«Αν κάθε άνθρωπος αποκτούσε μια αυτοσυνειδησία θα υπήρχε άλλη ποιότητα στα πράγματα». Λόγια ενός καταξιωμένου ηθοποιού, του Περικλή Μουστάκη, που διαβάζει, προβληματίζεται και μπαίνει σαν άγραφο χαρτί σε κάθε νέα θεατρική δουλειά για να τον μεταμορφώσει. Η Μαρία Κρύου μίλησε μαζί του με αφορμή την παράσταση «Textilen» στο Φεστιβάλ Αθηνών.
Μετά τον «Φαέθοντα» του Δημητριάδη που είχε ως επίκεντρο μια οικογένεια ξαναμπαίνεις σε «οικογενειακό κλοιό» με το «Textile». Πως είναι η οικογένεια που μας συστήνει η συγγραφέας Μαρία Ευσταθιάδη;
Είναι μια οικογένεια των ημερών μας, η οποία αποσυντίθεται εκφυλισμένη. Ξεγυμνώνεται η ιδιοτέλεια της, αποκαλύπτεται η στάση της απέναντι στο χρήμα καθώς και η παντελής έλλειψη πνευματικότητας και ενδοοικογενειακών σχέσεων. Το κύριο ζήτημα είναι το ποιος θα έχει την εξουσία στην οικογενειακή εταιρία Textilen. Η μητέρα διατηρεί σχέσεις με τον διευθυντή της εταιρίας και προσπαθεί να πετάξει έξω από αυτήν τον άντρα της, τον οποίο υποδύομαι. Εκείνος από την πλευρά του την εκδικείται μέσα από σχέσεις με άλλες γυναίκες, οι οποίες μοιάζουν με τη γυναίκα του και τις οποίες ευτελίζει. Σε αυτό το περιβάλλον η κόρη τους είναι η μόνη που ονειρεύεται να δραπετεύσει. Όλα λέγονται με ένα τρόπο ελλειπτικό, υπαινικτικό και με χιούμορ.
Όχι μόνο στο θέατρο αλλά και στον κινηματογράφο τα τελευταία χρόνια είδαμε έργα όπως ο «Κυνόδοντας» και η «Miss Violence» που φέρνουν στο φως σκοτεινές οικογενειακές καταστάσεις. Γιατί αποφασίσαμε τώρα, να μιλήσουμε ανοιχτά για την οικογένεια;
Ο θεσμός της οικογένειας βρίσκεται σε μεγάλη κρίση. Δεν υπάρχει ποιοτικός χρόνος μέσα στην οικογένεια. Οι γονείς δεν βάζουν κανένα πλαίσιο στα παιδιά πλέον κι αυτό πλασάρετε ως δημοκρατικότητα. Κάθε παιδί θέλει πλαίσιο ελευθερίας για να μπορέσει να το σπάσει στη πορεία. Αν ο κάθε άνθρωπος αποκτούσε μια εσωτερική φωνή, μια αυτοσυνειδησία θα υπήρχε άλλη ποιότητα στα πράγματα. Πιστεύω στην μόρφωση, στην πνευματικότητα και στην αγάπη που είναι η ουσία της ζωής.
Πόσο σε καθόρισε η δική σου οικογένεια;
Έχω μεγαλώσει σε ένα οικογενειακό περιβάλλον που για μένα ήταν ο παράδεισος. Για κάθε παιδί, άσχετα από την ποιότητα της οικογένειας εκεί, βρίσκεται ο παράδεισος στα πρώτα χρόνια της ζωής του. Έζησα τα παιδικά μου χρόνια σε μια δυνητική ελευθερία που χαρακτηρίζονταν από μια πνευματικότητα. Ο πατέρας μου ήταν δημοσιογράφος-θεολόγος, υπήρξε συνεργάτης του Φώτη Κόντογλου και ήταν ανοιχτό μυαλό. Είχαμε κάθε μέρα κόσμο στο σπίτι αλλά υπήρχε και ένα τρίωρο απόλυτης ησυχίας, όπου ακούγονταν μόνο τα πλήκτρα της γραφομηχανής του. Καθώς εργαζόταν όταν αντιλαμβανόταν τον παραμικρό θόρυβο χτυπούσε το χέρι του το τραπέζι.
