάς όποιο άλλο τζιν έχεις μυρίσει. Πίσω από τον κέδρο, αρώματα εσπεριδοειδών και μέντας σού γλυκαίνουν το μυαλό. Πρέπει όμως και να το δοκιμάσεις. Οι άνθρωποι της William Grant & Sons –που είχαν την καταπληκτική ιδέα να φτιάξουν αυτό το τζιν αποδεικνύοντας ότι οι Σκοτσέζοι μπορούν να φτιάξουν και εξαιρετικά λευκά ποτά, μπαίνοντας έτσι στο ρουθούνι των Άγγλων, και μάλιστα σε κάτι πιο αγγλικό κι απ’ το ποδόσφαιρο– προτείνουν να πίνουμε το Hendrick’s με τόνικ, γαρνιτούρα αγγούρι και σε ένα πολύ dry Martini. Το σχόλιο μπορεί να είναι μόνο ένα. Μαγεία.
Το αστείο είναι ότι το αγγούρι δεν είναι απλώς ένα μαρκετινίστικο κόλπο. Κάνει κάτι στο ποτό που δεν εκφράζεται με λέξεις, απλά είναι απαραίτητο για τη μέγιστη απόλαυση. Το Hendrick’s είναι ένα από εκείνα τα ποτά που έχουν φτιαχτεί για να σε κάνουν να ονειρεύεσαι πίνοντάς τα. Δεν σε νοιάζει ούτε ποιος το φτιάχνει, ούτε πώς το φτιάχνει, ούτε πώς λένε τον αποστακτήρα. Πίνοντάς το, ξέρεις ότι αυτοί που το έφτιαξαν, ξέρουν. Και αυτό είναι αρκετό.