Η επίγεια και η επουράνια ζωή ενός αλήτη σε μια θαυμαστή παραβολή του 1909 από την Ουγγαρία και σε μια παράσταση βουτηγμένη στον ερωτισμό και στο συναίσθημα.
«Κράχτης» στο καρουζέλ ενός λούνα παρκ, απατεωνίσκος και ζιγκολό, ο Λίλιομ παντρεύεται την υπηρετριούλα Τζούλι. Ζουν μες στη φτώχεια. Όταν εκείνη μένει έγκυος, ο Λίλιομ επιχειρεί μια ληστεία. Αποτυγχάνει παταγωδώς και αυτοκτονεί για να αποφύγει τη σύλληψη. Δεν γλιτώνει όμως έτσι «εύκολα». Δύο αστυνομικοί-χερουβείμ (!) τον συνοδεύουν στο Δικαστήριο του Ουρανού, όπου καταδικάζεται σε δεκάξι χρόνια διά πυρός εξαγνισμού. Εκτίοντας την ποινή του, δικαιούται μία ημέρα στη Γη, όπου οφείλει να κάνει μια καλή πράξη. Εκείνος, αδιόρθωτος όπως πρώτα, κλέβει ένα αστέρι για την έφηβη πια κόρη του, αλλά αντ’ αυτού της δίνει ένα χαστούκι. Παραδόξως δεν την πονάει.
Ίσως γιατί ο Λίλιομ έχει κάνει από παλιά για εκείνη και τη μητέρα της την υπέρτατη πράξη αγάπης. Η αυτοκτονία του ίσως ήταν μια πράξη αυτοθυσίας. Έμπηξε το μαχαίρι στην καρδιά του, απαλλάσσοντάς τις έτσι από την «τιποτένια» ύπαρξή του. Ο Φέρεντς Μόλναρ μας καλεί σε έναν κόσμο πέρα από την ηθική και τη λογική, ακυρώνοντας κάθε μανιχαϊστική σκέψη: το «κακό» δεν είναι απαραίτητα το αντίθετο του καλού, ο ιδανικός έρωτας δεν υπάρχει, η ζωή δεν είναι πολύ διαφορετική από το θάνατο και, τέλος πάντων, τα πάντα είναι προς αμφισβήτηση. Ήδη ο δισυπόστατος τίτλος του έργου μάς προϊδεάζει για την ηρακλείτεια ρευστότητά του: «Λίλιομ» στα ουγγρικά σημαίνει «κρίνος» αλλά και «άνθρωπος του υποκόσμου».
Έργο φιλόδοξο όσο και ταπεινό, αρχετυπικό όσο κι επιτηδευμένα ναΐφ, υπερβατικό όσο και σχηματικά προβλέψιμο, το «Λίλιομ» είναι ένα κατ’ επίφασιν μελόδραμα, αλλά κατ’ ουσίαν ένα άκρως μοντέρνο παραμυθόδραμα-πρόδρομος των μπρεχτικών παραβολών. Γόνος εύπορης ουγγρο-εβραϊκής οικογένειας, ο Μόλναρ κατέγραψε, καθώς λέει, μια ιστορία «σαν αυτές που διηγούνται οι γριές της Βουδαπέστης». Έδωσε όμως στο απλοϊκό στόρι φόρμα περίτεχνη και σκέψη ριζοσπαστική, παρωδώντας μέχρι και τη μεταθανάτια ζωή.
Σαν παιδιά μιλούν οι λαϊκοί ήρωες του «Λίλιομ».
Δεν είναι μόνο θέμα κοινωνικής τάξης. Η αργκό τους έχει μια πρωτόγονη αφέλεια και ταυτόχρονα μια μαγική υπερβατικότητα, θαρρείς και αδυνατούν να βάλουν σε λέξεις τα πάθη που ταλανίζουν τις ψυχές τους. Είναι όλοι τους τόσο αλλόκοτοι όσο οι μάσκες των μονόκερων που φορούν στη σκεπτόμενη όσο και παιγνιώδη παράσταση του Θωμά Μοσχόπουλου με τη βρομισμένα ρομαντική αύρα, το σφοδρό και ακαριαίο συναίσθημα και την τραγικωμική ισορροπία – θαρρείς μια έκκληση να βουτήξουμε στον κόσμο των ενστίκτων και του υποσυνείδητου. Με χθόνιο ερωτισμό και άγρια φυσικότητα, ο Γιώργος Χρυσοστόμου (Λίλιομ) και η Άννα Καλαϊτζίδου (Τζούλι) συνθέτουν ένα καθηλωτικό ντουέτο, με το φλερτ τους στο παγκάκι, το γάμο κι έπειτα το θρήνο μες στα αυτοκινητάκια του λούνα παρκ να ξεχειλίζουν από καθαρό συναίσθημα. Επάξιοι είναι οι συμπρωταγωνιστές τους Έμιλυ Κολιανδρή, Σωκράτης Πατσίκας, Φιλαρέτη Κομνηνού, Κίττυ Παϊταζόγλου, Λευτέρης Βασιλάκης, Ηλίας Μουλάς και Γιάννης Κλίνης. Ωραία τα σκηνογραφικά στοιχεία της Έλλης Παπαγεωργακοπούλου, αν και η συνολική σκηνική ατμόσφαιρα άντεχε περισσότερη δουλειά. Ο Κορνήλιος Σελαμσής αποκαθιστά την τάξη: οι μελωδίες του δυναμιτίζουν την παράσταση και απογειώνουν τη θεατρικότητά της.
ΠΟΡΤΑ Λεωφ. Μεσογείων 59, Αμπελόκηποι, 2107711333. Διάρκεια: 130΄.