Τότε δεν μπορούσα να καταλάβω τι συνέβαινε, δεν μπορούσα να κατανοήσω την ιερότητα με την οποία εργαζόταν. Το αντιλήφθηκα αργότερα όταν ξεκίνησα να διαβάσω τα βιβλία του Αριστοφάνη, Νίκο Καρούζο κ.ά. Τον Καρούζο τον διάβασα στα δεκατρία μου χωρίς να τον καταλαβαίνω αλλά με γοήτευε, και ακόμα, με γοητεύει το ακατανόητο. Τώρα όταν κάποιος δεν καταλαβαίνει κάτι χρησιμοποιεί τη μικροαστική φράση: «Τι θέλει να πει ο ποιητής». Ο άγιος Αυγουστίνος έλεγε: « Για να πιστέψεις πρέπει να γνωρίζεις αλλά για να γνωρίσεις πρέπει να πιστέψεις».
Μίλησε για τον παράδεισο πιστεύεις πως αυτόν αναζητάμε σε όλη μας τη ζωή;
Και, μυθολογικά, είμαστε έκπτωτοι ενός παραδείσου κι αυτόν ψάχνουμε. Μπορεί να κοιτάμε τον ουρανό λέει ο Μάρτιν Χάιντεγκερ, το θέμα είναι «πώς προσμετράτε αυτό το διάστημα μεταξύ γης και ουρανού». Αυτό θέλει μια φαντασία και μια πνευματικότητα. Στην οικογένεια διαμορφώνεις ένα σύμπαν παραδείσου το οποίο μεγαλώνοντας ψάχνεις να το βρεις. Ακόμα και σε οικογένειες με αντιξοότητες που δεν εφαρμόζουν σωστή παιδαγωγική βγαίνουν ιδιαίτερες προσωπικότητες κι αυτό γιατί μπορεί να συνάντησαν στη ζωή τους ένα πολύτιμο φίλο ή έναν εμπνευσμένο δάσκαλο που δεν του στέρησε τη φαντασία. Η φαντασία μπορεί να μετακυλίσει τον ζόφο σε χαρά.
Η έλλειψη φαντασίας είναι ένας από τους λόγους που οδηγηθήκαμε στο σημερινό αδιέξοδο;
Δυστυχώς σήμερα σκεφτόμαστε κατά βάση με μια λογιστική λογική. Είναι άκρως αντί πνευματική η εποχή που ζούμε. Δεν βλέπω φως στο τοπίο γιατί δεν μπορούν να έρχονται μόνο έξωθεν λύσεις για όσα μας συμβαίνουν σε όλα τα επίπεδα. Χρειάζεται να έρθουν λύσεις έσωθεν. Για να γίνει όμως αυτό χρειάζεται μόρφωση. Έχουμε χάσει κάτι, σε επίπεδο πολιτικό και πνευματικό. Προσπαθούμε να καλύψουμε την ανέχεια μας με πράγματα υλικά τα οποία όμως έρχονται και παρέρχονται. Και το φοβερότερο, μια τέτοιου είδους συζήτηση στην ελληνική κοινωνία είναι σχεδόν απαγορευμένη.
Από τι πάσχει η σημερινή κοινωνία;
Στην πραγματικότητα, έτσι όπως είναι η κοινωνία μας είμαστε μπλοκαρισμένοι από χιλιάδες πράγματα και δεν έχουμε το περιθώριο να αναπτύξουμε κάτι άλλο. Υπάρχει μια έλλειψη σχετικής ελευθερίας και κυρίως πνευματικής ελευθερίας. Μπορείς να λες ελεύθερα την άποψή σου στο Facebook αλλά αυτό γίνεται χωρίς να υπάρχει καμία επικινδυνότητα και χωρίς καμία συνειδητότητα. Αυτά, συνιστούν μια πολύ επιφανειακή κατάσταση γι’ αυτό κι εγώ σταμάτησα να ασχολούμαι με αυτό. Είναι ένα χάσιμο χρόνου γιατί επί της ουσίας δεν δημιουργείται καμία ουσιαστική επικοινωνία.
Ο καθένας δρα από την ανάγκη του για να υπάρξει κοινωνικά και πρέπει να μιλήσει γιατί αν σιωπήσει θα θεωρηθεί βλάξ. Υπάρχει μια φλυαρία που σε κρατά μακριά από την ουσία. Δεν αναγνωρίζουμε πόσο ευεργετική είναι η σιωπή. Τις περισσότερες φορές μάλιστα είναι παρεξηγήσιμη, θεωρείται βλακεία. Ακόμα και μέσα στο σπίτι αφήνουμε την τηλεόραση ανοιχτή για να ακούγεται κάτι. Ζούμε μέσα σε μια μόνιμη ηχορύπανση. Πιστεύω πολύ στη σιωπή και εκτιμώ τους ανθρώπους που δεν μιλούν πολύ.
Η τέχνη έχει τη δύναμη να ανοίξει δρόμους;
Είναι ένας τόπος αποκάλυψης πραγμάτων που δεν είναι ορατά. Νιώθω ότι μπορεί να διαταράξει τα πράγματα και να με μετακινήσει λίγο από το σημείο στο οποίο βρίσκομαι. Η τέχνη μπορεί να σε οδηγήσει σε κάτι άλλο αλλά πρέπει να είσαι ανοιχτός. Για μένα δεν νοείται ζωή χωρίς τέχνη και δεν νοείται τέχνη χωρίς ζωή.
Τι αναζητάς από το θέατρο;
Θέλω να μου δώσει κάτι που δεν θα το βρω πουθενά αλλού, που δεν το αντιλαμβάνομαι. Δεν με ενδιαφέρει το θέατρο που αναπαράγει μια πραγματικότητα, αυτό που ήδη ζω πολύ έντονα. Θέλω να φωτίσει τα πράγματα σε βάθος και για να το κάνει αυτό δεν μπορεί να έχει την αμεσότητα της ζωής. Δεν αρνούμαι τον πειραματισμό. Από τη φύση του το θέατρο εμπεριέχει την έρευνα και τον πειραματισμό αυτό άλλωστε το κρατά ζωντανό.
Τον χειμώνα στον «Φαέθοντα» του Δημήτρη Δημητριάδη που σκηνοθέτησε ο Δημήτρης Καρατζάς ερμήνευσες ένα θρήσκο πατέρα-βιαστή και κατέθεσες μια συγκλονιστική ερμηνεία. Τι απήχηση είχε μέσα σου ο ρόλος του πατέρα;
Όταν πρώτο διάβασα το έργο είπα ότι αυτός ο ρόλος έχει αυτό το κάτι. Βέβαια ήταν ένας ρόλος που μπορεί να ανεβάσει αλλά μπορεί και να χαντακώσει έναν ηθοποιό. Εγώ, τον απόλαυσα. Όλο τον καιρό που έκανα πρόβες διάβασα όλο τον Παπαδιαμάντη ως αντίβαρο επί της διαστροφής αυτού του ανθρώπου που έπρεπε να υποδυθώ. Αυτός ο τύπος, θεωρητικά, πάτησε πάνω στο χριστιανισμό για να δικαιολογήσει τις πράξεις του. Ήταν μια extreme περίπτωση ανθρώπου που όμως υπάρχει στη ζωή και δείχνει μια πολύ «επικίνδυνη εκδοχή» χριστιανού.
Προσπαθώ πάντα να με συγκινήσει σε προσωπικό επίπεδο ένας χαρακτήρας που έχω να υποδυθώ και να δω το αδιέξοδο του, την αναζήτηση του, την ανάγκη του να πιαστεί από κάποια πράγματα για να υπάρξει. Ψάχνω την αδυναμία του είναι σαν να θέλω να τον καθαγιάσω, να τον δικαιολογήσω για να τον κατανοήσω και να τον αγαπήσω.
Τι είναι αυτό που κάνει τον Δημήτρη Καρατζά να ξεχωρίζει στη νέα γενιά σκηνοθετών;
Η ωριμότητα του τον κάνει να έχει μία ζωντανή σχέση με το παρελθόν. Γεγονός που θεωρώ πολύ σημαντικό και δυστυχώς δεν χαρακτηρίζει τη γενιά του, η οποία μοιάζει λίγο ξεκομμένη από αυτό που έχει συμβεί πριν από αυτήν. Σου ανεβάζει πολύ τον πήχη και δεν σε αφήνει ποτέ να περάσεις από κάτω. Είναι απόλυτος ως προς αυτό που ζητάει και αυτό το εκτιμώ πολύ γιατί απεχθάνομαι τη χλιαρότητα. Η σχέση μας είναι συχνά εμπόλεμη κάτι που αναζητώ κι εγώ στους ηθοποιούς μου ως σκηνοθέτης.
Πως συνεργάζεσαι με ηθοποιούς ή σκηνοθέτες που δεν «μιλάτε την ίδια γλώσσα»;
Με ενδιαφέρει η συναλλαγή με το ανοίκειο τόσο σε ανθρώπινο επίπεδο όσο και σε επίπεδο τέχνης. Δυνητικά μια τέτοια συναλλαγή με την ανοικειότητα του άλλου μπορεί να σου ανοίξει ορίζοντες που ούτε καν έχεις διανοηθεί. Προσωπικά, αφήνομαι εντελώς, δεν κοντράρω προσπαθώ να μην λειτουργώ εγωιστικά και ως σκηνοθέτης απαιτώ την ίδια διαδικασία και από τον ηθοποιό.
Που εντοπίζεις τις διαφορές ανάμεσα στους Έλληνες και τους ξένους ηθοποιούς;
Το ταλέντο για μένα δεν λέει πολλά πράγματα πιστεύω στην εξέλιξη μέσα από τη δουλειά. Οι ξένοι ηθοποιοί έχουν μια φοβερή παιδεία και μόρφωση. Εμείς, ως μεσογειακός λαός είμαστε της ευκολίας κι έχουμε απόλυτες βεβαιότητες. Αυτό σημαίνει πως πιστεύουμε πολύ στον εαυτό μας και δεν βλέπουμε τις ατέλειες μας. Όταν αρχίσει κανείς να προβληματίζεσαι τότε ξεκινά να δουλεύει η σκέψη κι αυτή σου αποκαλύπτει τις ατέλειες που μπορεί να έχεις. Όταν έχεις συνείδηση των ατελειών σου μπορείς να αλλάξεις κάποια πράγματα. Έχουμε διαφορετική αντίληψη από τους ξένους σε κάποια πράγματα.
Ο Προτεσταντισμός και ο Καθολικισμός έχουν μπολιάσει στους ξένους το αίσθημα της ενοχής, γι’ αυτό και συχνά θα τους δεις να αναρωτιούνται για το τι είναι σωστό και τι λάθος. Εδώ, υπάρχει μια απόλυτη βεβαιότητα, η οποία για μένα είναι σχεδόν φασιστοειδής. Η βεβαιότητα έχει μια ακαμψία ενώ η ατέλεια έχει μια ρευστότητα. Θα πρέπει να έχει κανείς την αυτοσυνείδηση ότι είναι μετέωρος σ’ αυτή τη ζωή.
Δεν έχει υπογράψει κανείς συμβόλαιο ότι θα μείνει σ’ αυτόν τον κόσμο για πάντα, έτσι όπως είναι. Αυτό για έναν καλλιτέχνη είναι μια απαραίτητη βάση για να λειτουργήσει. Το εφήμερο της τέχνης και το εφήμερο της ύπαρξης σου ασκούν τη σκέψη. Είναι φοβερό να πιστεύεις ότι είναι όλα δικά σου δυνητικά, ότι όλα σου ανήκουν…Εν τέλει, τίποτα δεν είναι δικό σου. Στην Ελλάδα επειδή δεν έχουμε την παιδεία να αφομοιώνουμε πράγματα μένουμε σε ένα επιφανειακό επίπεδο συνήθως.
Μαζί με το τέλος της ομάδας Άσκηση μπήκε άνω τελεία και στη σχέση σου με τη σκηνοθεσία;
Η Άσκηση υπήρχε μέχρι το τέλος των επιχορηγήσεων και δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αυτές γιατί το κόστος είναι μεγάλο με τα ένσημα και την ενοικίαση του χώρου. Ως Άσκηση διοργανώνω τα τελευταία χρόνια ένα καλοκαιρινό εργαστήριο πάνω στην υποκριτική. Αυτό το εργαστήριο θα πραγματοποιηθεί στον Ιούλιο. Η σκηνοθεσία δεν σταμάτησε να με ενδιαφέρει, το αντίθετο μάλιστα. Το χειμώνα θα κάνω μια σκηνοθεσία στο θέατρο της οδού Κυκλάδων χρησιμοποιώντας ως αφετηρία τις προφητείες του Ιεζεκιήλ. Επίσης, θα δουλέψω στο Εθνικό Θέατρο με τον Γιάννη Χουβαρδά και στο Θέατρο Τέχνης μαζί με τον Δημήτρη Καρατζά.
ΠΕΙΡΑΙΩΣ 260 Στις 5-6/7.
Περισσότερες πληροφορίες
Textilen
Ένα μωσαϊκό στιγμών από τη διαδρομή της αστικής τάξης μέσα στον 20ό αιώνα, όπου συνυπάρχουν ο λόγος, η μελωδία και η κίνηση.